Ο ένας μετά τον άλλον, οι άνθρωποι που γνωρίζω χάνουν τη δουλειά τους. Τουλάχιστον ένας επιπλέον κάθε ημέρα που ξημερώνει.
Άλλοι απολύονται χωρίς να παίρνουν ούτε την αποζημίωση. Σκύβουν το κεφάλι και το ράβουν. Τι να κάνουν; Πού χρήμα, πού ελπίδα για δικαίωση στα δικαστήρια… Και να την πάρουν την αποζημίωση από ποιον; Πότε;
Άλλοι κλείνουν το μαγαζί τους, και μετά ανακαλύπτουν ότι δεν δικαιούνται επίδομα, παρά τις εισφορές που κατέβαλλαν στο Ταμείο τους ειδικά γι αυτήν ακριβώς την καταραμένη ημέρα. Δεν το δικαιούνται το επίδομα, λέει το Ταμείο, διότι για να το πάρουν, θα πρέπει να μην χρωστάνε. Ρε κάθαρμα, πώς γίνεται να να μην χρωστάει, αφού έφτασε να κλείσει το μαγαζί του;;; Για ποιον άλλο λόγο να υπάρχει το επίδομα;;;
Απ’ όσους διατηρούν την εργασία τους, άλλοι, για να την κρατήσουν, έφθασαν να παίρνουν αποδοχές που θα ζήλευαν το επίδομα του Ο.Α.Ε.Δ., και δεν ξέρουν πώς να το ζυγίσουν το πράγμα. Οι υπόλοιποι, όσοι δεν έχουν πάρει το δρόμο για τα ξένα, βιώνουν καθημερινά νέα κλιμάκωση της αγωνίας για το αν θα την έχουν τη δουλειά τους και αύριο. Ντρέπονται τον άνεργο, και δεν βγάζουν τσιμουδιά. Αργοπεθαίνουν από αυτό το άτιμο σαράκι.
Όλοι τους, και οι μεν και οι δε(ν), σταυροκοπιούνται κάθε τρεις και λίγο, μη σπάσει ο διάολος το πόδι του και αρρωστήσουν. Όσοι δεν πίστευαν στο Θεό έχουν αρχίσει να το ξανασκέφτονται, και μπαίνουν σιγά-σιγά σε διαπραγματεύσεις με τον Πλάστη, για να έχουν αποκαταστήσει καλού-κακού τη γνωριμία, μήπως και χρειασθεί. Τους άτυχους που τους πρόλαβε ήδη κάποια ασθένεια θα τους ζήλευε σήμερα σε πίστη μέχρι και ο Κόντογλου.
Δεν μπορεί να συμβαίνουν αυτά μόνο στον κύκλο μου! Τι στην ευχή; Πού ζω εγώ, δηλαδή;; Τέτοιος φουκαρομαγνήτης είμαι πια;;; Μιλάμε, βλέπω τους αριθμούς του σουξέ στόρυ, ακούω τους κυβερνητικούς, ακούω τους παρατρεχάμενους, και μου έρχεται τρέλα!
Αν ήμασταν στ’ αρχαία χρόνια, θα είχαμε κλειστεί μέσα στην Ακρόπολη. Τώρα όμως μέσα είναι μόνο το γκουβέρνο και οι κολλητοί. Τρώνε, πίνουν, και κάνουν σχέδια. Εμείς καθόμαστε απ’ έξω σαστισμένοι, ανυπεράσπιστοι, και την κοιτάζουμε την Ακρόπολη σαν χάνοι. Τη θαυμάζουμε ως εθνική κληρονομιά. Και περιμένουμε την ημέρα που θα πέσει να μας πλακώσει. Με το δίκιο της.
Και να δεις ότι, όταν πέσει, εκείνοι που έχουν κλειστεί εκεί μέσα πάλι θα τη βγάλουν καθαρή! Παγιδευμένοι εμείς κάτω από τα συντρίμμια, θα πεθαίνουμε μιλώντας για το θαύμα της αρχαίας Αρχιτεκτονικής –που έπεσε, και όμως όσοι ήταν μέσα γλιτώσανε!.. Απορημένοι, θα βγάζουμε τον επιθανάτιο ρόγχο, αλλά δεν θα μας ακούει κανένας, διότι θα έχουμε δυνατά την τηλεόραση. Άλλωστε, από εκεί θα έχουμε μάθει ότι έπεσε και μας πλάκωσε. Από εκεί και το περιμένουμε…
Ερείπια εμείς μες τα ερείπια, και από πάνω μας μια ταμπέλα που λέει «να περάσει ο επόμενος!» Έρημη πόλη στην Άγρια Δύση, η Ελλάδα. Για μια χούφτα δολάρια… Για μια χούφτα Ευρώ… Κι ο Κλιντ Ίστγουντ ένας παππούς.
Ανάρτηση από: http://sotosblog.com