Δευτέρα 23 Μαΐου 2016

Το κράτος-βαμπίρ

Κρατισμός εναντίον οικονομίας, κοινωνίας, κράτους

Του Μιχάλη Πετμεζά από τη Ρήξη φ. 123

Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποίησε ο ΣΕΒ, στο εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο της 6ης Μαΐου 2016, οι πολιτικές των προηγούμενων κυβερνήσεων οδήγησαν σε ραγδαία αύξηση των απασχολούμενων στο δημόσιο (19,1% για την περίοδο 2000-2008), γεγονός που, μαζί με μια πολιτική σημαντικών αυξήσεων (2,2% τον χρόνο στους μισθούς του δημοσίου έναντι 1% στους αντίστοιχους του ιδιωτικού τομέα), προκάλεσε μια γενική αύξηση των δαπανών για το προσωπικό του (από 10,6% του ΑΕΠ το 2003 σε 13,1%, το 2009). Πρόκειται για τον έναν από τους δύο κυριότερους λόγους του δημοσιονομικού εκτροχιασμού του 2009· ο έτερος είναι οι Ολυμπιακοί Αγώνες…
Πώς γίνεται, όμως, η εκσυγχρονιστική κυβέρνηση του Σημίτη και η κυβέρνηση κοινωνικού φιλελευθερισμού του Κωνσταντίνου Καραμανλή, που ρητορικά πολιτεύονταν στο όνομα της «προσαρμογής της χώρας μας στις επιταγές της ΟΝΕ», να ακολούθησαν εν τέλει αυτήν τη στρατηγική υπερδιόγκωσης του δημοσίου τομέα; Το παράδοξο υφίσταται μόνο εκ πρώτης όψεως: H προσαρμογή στην ΟΝΕ υπήρξε μεν βίαιη, ωστόσο αυτό αφορούσε σε συγκεκριμένους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, και εκφράστηκε ως συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής και της μεταποίησης. Μπροστά σε αυτήν τη δραστική υποχώρηση της παραγωγικής οικονομίας, οι ελληνικές κυβερνήσεις προσανατολίστηκαν στο να ενισχύσουν περαιτέρω την υπερδιόγκωση του δημοσίου, προκειμένου να συντηρήσουν το επίπεδο ευημερίας του ελληνικού λαού. Έκτοτε, ολοένα και περισσότερο, η εγχώρια οικονομική δυναμική θα συντηρείται από ένα δίκτυο παρασιτικών συνεργειών του δημοσίου τομέα, κλάδων του ιδιωτικού που σιτίζονται από τη διαπλοκή και παρέχουν προϊόντα και υπηρεσίες στο ελληνικό κράτος και τις… επιχειρήσεις λιανικής πώλησης που ζούσαν από την εγχώρια κατανάλωση. Έτσι, η διόγκωση του ελληνικού κράτους, στην τελευταία περίοδο, δεν συντελέστηκε, παρά την «προσαρμογή», αλλά εξαιτίας της!
Τα ίχνη αυτής της πολιτικής επιμένουν έπειτα από πέντε χρόνια μνημονίων. Μπορεί τα αλλεπάλληλα μέτρα και οι αθρόες συνταξιοδοτήσεις να μείωσαν το προσωπικό του δημοσίου κατά 24% και τον μέσο μηναίο καθαρό μισθό του κατά 14,6%, ωστόσο η απόκλιση παραμένει: Το 2015, οι μέσες καθαρές αποδοχές στον δημόσιο τομέα ήταν 1.053 €, ενώ στον ιδιωτικό τομέα, 771€. Και η απόκλιση γίνεται ακόμα μεγαλύτερη αν εξετάσουμε τις μεικτές αποδοχές –δηλαδή προσθέσουμε στις καθαρές τις εργοδοτικές εισφορές: Τότε, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ε.Ε. η διαφορά ανέρχεται στο 46%.
Η διαφορά τους δε, όχι μόνον δεν μειώθηκε, αλλά αυξήθηκε σε απόλυτες τιμές, έστω και ελάχιστα! Το 2009 ανερχόταν στα 276€, ενώ σήμερα στα 282€, πράγμα που υπήρξε αποτέλεσμα μιας άνισης μετακύλισης του κόστους προσαρμογής στον ιδιωτικό τομέα (και συγκεκριμένα στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που βάλλονται πανταχόθεν!)· στο σύνολο της οικονομίας, η απασχόληση και ο μέσος μισθός θα μειωθεί πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στον δημόσιο τομέα – κατά 20,9% και 17,9%, αντίστοιχα.
Έπειτα απ’ όλα αυτά, δεν είναι διόλου παράδοξο το γεγονός ότι, σε σχέση με τον δημόσιο τομέα, η Ελλάδα εμφανίζεται να τινάζει στον αέρα τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους: Ενώ η απόκλιση μεταξύ μεικτών αποδοχών δημοσίου και ιδιωτικού ισχύει για όλη την Ε.Ε., στην Ελλάδα είναι σχεδόν διπλάσια (46% έναντι 26%), ενώ η χώρα μας απασχολεί τους διπλάσιους εργαζόμενους στον στενό δημόσιο τομέα απ’ ό,τι οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης (16% των μισθωτών έναντι 8%). Εννοείται με… υποδεκαπλάσια πραγματικά αποτελέσματα ως προς την κοινωνική ωφέλεια και την ποιότητα των δημόσιων αγαθών.
Στην παρασιτική Ελλάδα του 2016, η κατάσταση αυτή συνιστά από μόνη της έναν τεράστιο «κοινωνικό αυτοματισμό». Τον οποίον παροξύνει η κυβέρνηση, εμφανιζόμενη ως η πλέον… φονταμενταλιστική ως προς τις κρατικιστικές πολιτικές της ύστερης μεταπολίτευσης. Οι συνέπειες αυτής της πολιτικής είναι τεράστιες, όπως διαφάνηκε χαρακτηριστικά και από το περιεχόμενο των νέων μέτρων που ψηφίστηκαν τις προάλλες στη βουλή.
Πλέον ο κρατισμός λειτουργεί ως βαμπίρ απέναντι ακόμα και σε αυτή την αναιμική δυναμική οικονομικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης: α) το φορομπηχτικό κρεσέντο, αναγκαστικά πλήττει περισσότερο τις μικρές και μεσαίες παραγωγικές επιχειρήσεις που έχουν απομείνει –κλασικό παράδειγμα οι μικροζυθοποιίες, που εσχάτως επέδειξαν μια νέα δυναμική, και τις οποίες η κυβέρνηση οδηγεί σε ασφυξία.
Δεύτερον, η κυριαρχία του κρατισμού μέσα στο κράτος διαστρέφει τον δημόσιό του χαρακτήρα, μπλοκάρει τη λειτουργία του και εξουδετερώνει τα παραγόμενα αποτελέσματα. Μεταστρέφει την ελληνική πολιτεία, από θεσμική έκφραση των εθνικών μας «κοινών», σε κράτος για τον εαυτό του.
Το αποτέλεσμα είναι να τροφοδοτείται μια αναπόφευκτη κοινωνική δυσαρέσκεια, στην οποία πλειοδοτεί ο νεοφιλελευθερισμός: Δεν είναι μόνον ο «Κούλης», όπως θέλει η κυβερνητική προπαγάνδα· είναι και η τεράστια διάχυση απόψεων τύπου Τζήμερου στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας, κατά πολύ μεγαλύτερη από τα σχεδόν μηδαμινά ποσοστά που αυτός πέτυχε στις εκλογικές αναμετρήσεις στις οποίες συμμετείχε.
Έτσι, το «φιάσκο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ», οι πολιτικές παροξυσμού του κρατισμού, απονομιμοποιούν ακόμα περισσότερο τον θεσμό του κράτους στα μάτια της κοινωνίας, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την ολοκληρωτική του κατεδάφιση. Ιδού ένας ακόμη λόγος για τον οποίο η παραμονή της παρούσας κυβέρνησης στην εξουσία υπονομεύει τη μελλοντική πορεία αυτής της χώρας.


Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr