Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016

Αμερικανικό τραμπολίνο

Του Προκόπη Μπίχτα


Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ σηματοδοτεί προσπάθεια αλλαγής στον τρόπο που, σήμερα, αναπαράγεται το αμερικανικό κεφάλαιο συνολικά και αποκατάστασης των ισορροπιών μεταξύ των διαφόρων μερίδων του αμερικανικού Α.Σ.Ε.

Ο ρόλος του αμερικανικού κράτους, όπως κάθε κράτους, είναι να διαχειρίζεται και να προωθεί τα συλλογικά συμφέροντα της αστικής τάξης. Αναπόφευκτα, κάθε φορά και ανάλογα με την εκάστοτε κυβέρνηση, κάποια μερίδα αυτής της τάξης ευνοείται περισσότερο από τις υπόλοιπες, όμως αυτή η «εύνοια» έχει όρια που απαγορεύουν την καταστροφή των υπόλοιπων μερίδων.
Ενδεικτικά, η δημιουργία μονοπωλίων σε μεγέθη που έθεταν σε κίνδυνο ολόκληρη την αμερικανική αστική τάξη λόγω της ισχύος τους, οδήγησε το αμερικανικό κράτος να ψηφίσει, το 1890, την νομοθεσία Σέρμαν περί Αντι-Τραστ και είναι ο βασικός νόμος στο αμερικανικό Δίκαιο κατά των περιορισμών του Ανταγωνισμού. Ο νόμος ψηφίστηκε ύστερα από την γιγάντωση της Standard Oil Company του Τζον. Ντ. Ροκεφέλερ που απειλούσε την καταστροφή πολλών μικρότερων πετρελαϊκών εταιριών και, ύστερα από πολύχρονο δικαστικό αγώνα, το αμερικανικό κράτος την ανάγκασε να «σπάσει» σε 34 κομμάτια. Την "Πράξη Σέρμαν", ακολούθησαν η "Πράξη Κλέιτον" (1914) και η "Πράξη Ρόμπσον και Πάτμαν" του 1936. Ύστερα από αυτές ακολούθησαν διάφορες άλλες νομοθετικές πράξεις στις αμερικανικές Πολιτείες, δημιουργώντας εθνικές νομοθεσίες περί προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού. Έτσι, το αμερικανικό κράτος έπαιξε τον ρόλο του σαν συλλογικός καπιταλιστής, εναντίον ελάχιστων εταιριών που απειλούσαν έναν ολόκληρο κλάδο.

Η παγκόσμια πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους που είναι αποτέλεσμα της αντικειμενικής και αξεπέραστης δυσκολίας της παραπέρα ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, έχει επιφέρει μαζική μετακίνηση κεφαλαίων από τους παραγωγικούς τομείς στον τραπεζικό. Αυτό που έχει συμβεί παγκόσμια, έχει συμβεί και στις ΗΠΑ. Σαν συνέπεια, ο τραπεζικός τομέας έχει γιγαντωθεί, μαζί με ένα μικρό αριθμό μονοπωλίων που έχει στενά συνυφασμένα συμφέροντα με αυτόν και κατάφερε να αναδείξει κυβερνήσεις που προωθούσαν τα ιδιαίτερα συμφέροντά του τόσο στην εσωτερική πολιτική του αμερικανικού κράτους, όσο και στην εξωτερική.

Ο χρηματοπιστωτικός τομέας δεν παράγει αξία και τα κέρδη του προέρχονται αποκλειστικά από την ιδιοποίηση μέρους τις αξίας που παράγεται στον πρωτογενή και τον δευτερογενή τομέα μέσω της πολιτικής των επιτοκίων, του τρόπου και των όρων χορήγησης επιχειρηματικών δανείων κ.λπ. Οι παραγωγικοί τομείς το δέχονται, αλλά μόνο στον βαθμό που οι τράπεζες τους εξυπηρετούν.
Όμως, με την γιγάντωση του τραπεζικού συστήματος, το ποσοστό της ιδιοποίησης κερδών από αυτό έχει ξεπεράσει τις αντοχές των παραγωγικών τομέων και ο τραπεζικός τομέας-Λεβιάθαν έχει φέρει σε δύσκολη θέση την υπόλοιπη αμερικανική αστική τάξη. Η γιγάντωσή του που αυξάνεται με την δημοσιονομική και συναλλαγματική πολιτική, με την πολιτική των «παραγώγων», την πολιτική των επιτοκίων, με συμφωνίες τύπου ΤΤΙΡ, CETA κ.λπ., συντελεί στην αύξηση των τραπεζικών κερδών και, αντιθετικά, στην επιταχυνόμενη πτώση του μέσου ποσοστού κέρδους στο σύνολο της αμερικανικής βιομηχανίας και του αγροτικού τομέα, παρά την αύξηση του όγκου των κερδών. Δηλαδή τους οδηγεί στην καταστροφή. Αυτή η μεγέθυνση του τραπεζικού τομέα έχει ανατρέψει τις ισορροπίες στο εσωτερικό του αμερικανικού κράτους, απειλεί την ικανότητα του κεφαλαίου να λειτουργεί με βάση τον οικονομικοκοινωνικό χαρακτήρα του και τείνει να μετατρέψει τον ρόλο του κράτους από συλλογικό εκφραστή της αστικής τάξης συνολικά, σε εκφραστή μόνο μιας μερίδας της.
Μια άλλη συνέπεια της κυριαρχίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος μέσα στο αμερικανικό κράτος είναι η χρεοκοπία ολόκληρων πόλεων όπως του Ντητρόιτ και πλούσιων πολιτειών όπως της Καλιφόρνια. Επίσης, η πολιτική των τραπεζών, εκτός από την βιομηχανική και αγροτική παραγωγή, καταστρέφει και την μεσαία τάξη η οποία, παραδοσιακά στηρίζει τις αξίες του «αμερικάνικου ονείρου» και το αμερικανικό πολιτικό και κοινωνικό σύστημα. Η μεσαία τάξη είναι το ισχυρός συνεκτικός παράγοντας στήριξης της αμερικανικής κοινωνίας, η οποία είναι πολυπολιτισμική και έχει την χαλαρότερη κοινωνική συνοχή από οποιαδήποτε χώρα του δυτικού κόσμου, με αυξημένο αίσθημα ρατσισμού και αντιλήψεων ομαδοποίησης και γκέτο. Είναι προφανές ότι η ανεξέλεγκτη και μονομερής δράση του χρηματικού κεφαλαίου απειλεί ακόμα και την ύπαρξη της καπιταλιστικής Αμερικής.

Η οικονομία των ΗΠΑ βρίσκεται σε βαθιά κρίση που εκφράστηκε με την χρεοκοπία της LEHMAN BROTHERS το 2008 και δεν έχει ξεπεραστεί. Η δραματική κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας επιτείνεται από τον ανταγωνισμό άλλων χωρών, την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και την τυχοδιωκτική και αποτυχημένη εξωτερική πολιτική του αμερικανικού κράτους, που έχει καταφέρει να χάσει το 70% της ισχύος που είχε όταν έληξε ο Β’ Π.Π. και να αποστερηθεί σχεδόν από όλους τους συμμάχους του σε όλο τον κόσμο.
Η οικονομική κρίση, η ανάδειξη του γερμανικού κεφαλαίου σε κυρίαρχη δύναμη στην Ευρώπη και οι φιλοδοξίες του για παγκόσμια επέκταση, η ενδυνάμωση της Ρωσίας, της Κίνας, της Ινδίας, η ανάδυση των BRICKS, η αδιέξοδη αντιπαράθεση με όλους, η αποτυχία των σχεδίων σε Μέση Ανατολή, βόρειο Αφρική και Βαλκάνια αναγκάζουν το αμερικανικό κράτος σε συνολική αλλαγή πλεύσης.
Αυτό που θα προσπαθήσει ο Τραμπ είναι να αποκαταστήσει τις ισορροπίες μεταξύ του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της παραγωγικής βάσης των ΗΠΑ μέσα στο αμερικανικό κράτος, να δώσει στην βιομηχανία και τον αγροτικό τομέα τα κέρδη που «πρέπει να έχουν» και, ταυτόχρονα, να κλείσει μια σειρά μέτωπα ή, έστω, να μειώσει την ένταση τους εξομαλύνοντας τις σχέσεις της Αμερικής με μια σειρά χώρες, τουλάχιστον πρόσκαιρα. Την ίδια στιγμή θα προσπαθήσει να χτυπήσει την εχθρική Γερμανία που κυριαρχεί στην Ε.Ε μέσω του ευρώ και των φιλικών της κυβερνήσεων, έτσι ώστε το δολάριο να απαλλαγεί από νομισματικές πιέσεις και τα αμερικανικά κεφάλαια από νομοθετημένους περιορισμούς.

Στις τελευταίες αμερικανικές εκλογές συγκρούστηκαν για την κυριαρχία το χρηματικό κεφάλαιο (σε διάκριση από το χρηματιστικό), που υπηρετεί η Κλίντον και ο ρόλος του κεφαλαίου συνολικά, που υπηρετεί ο Τραμπ. Η σύγκρουση είναι σκληρότατη και δεν έχει τελειώσει ακόμα, όπως δείχνουν οι οργανωμένες διαδηλώσεις που ξεσπούν στις ΗΠΑ.

Ο Τραμπ είναι εχθρός της παγκοσμιοποίησης  μόνο εφ’όσον αυτή εξυπηρετεί αποκλειστικά το χρηματοπιστωτικό σύστημα και άλλες χώρες, όπως η Γερμανία. Ταυτόχρονα, βλέπει ότι οι ΗΠΑ έχουν χάσει το παιγνίδι της παγκόσμιας κυριαρχίας, έχουν υποβιβαστεί στο ρόλο του balance holder και, αυτή την στιγμή, δεν μπορεί να επικρατήσει μια αμερικανική παγκοσμιοποίηση. Δεν είναι φίλος των λαών περισσότερο από ότι είναι η Κλίντον. Δεν είναι καθαρές οι συνέπειες που θα έχει για την Ελλάδα η εξωτερική πολιτική του και δεν είναι λογικό να ελπίζει οποιοσδήποτε σε ένα σωτήρα. 

Η μόνη λύση για την Ελλάδα και τον λαό της είναι να επιτευχθεί η δημιουργία ενός πλατειού μετώπου της κοινωνικής αριστεράς με στόχους την έξοδο από την ευρωζώνη, την δημιουργία εθνικού νομίσματος, την μονομερή διαγραφή ολόκληρου του δημόσιου χρέους, την πλήρη σεισάχθεια στα ιδιωτικά χρέη. Σε κάθε διαφορετική περίπτωση είτε με Τραμπ, είτε με Κλίντον, είτε με Πούτιν, είτε με θεό, είτε με διάβολο, η καταστροφή είναι σίγουρη.

Ανάρτηση από: http://www.stontoixo.com