Του Ρούντι Ρινάλντι
Η φινλανδοποίηση πιο κοντά παρα ποτέ – Η επίσκεψη Ερντογάν και ο άκρατος τυχοδιωκτισμός της ομάδας Τσίπρα.
Ο χειρισμός της επίσκεψης Ερντογάν φέρνει στην επιφάνεια πολλά στοιχεία μιας συγκεκριμένης αντίληψης που ο Αλ. Τσίπρας και το επιτελείο του Μαξίμου έχουν για την πολιτική. Η αντίληψη αυτή αποδεικνύεται εκ των αποτελεσμάτων πόσο επικίνδυνη και ζημιογόνα είναι. Δεν πρόκειται απλώς για άγνοια (Ιστορίας και κινδύνου), ούτε μόνο για αυταπάτες και ψευδαισθήσεις. Πρόκειται για δομικό στοιχείο, για το οποίο όσο κι αν ψάξει κανείς δεν θα βρει λέξη πιο κοντινή στην πραγματικότητα από τη λέξη «τυχοδιωκτισμός». Τόσο ως πολιτική ουσία όσο και ως συμπεριφορά.
Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, η πολιτική είναι απλώς επικοινωνία, πόζες, λόγια ή υποσχέσεις που στη συνέχεια αθετούνται. Όταν αυτή εκδηλώνεται σε θέματα εξωτερικής πολιτικής ή εθνικά ζητήματα –εκεί δηλαδή που μετρά η ισχύς και εύκολα «κοστολογείται» ο καθένας– τότε οι ήττες και τα στριμώγματα είναι κορυφαία και πολλαπλά επιζήμια για τη χώρα.
Κάποιοι νομίζουν ότι ο Τσίπρας απάντησε στον Ερντογάν και μάλιστα τον έβαλε στην θέση του. Ξεχνούν ότι ο Τσίπρας «τα είχε πει» και στη Μέρκελ για τις αποζημιώσεις και είχε ορθώσει κάποιες αντιρρήσεις, για να μετατραπεί τελικά σε έναν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της. Της «τα είχε πει» τότε, όπως και τώρα «τα είπε» στον Ερντογάν, αλλά στην εξωτερική πολιτική και σε όλα τα κορυφαία θέματα, μετράνε άλλα πράγματα πέρα από τα λόγια και τις φανφάρες.
Ο Τσίπρας και το επιτελείο που είναι υπεύθυνο για την εξωτερική πολιτική, νόμισαν ότι μπορούν να περάσουν ανώδυνα μια επίσκεψη του Ερντογάν. Θέλησαν να τη διαχειριστούν στο πλαίσιο μιας επικοινωνιακής πολιτικής και μιας εικόνας αβρότητας με τη γείτονα χώρα. Ακόμα κι αν εκτελούσαν κάποια παραγγελία άλλων, θα έπρεπε να ήσαν πολύ πιο προσεκτικοί. Δεν εκτίμησαν την πρωτοφανή επιθετικότητα με την οποία ο Ερντογάν θα επιδείκνυε την ισχύ του και επί ελληνικού εδάφους. Αυτή όμως δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Προκύπτει από τη στρατηγική ανάδειξης της Τουρκίας σε περιφερειακή μεγαλοκρατική δύναμη που έχει λόγο σε ολόκληρη την περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής με επεκτατικές αξιώσεις σε Αιγαίο, Κύπρο και Θράκη.
Όσο κι αν ψάχνουν οι εγχώριοι υπεύθυνοι, δεν μπορούν να βρουν ούτε ένα θετικό στοιχείο από την επίσκεψη Ερντογάν. Κατάφεραν μάλιστα αυτό που εκείνος προσδοκούσε Να τεθεί δηλαδή με τον πιο επίσημο τρόπο και «εντός έδρας» ολόκληρη η ατζέντα και οι διεκδικήσεις Ερντογάν, δημιουργώντας κεκτημένο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Έτσι, από εκεί που θα συζητούσαμε αποκλειστικά για το θέμα της υφαλοκρηπίδας των νησιών και τίποτα άλλο (1974), έχουμε συρθεί στο σημείο να πρέπει να συζητούμε όλες τις αξιώσεις του τούρκικου επεκτατισμού σε βάρος της εθνικής κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας.
Ο Τσίπρας και το επιτελείο του, είναι υπόλογοι για την ανεύθυνη πολιτική που εφαρμόζουν παίζοντας με την φωτιά και αποδεχόμενοι την επιθυμία του Ερντογάν να επισκεφθεί την Αθήνα χωρίς να μπορέσουν να εκτιμήσουν τις προθέσεις και την πολιτική του. Πρόκειται για αυτοεγκλωβισμό σε μια πολιτική εικόνας τη στιγμή που χρειάζεται πολιτική ουσίας και αποτελεσματικότητας απέναντι σε έναν γείτονα με δεδομένες προθέσεις και στρατηγική.
Είναι ακόμα περισσότερο υπόλογοι και υπεύθυνοι για την ελαφρότητα που επιδεικνύουν, από τη στιγμή που ο Ερντογάν διατύπωσε καθαρά την πολιτική του από πριν, στη συνέντευξή του στον Αλ. Παπαχελά. Αυτή, μεταδόθηκε την παραμονή της επίσκεψης αλλά είχε δοθεί πιο πριν. Το ταξίδι Ερντογάν ξεκίνησε στην πραγματικότητα με τη συνέντευξη και την πλήρη οριοθέτηση από πλευράς του των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Αντίδραση από ελληνικής πλευράς, δεν υπήρξε.
Ο Ερντογάν έθεσε ξανά τα θέματα γύρω από τη συνθήκη της Λωζάννης, επικεντρώνοντας στο ζήτημα της Θράκης. Προκύπτει ένα ερώτημα: Αν ο Ερντογάν ήθελε –όπως υποστήριζαν την προηγούμενη βδομάδα όλοι οι κύκλοι στο εσωτερικό– τόσο πολύ ένα ταξίδι σε δυτική χώρα επειδή είναι πολύ στριμωγμένος διεθνώς, τότε γιατί δεν αποκλείστηκε η επίσκεψη στη Θράκη; Την έχουν επισκεφθεί τόσο ο τούρκος πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Εξωτερικών μέσα σε ένα χρόνο, δεν είναι αυτό αρκετό; Δεν είναι γνωστή η δράση του τουρκικού προξενείου στην περιοχή; Δεν είναι γνωστό ότι η τουρκική πολιτική χειρίζεται ιδιαίτερα τα ζητήματα των πληθυσμών στην επεκτατική της πολιτική;
Το πώς σύρθηκε η κυβέρνηση σε μια μεγάλης σημασίας ήττα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις θα φανεί από τις λεπτομέρειες που ήδη διαρρέουν. Ο Ερντογάν ζητούσε επίσημη επίσκεψη, από την Αθήνα καθυστερούσαν να την κανονίσουν. Απείλησε να πάει στη Θράκη και τότε του όρισαν ημερομηνίες. Έστησε στη συνέχεια τη συνέντευξη για την παραμονή, ήρθε, τα ξαναείπε και πήγε σαν «ελευθερωτής» στη Θράκη. Η ελληνική πλευρά ψέλλισε κάτι για σωστές ερμηνείες και εκσυγχρονισμό και φαίνεται ότι έχει συρθεί στην αποδοχή συνομιλιών για όλα τα θέματα. Η φινλανδοποίηση είναι εδώ και την πέτυχε η συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – Καμμένου – ΝΔ και η αφασία της υπόλοιπης αριστεράς. Τα λογύδρια Παυλόπουλου και Τσίπρα περί απόκρουσης των προκλήσεων είναι απλώς για εσωτερική κατανάλωση.
Το φιάσκο της τυχοδιωκτικής επικοινωνιακής πολιτικής πολυπραγμοσύνης άνευ ουσίας από μεριάς Τσίπρα και υπουργείου Εξωτερικών, οδηγεί αντικειμενικά σε όξυνση των σχέσεων με την Τουρκία σε μια ιδιαίτερη, από γεωπολιτική άποψη, στιγμή στην ευρύτερη περιοχή. Και μόνο γι αυτό, καταρρέουν σαν τραπουλόχαρτα όλα τα ρητορικά σχήματα που χρησιμοποιεί η ελληνική πλευρά («Ευρωπαϊκή προοπτική για την Τουρκία», «νέο κεφάλαιο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις που δεν θα βασίζεται στην αμοιβαία καχυποψία», «ιστορική επίσκεψη μετά από 65 χρόνια» κ.λπ.).
Οι μετρημένες αποστάσεις που πήραν ΗΠΑ και Ευρώπη από τις δηλώσεις Ερντογάν στην Αθήνα, φυσικά δεν ήρθαν σαν αποτέλεσμα της ικανότητας των κυβερνόντων. Σχετίζονται με το γεγονός ότι θέλουν να βάλουν ένα φρένο στην ορμή του Ερντογάν και να του ασκήσουν κάποια πίεση, δείγμα ότι τον υπολογίζουν ως σημαντικό περιφερειακό παίκτη.
Όσο για τις πτέρυγες της –πέραν της κατ’ όνομα κυβερνητικής– Αριστεράς, για αυτές δεν φαίνεται να υπάρχει ιδιαίτερο ζήτημα. Έτσι, η επίσκεψη Ερντογάν δεν πολυαπασχόλησε. Για την πλειοψηφία αυτού του χώρου, υπάρχει μόνο το κεφάλαιο και η κερδοφορία του, οι αστικές τάξεις και ο ιμπεριαλισμός Ελλάδας και Τουρκίας. Ο κίνδυνος από τον τούρκικο επεκτατισμό υποτιμάται εντελώς και επιδεικνύεται μεγάλη αδιαφορία για τα εθνικά θέματα. Αδιαφορία που εκχωρεί ένα ζωτικής σημασία ζήτημα σε δεξιούς και ακροδεξιούς κύκλους.
Ανάρτηση από: https://www.e-dromos.gr
Η φινλανδοποίηση πιο κοντά παρα ποτέ – Η επίσκεψη Ερντογάν και ο άκρατος τυχοδιωκτισμός της ομάδας Τσίπρα.
Ο χειρισμός της επίσκεψης Ερντογάν φέρνει στην επιφάνεια πολλά στοιχεία μιας συγκεκριμένης αντίληψης που ο Αλ. Τσίπρας και το επιτελείο του Μαξίμου έχουν για την πολιτική. Η αντίληψη αυτή αποδεικνύεται εκ των αποτελεσμάτων πόσο επικίνδυνη και ζημιογόνα είναι. Δεν πρόκειται απλώς για άγνοια (Ιστορίας και κινδύνου), ούτε μόνο για αυταπάτες και ψευδαισθήσεις. Πρόκειται για δομικό στοιχείο, για το οποίο όσο κι αν ψάξει κανείς δεν θα βρει λέξη πιο κοντινή στην πραγματικότητα από τη λέξη «τυχοδιωκτισμός». Τόσο ως πολιτική ουσία όσο και ως συμπεριφορά.
Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, η πολιτική είναι απλώς επικοινωνία, πόζες, λόγια ή υποσχέσεις που στη συνέχεια αθετούνται. Όταν αυτή εκδηλώνεται σε θέματα εξωτερικής πολιτικής ή εθνικά ζητήματα –εκεί δηλαδή που μετρά η ισχύς και εύκολα «κοστολογείται» ο καθένας– τότε οι ήττες και τα στριμώγματα είναι κορυφαία και πολλαπλά επιζήμια για τη χώρα.
Κάποιοι νομίζουν ότι ο Τσίπρας απάντησε στον Ερντογάν και μάλιστα τον έβαλε στην θέση του. Ξεχνούν ότι ο Τσίπρας «τα είχε πει» και στη Μέρκελ για τις αποζημιώσεις και είχε ορθώσει κάποιες αντιρρήσεις, για να μετατραπεί τελικά σε έναν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της. Της «τα είχε πει» τότε, όπως και τώρα «τα είπε» στον Ερντογάν, αλλά στην εξωτερική πολιτική και σε όλα τα κορυφαία θέματα, μετράνε άλλα πράγματα πέρα από τα λόγια και τις φανφάρες.
Επιβολή της ατζέντας
Ο Τσίπρας και το επιτελείο που είναι υπεύθυνο για την εξωτερική πολιτική, νόμισαν ότι μπορούν να περάσουν ανώδυνα μια επίσκεψη του Ερντογάν. Θέλησαν να τη διαχειριστούν στο πλαίσιο μιας επικοινωνιακής πολιτικής και μιας εικόνας αβρότητας με τη γείτονα χώρα. Ακόμα κι αν εκτελούσαν κάποια παραγγελία άλλων, θα έπρεπε να ήσαν πολύ πιο προσεκτικοί. Δεν εκτίμησαν την πρωτοφανή επιθετικότητα με την οποία ο Ερντογάν θα επιδείκνυε την ισχύ του και επί ελληνικού εδάφους. Αυτή όμως δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Προκύπτει από τη στρατηγική ανάδειξης της Τουρκίας σε περιφερειακή μεγαλοκρατική δύναμη που έχει λόγο σε ολόκληρη την περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής με επεκτατικές αξιώσεις σε Αιγαίο, Κύπρο και Θράκη.
Όσο κι αν ψάχνουν οι εγχώριοι υπεύθυνοι, δεν μπορούν να βρουν ούτε ένα θετικό στοιχείο από την επίσκεψη Ερντογάν. Κατάφεραν μάλιστα αυτό που εκείνος προσδοκούσε Να τεθεί δηλαδή με τον πιο επίσημο τρόπο και «εντός έδρας» ολόκληρη η ατζέντα και οι διεκδικήσεις Ερντογάν, δημιουργώντας κεκτημένο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Έτσι, από εκεί που θα συζητούσαμε αποκλειστικά για το θέμα της υφαλοκρηπίδας των νησιών και τίποτα άλλο (1974), έχουμε συρθεί στο σημείο να πρέπει να συζητούμε όλες τις αξιώσεις του τούρκικου επεκτατισμού σε βάρος της εθνικής κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας.
Ο Τσίπρας και το επιτελείο του, είναι υπόλογοι για την ανεύθυνη πολιτική που εφαρμόζουν παίζοντας με την φωτιά και αποδεχόμενοι την επιθυμία του Ερντογάν να επισκεφθεί την Αθήνα χωρίς να μπορέσουν να εκτιμήσουν τις προθέσεις και την πολιτική του. Πρόκειται για αυτοεγκλωβισμό σε μια πολιτική εικόνας τη στιγμή που χρειάζεται πολιτική ουσίας και αποτελεσματικότητας απέναντι σε έναν γείτονα με δεδομένες προθέσεις και στρατηγική.
Είναι ακόμα περισσότερο υπόλογοι και υπεύθυνοι για την ελαφρότητα που επιδεικνύουν, από τη στιγμή που ο Ερντογάν διατύπωσε καθαρά την πολιτική του από πριν, στη συνέντευξή του στον Αλ. Παπαχελά. Αυτή, μεταδόθηκε την παραμονή της επίσκεψης αλλά είχε δοθεί πιο πριν. Το ταξίδι Ερντογάν ξεκίνησε στην πραγματικότητα με τη συνέντευξη και την πλήρη οριοθέτηση από πλευράς του των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Αντίδραση από ελληνικής πλευράς, δεν υπήρξε.
Πώς έφτασαν στο φιάσκο
Ο Ερντογάν έθεσε ξανά τα θέματα γύρω από τη συνθήκη της Λωζάννης, επικεντρώνοντας στο ζήτημα της Θράκης. Προκύπτει ένα ερώτημα: Αν ο Ερντογάν ήθελε –όπως υποστήριζαν την προηγούμενη βδομάδα όλοι οι κύκλοι στο εσωτερικό– τόσο πολύ ένα ταξίδι σε δυτική χώρα επειδή είναι πολύ στριμωγμένος διεθνώς, τότε γιατί δεν αποκλείστηκε η επίσκεψη στη Θράκη; Την έχουν επισκεφθεί τόσο ο τούρκος πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Εξωτερικών μέσα σε ένα χρόνο, δεν είναι αυτό αρκετό; Δεν είναι γνωστή η δράση του τουρκικού προξενείου στην περιοχή; Δεν είναι γνωστό ότι η τουρκική πολιτική χειρίζεται ιδιαίτερα τα ζητήματα των πληθυσμών στην επεκτατική της πολιτική;
Το πώς σύρθηκε η κυβέρνηση σε μια μεγάλης σημασίας ήττα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις θα φανεί από τις λεπτομέρειες που ήδη διαρρέουν. Ο Ερντογάν ζητούσε επίσημη επίσκεψη, από την Αθήνα καθυστερούσαν να την κανονίσουν. Απείλησε να πάει στη Θράκη και τότε του όρισαν ημερομηνίες. Έστησε στη συνέχεια τη συνέντευξη για την παραμονή, ήρθε, τα ξαναείπε και πήγε σαν «ελευθερωτής» στη Θράκη. Η ελληνική πλευρά ψέλλισε κάτι για σωστές ερμηνείες και εκσυγχρονισμό και φαίνεται ότι έχει συρθεί στην αποδοχή συνομιλιών για όλα τα θέματα. Η φινλανδοποίηση είναι εδώ και την πέτυχε η συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – Καμμένου – ΝΔ και η αφασία της υπόλοιπης αριστεράς. Τα λογύδρια Παυλόπουλου και Τσίπρα περί απόκρουσης των προκλήσεων είναι απλώς για εσωτερική κατανάλωση.
Το φιάσκο της τυχοδιωκτικής επικοινωνιακής πολιτικής πολυπραγμοσύνης άνευ ουσίας από μεριάς Τσίπρα και υπουργείου Εξωτερικών, οδηγεί αντικειμενικά σε όξυνση των σχέσεων με την Τουρκία σε μια ιδιαίτερη, από γεωπολιτική άποψη, στιγμή στην ευρύτερη περιοχή. Και μόνο γι αυτό, καταρρέουν σαν τραπουλόχαρτα όλα τα ρητορικά σχήματα που χρησιμοποιεί η ελληνική πλευρά («Ευρωπαϊκή προοπτική για την Τουρκία», «νέο κεφάλαιο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις που δεν θα βασίζεται στην αμοιβαία καχυποψία», «ιστορική επίσκεψη μετά από 65 χρόνια» κ.λπ.).
Οι μετρημένες αποστάσεις που πήραν ΗΠΑ και Ευρώπη από τις δηλώσεις Ερντογάν στην Αθήνα, φυσικά δεν ήρθαν σαν αποτέλεσμα της ικανότητας των κυβερνόντων. Σχετίζονται με το γεγονός ότι θέλουν να βάλουν ένα φρένο στην ορμή του Ερντογάν και να του ασκήσουν κάποια πίεση, δείγμα ότι τον υπολογίζουν ως σημαντικό περιφερειακό παίκτη.
Πέρα βρέχει η Αριστερά
Όσο για τις πτέρυγες της –πέραν της κατ’ όνομα κυβερνητικής– Αριστεράς, για αυτές δεν φαίνεται να υπάρχει ιδιαίτερο ζήτημα. Έτσι, η επίσκεψη Ερντογάν δεν πολυαπασχόλησε. Για την πλειοψηφία αυτού του χώρου, υπάρχει μόνο το κεφάλαιο και η κερδοφορία του, οι αστικές τάξεις και ο ιμπεριαλισμός Ελλάδας και Τουρκίας. Ο κίνδυνος από τον τούρκικο επεκτατισμό υποτιμάται εντελώς και επιδεικνύεται μεγάλη αδιαφορία για τα εθνικά θέματα. Αδιαφορία που εκχωρεί ένα ζωτικής σημασία ζήτημα σε δεξιούς και ακροδεξιούς κύκλους.
Ανάρτηση από: https://www.e-dromos.gr