Παρασκευή 11 Απριλίου 2014

Η ήττα της σοσιαλδημοκρατίας

Και η μεταβολή της σε πρωτοπόρο του νεοφιλελευθερισμού

Του Σπύρου Βαζούρα 

Πολλά έχουν ειπωθεί και πολύ μελάνι έχει χυθεί σε αναλύσεις για την «εσωτερική» εκδοχή της ελληνικής κρίσης. Μια ιδιότυπη συμμαχία τραπεζιτών και κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών, χρηματιστών, επιδοτούμενων ΜΚΟ, φοροφυγάδων, «golden boys» και διεφθαρμένου πολιτικού προσωπικού ιδιοποιήθηκαν άμεσα ή έμμεσα, συγκαλυμμένα ή απροκάλυπτα τον δημόσιο πλούτο. Την ίδια περίοδο η πολιτική ελίτ της χώρας, δίνοντας κάλυψη ή ανοχή στη λεηλασία αυτή, παρείχε έναν επίπλαστο αντικατοπτρισμό γενικευμένης ευημερίας σε υπολογίσιμες διαστρωματώσεις της ελληνικής κοινωνίας. Παράλληλα, τη δική τους συνεισφορά διεκδικούν, η ιδιομορφία του ελληνικού μοντέλου ανάπτυξης και παραγωγής, το μορφωτικό έλλειμμα της πολιτικής ελίτ της χώρας, η υποχώρηση της πολιτικής και η ασύμμετρη εκχώρηση εξουσιών σε οικονομικούς και επιχειρηματικούς κύκλους, η μετατροπή της Δημοκρατίας μας από συμμετοχικής σε τηλεοπτικής, το πελατειακό σύστημα πολιτικής διακυβέρνησης, οι συντεχνιακές αντιλήψεις, οι παθογένειες του μεταπολιτευτικού κύκλου κ.α.
Από την άλλη πλευρά, για τη συστημική κρίση των οικονομιών της νότιας ευρωζώνης (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία) βασικό στοιχείο πολιτικού προβληματισμού αποτελεί η στάση  και ο ρόλος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και οι στρατηγικές της επιλογές μετά την πτώση του Τείχους και την κατάρρευση του σοβιετικού μοντέλου.
Ο κεντρικός πυρήνας της σοσιαλδημοκρατίας περιέχει τη βασική θέση ότι το καπιταλιστικό σύστημα είναι ένα –ενδογενώς– προβληματικό σύστημα που στηρίζεται στην ελευθερία των βασικών αγορών του χρήματος, της εργασίας και των ακινήτων. Δημιουργεί ενδογενείς κρίσεις όταν αφεθεί ανεξέλεγκτο προς κερδοσκοπία π.χ. η διάθεση χρήματος από τις τράπεζες, η εργασία αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα, η στέγη και η γη χτίζουν χρηματο-οικονομικές πυραμίδες. Αποτέλεσμα αυτών των ενδογενών κρίσεων είναι οι περίοδοι αυξημένης ανεργίας, φτώχειας, όξυνσης κοινωνικών ανισοτήτων.
Με κεντρική επιλογή τη χρήση των αστικο-δημοκρατικών θεσμών (εκλογές, κοινοβούλιο, κυβέρνηση) για την πολιτική της δράση, η σοσιαλδημοκρατία αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση με στόχο την επιβολή κανόνων και ελέγχου ώστε να σταθεροποιήσει το οικονομικό σύστημα και ιδίως τις αγορές του χρήματος, της εργασίας και των ακινήτων, να «ισορροπήσει» την κοινωνία, να φορολογήσει το κεφάλαιο για τη δημιουργία και τη χρηματοδότηση ενός ισχυρού δημόσιου προστατευτικού δικτύου υγείας, πρόνοιας, περίθαλψης, παιδείας, ασφάλισης για τις ασθενέστερες τάξεις.
Στη μεταπολεμική περίοδο, η σοσιαλδημοκρατία σε ευρωπαϊκό επίπεδο επιτυγχάνει, εφαρμόζοντας μια πολιτική αναδιανομής του πλούτου και περιορισμού των τριών προβληματικών αγορών χρήματος –εργασίας– ακινήτων, να δημιουργήσει αυτό που ιστορικά ονομάσθηκε κοινωνικό κράτος. Αποκτώντας και την ιδεολογική ηγεμονία, καταφέρνει να κάνει ευρύτερα αποδεκτό το σοσιαλδημοκρατικό πλαίσιο πολιτικής συζήτησης, διεκδικήσεων και προτεραιοτήτων.
Έχοντας την εμπειρία του κραχ του 1929 και υιοθετώντας περιοριστικούς όρους για τις τράπεζες, ώστε να μη δημιουργούν παγκόσμιες φούσκες, η σοσιαλδημοκρατία, αξιοποιώντας και το αντίπαλο σοβιετικό δέος, αντιμετωπίζει με επιτυχία επιμέρους κρίσεις και διατηρεί την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία μέχρι και τη δεκαετία του 1980. Η σταδιακή ανάδυση του νεοφιλελευθερισμού (Βρετανία, ΗΠΑ), αλλά πολύ περισσότερο η κατάρρευση του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού και του σοβιετικού μοντέλου ανάπτυξης, οδηγούν τη σοσιαλδημοκρατία σε δυσχερή θέση και μπροστά σε κρίσιμες επιλογές στρατηγικού χαρακτήρα. Στη φάση αυτών των κρίσιμων ιστορικών επιλογών (δεκαετία του 1990), η σοσιαλδημοκρατία φαίνεται άτυχη, αφού στερείται ηγετικών φυσιογνωμιών πολιτικής εκπροσώπησης ενός Μπραντ (Γερμανία), ενός Πάλμε (Σουηδία) κ.ά.
Οι σοσιαλδημοκράτες επιλέγουν, τότε, μια συμμαχία με το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και, βέβαια, τις καλές προσωπικές σχέσεις με τους τραπεζίτες και τους χρηματιστές. Προσβλέπουν στους ποταμούς χρήματος που «δημιουργούν» οι τράπεζες και το χρηματοπιστωτικό σύστημα μετά τη σταδιακή τους απελευθέρωση από τα κρατικά δεσμά για να χρηματοδοτήσουν το κράτος πρόνοιας. Έτσι, όμως, αφήνουν ανεξέλεγκτους βαθμούς ελευθερίας στις αγορές. Η ιδεολογική και πολιτική αυτή στροφή υλοποιείται από τους Εργατικούς στη Βρετανία, το SPD στη Γερμανία, το ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα, το ισπανικό PSOE, τους Γάλλους σοσιαλιστές και την ιταλική κεντροαριστερά.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι σοσιαλδημοκράτες μετατρέπονται, ανιστόρητα, σε πρωτοπόρους του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης των αγορών. Αγνοούν την ιστορική πείρα της ίδιας της σοσιαλδημοκρατίας, πως οι αγορές χρήματος – εργασίας– ακινήτων, αν αφεθούν ελεύθερες, δημιουργούν οικονομικές κρίσεις και κοινωνική βαρβαρότητα. Στον βωμό των καλών σχέσεων με τους ανθρώπους των χρηματαγορών και του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αποτελούν τον πιο ισχυρό πολιτικό μοχλό της νεοφιλελεύθερης παλινόρθωσης. Έχοντας απολέσει τα ηθικά και πολιτικά πλεονεκτήματά τους, χάνουν και την εμπιστοσύνη των δυνάμεων της εργασίας και των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων.
Στην Ελλάδα είναι η περίοδος του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, που αποτελεί τη κορωνίδα της νεοφιλελεύθερης και εθνομηδενιστικής στροφής του, της οριστικής ιδεολογικής και πολιτικής του μετάλλαξης. Είναι η περίοδος των Ιμίων, της υπόθεσης Οτσαλάν, του Χρηματιστηρίου, του σχεδίου Ανάν, των Ολυμπιακών Αγώνων. Είναι μια διαδρομή με τη γνωστή σημερινή της κατάληξη, την πολιτική του εξαφάνιση, αφού πρώτα σπατάλησε «ανεπαίσχυντα» το πολιτικό και κοινωνικό απόθεμα που του πρόσφερε απλόχερα η Ιστορία.

* εκπαιδευτικού Π.Ε., 4ο Δ/Σ Λιβαδειάς
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr