Του Πέτρου Τσαγκάρη
Ανάρτηση από: http://rproject.gr
«Κανένας φόρος δεν επιβάλλεται όταν δεν αποβλέπει σε δημόσια ωφέλεια. Όλοι οι πολίτες έχουν δικαίωμα να συνεργάζονται στον προσδιορισμό των φόρων, να επιβλέπουν τη χρήση τους και να ελέγχουν τη διαχείρισή τους». Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, της Γαλλικής Επανάστασης, 220 χρόνια πριν
«Κανένας πρίγκιπας της Πρωσίας, κανένας Μπράντενμπουργκ και Βράνγκελ δεν παράγει ψωμί για το στρατό. Είστε εσείς που παράγετε ακόμη και το ψωμί για το στρατό… Κάντε τον εχθρό να πεινάσει και αρνηθείτε να πληρώσετε φόρους! Τίποτα δεν είναι πιο ανόητο από το να προμηθεύουμε μια προδοτική κυβέρνηση με τα μέσα να πολεμήσει το έθνος, και το μέσο όλων των μέσων είναι το χρήμα».
Το νέο χαράτσι στα σπίτια, ο διαβόητος ΕΝΦΙΑ, ήρθε να προστεθεί σε ένα εξαιρετικά άδικο και απόλυτα ταξικό φορολογικό σύστημα που έχουν επιβάλει οι μνημονιακές δυνάμεις. Ασφαλώς και προηγουμένως η φορολογία ήταν ταξική: η άρχουσα τάξη –με προεξάρχοντες τους εφοπλιστές και τους τραπεζίτες– είχαν πληθώρα φοροελαφρύνσεων και κυρίως πληθώρα φοροαπαλλαγών, γι’ αυτό και τα δημόσια έσοδα στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες της ΕΕ, προέρχονταν σε πολύ μεγάλο ποσοστό από τους έμμεσους φόρους –δηλ. από φόρους που καταβάλλονται από όλους το ίδιο, ανεξάρτητα από το εισόδημα και την περιουσία (ΦΠΑ, τέλη στα τσιγάρα και τα ποτά κ.λπ.)– κι όχι από τους άμεσους φόρους.
Ωστόσο τώρα οι μνημονιακές δυνάμεις έχουν στοχοποιήσει περαιτέρω τις καταπιεζόμενες τάξεις με τα φορολογικά τους μέτρα, σε βαθμό που πιθανά δεν είχαν κάνει ούτε προηγούμενα κοινωνικά συστήματα όπως η Βυζαντινή και η Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Άμεσοι φόροι
Στο επίπεδο της άμεσης φορολογίας οι αντιμεταρρυθμίσεις είναι πέρα από κραυγαλέες: α) Κατάργηση αφορολόγητου για τους φτωχούς. β) Επιπλέον βαριά φορολόγηση για όσους φτωχούς δεν έχουν αποδείξεις (είναι προφανές ότι δεν έχουν αποδείξεις επειδή δεν έχουν ξοδέψει επειδή είναι φτωχοί –ακόμη κι αν φυλάνε τα λεφτά στο μαξιλάρι για την ώρα ανάγκης που πλησιάζει). γ) Κατάργηση της έκπτωσης των δαπανών για υγεία αν αυτές δεν ξεπερνούν το 5% του εισοδήματος. Ακόμη και αυτοί που έχουν δαπανήσει πάνω από το 5% του εισοδήματός τους για ιατροφαρμακευτικούς λόγους, παίρνουν έκπτωση φόρου (μόνον για το ποσό πάνω από το 5%) απείρως χαμηλότερη από ό,τι για μια άλλη απλή απόδειξη, όπως π.χ. για αγορά προφυλακτικών από το περίπτερο ή για μια βραδιά σε ένα «σκυλάδικο». δ) Κατάργηση της έκπτωσης των δαπανών για αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης (τέκνα, φροντιστήρια, ενοίκια, τόκοι στεγαστικού δανείου πρώτης κατοικίας κ.λπ.). ε) Επιβολή της επιτομής του αυταρχισμού, δηλ. των τεκμηρίων διαβίωσης: Εκατοντάδες χιλιάδες φτωχοί –και συνήθως άνεργοι– άνθρωποι που έχουν κληρονομήσει ένα σπίτι και που κάποτε αγόρασαν με δόσεις (ή τους αγόρασε η οικογένειά τους) ένα αυτοκίνητο, θεωρούνται ψεύτες όταν δηλώνουν το πραγματικό πενιχρό τους εισόδημα και το «σύστημα» τους χρεώνει ανύπαρκτα εισοδήματα, βάσει των οποίων τους φορολογεί με εξωφρενικούς φόρους.
Πέραν αυτών, κυβέρνηση και τρόικα έχουν σκαρφιστεί τρόπους απόλυτα δεσποτικής επιπλέον φορολόγησης με ακόμη πιο ταξικά κριτήρια: Τις προηγούμενες δεκαετίες επέβαλαν σε εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους να αμείβονται με μπλοκάκι, προκειμένου οι εργοδότες να ωφελούνται πολλαπλώς τόσο σχετικά με τα εργασιακά δικαιώματα, που δεν υπήρχαν πλέον για αυτή την κατηγορία εργαζομένων, όσο και σε σχέση με τις ασφαλιστικές εισφορές τις οποίες δεν είχαν πλέον –οι εργοδότες– υποχρέωση να καταβάλλουν. Τώρα, οι μνημονιακές κυβερνήσεις επιβάλλουν σε αυτούς τους εργαζόμενους ένα επιπλέον βαρύ ταξικό χαράτσι, το λεγόμενο «τέλος επιτηδεύματος». Το χαράτσι αυτό που ξεκίνησε από 300 ευρώ το χρόνο, τώρα έχει φτάσει τα 650 ευρώ και επιβάλλεται ανεξαρτήτως εισοδήματος σε όσους έχουν μπλοκάκια. Έτσι 650 ευρώ πληρώνει ο μεταφραστής βιβλίων ή ο μουσικός που έχουν εισόδημα 1.000 (ή ακόμη και 200 ή 100 ευρώ ή 0) το χρόνο, 650 ευρώ πληρώνει και ο μεγαλογιατρός ή ο επιχειρηματίας που δηλώνουν 500.000 ή 1.000.000 ευρώ το χρόνο. Η αντισυνταγματικότητα του μέτρου είναι εξωφρενική αφού αντιμετωπίζει το ίδιο τους πάμφτωχους με τους πάμπλουτους ωστόσο τα αστικά δικαστήρια (όπως και σε σειρά άλλων υποθέσεων) στήριξαν την καραμπινάτη παρανομία.
Ακίνητα
Σε αυτές τις τακτικές αφαίμαξης του λαϊκού εισοδήματος προς όφελος δανειστών και καπιταλιστών προστέθηκε και μια άλλη αντιδραστική ιδέα: η βαριά φορολόγηση των ακινήτων. Αν αυτό το μέτρο, είχε ληφθεί σε χώρες όπως η Βρετανία, πιθανότατα να είχε προοδευτικό πρόσημο, καθώς εκεί η πλειονότητα των εργαζομένων δεν έχει δικό της σπίτι. Όμως στην Ελλάδα υπάρχουν εκατομμύρια νοικοκυριά με ένα σπίτι, ή ακόμη με οικόπεδα ή εξοχικά. Ο λόγος ύπαρξης αυτής της μικροϊδιοκτησίας έχει εξηγηθεί από την ίδια τη… Μέρκελ, που πρόσφατα δήλωσε –και σωστά– ότι στην Ελλάδα δεν υπήρχε άλλος ασφαλής τρόπος αποταμίευσης για σειρά πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων, κυρίως όμως λόγω του τεράστιου πληθωρισμού των προηγούμενων δεκαετιών.
Έτσι οι μνημονιακοί επέβαλαν το χαράτσι στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, προκειμένου να αρπάξουν εκβιαστικά δισ. ευρώ από εκατομμύρια ανθρώπους του μόχθου. Το μέτρο (ονόματι τότε ΕΕΤΗΔΕ) υποτίθεται ότι θα είχε προσωρινή ισχύ, ωστόσο αντιμετώπισε τη δικαιολογημένη λαϊκή οργή. Ήταν τόσο κατάφωρη η αδικία ώστε τα τρία κόμματα της μετέπειτα συγκυβέρνησης (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ) στις εκλογές του Ιουνίου του 2012 υποσχέθηκαν μετ’ επιτάσεως –και τα τρία– την άμεση κατάργηση του μέτρου, φυσικά μετά τις εκλογές. Ήταν η μόνη απτή προεκλογική τους υπόσχεση, την οποία, μόλις έφτιαξαν κυβέρνηση, πέταξαν στο καλάθι των αχρήστων για «τεχνικούς λόγους», όπως μας είπαν τότε. Μάλιστα μετά τη δικαστική απόφαση που τόνιζε την παροδικότητα που πρέπει να έχει ο φόρος αυτός, άλλαξαν το όνομά του σε ΕΕΤΑ προκειμένου να τον διατηρήσουν στον αιώνα τον άπαντα (όπως φυσικά και τα άλλα «προσωρινά» μέτρα του μνημονίου).
Πλάι σε αυτό το χαράτσι, ήρθε να προστεθεί ένα άλλο βαθύτατα αντιλαϊκό φορολογικό μέτρο: η εξίσωση του φόρου πετρελαίου θέρμανσης με το φόρο του πετρελαίου κίνησης, με την απίστευτη δικαιολογία της «καταπολέμησης» της φοροδιαφυγής στο πετρέλαιο κίνησης. Ο συνδυασμός ΕΕΤΑ και φόρου στο πετρέλαιο θέρμανσης οδήγησε στο χαμό εκατοντάδων ανθρώπινων ζωών μέσα σε ένα χρόνο, καθώς εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι δεν είχαν (χωρίς ρεύμα και πετρέλαιο) άλλους υγιεινούς και ασφαλείς εναλλακτικούς τρόπους θέρμανσης. Δεν είναι όμως το πόσοι πέθαναν: το επίπεδο διαβίωσης και η υγεία όσων δεν έχουν ρεύμα και πετρέλαιο στο σπίτι τους έχουν τρωθεί σημαντικά και πιθανώς ανεπανόρθωτα.
Καπάκι σε όλα αυτά ήρθε ο ΕΝΦΙΑ που είναι ακόμη πιο άδικος: Με την κατάργηση του αφορολόγητου που ίσχυε με τον ΦΑΠ, τώρα όλοι οι φτωχοί μικροϊδιοκτήτες καλούνται να πληρώσουν πολλαπλάσια ποσά σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Αντίθετα στα πολύ μεγάλα διαμερίσματα στις πολύ ακριβές περιοχές παρέχεται μείωση φόρου. Τα λεγόμενα λάθη του υπ. Οικονομικών δεν είναι λάθη αλλά συνειδητή απόπειρα κλοπής –η οποία όπως όλες οι απόπειρες κλοπής– μπορεί να αποτύχει.
Ανυπακοή και Μαρξ
Κοντολογίς, οι φόροι στην Ελλάδα είναι όλο και περισσότερο ένα σύστημα μεταβίβασης εισοδήματος από τις κυριαρχούμενες προς τις κυρίαρχες τάξεις, ένα σύστημα απόσπασης ακόμη περισσότερης υπεραξίας για λογαριασμό των κεφαλαιοκρατών, Ελλήνων και ξένων. Γι’ αυτό το λόγο εξάλλου ξέσπασε παλιότερα το συνειδητό κίνημα «Δεν πληρώνω», με έμφαση στα διόδια και το χαράτσι στη ΔΕΗ. Γι’ αυτό συνεχίζεται και η συνειδητή ή η αναγκαστική φορολογική απεργία εκατομμυρίων ανθρώπων.
Δεν είναι εξάλλου πρωτοφανής αυτή η αντίδραση. Η ίδια η αστική τάξη που σήμερα βγάζει υστερικές κραυγές ενάντια στα κινήματα «Δεν πληρώνω», είχε στα επαναστατικά της χρόνια ως συνηθισμένη τακτική -απέναντι στους τοπικούς άρχοντες, τους βασιλιάδες, τους φεουδάρχες αλλά και τις ίδιες τις κυβερνήσεις της που δεν έρχονταν σε οριστική ρήξη με τα προηγούμενα κοινωνικά καθεστώτα- να μην πληρώνει φόρους. Ο Μαρξ κατέδειξε αυτό το γεγονός στην απολογία του σε δίκη στο Δικαστήριο της Κολωνίας το Φεβρουάριο του 1849 (κατηγορήθηκε για «παρακίνηση σε εξέγερση» επειδή προέτρεπε σε μη πληρωμή φόρων). Ο Γερμανός επαναστάτης θεωρούσε την άρνηση πληρωμής ένα απλό δημοκρατικό αίτημα, διευκρινίζοντας ότι δεν είναι καν ανατρεπτικό αίτημα. Ένα πολύ ενδιαφέρον και επίκαιρο απόσπασμα από την τότε απολογία του στο δικαστήριο είναι το εξής:
«Ο δημόσιος εισαγγελέας έχει περιγράψει την άρνηση να πληρωθούν οι φόροι ως ένα μέτρο “το οποίο κλονίζει τα θεμέλια της κοινωνίας”. Η άρνηση να πληρωθούν οι φόροι δεν έχει τίποτα να κάνει με τα θεμέλια της κοινωνίας… Η άρνηση να πληρωθούν οι φόροι είναι απλά ένα σημάδι της διαφωνίας που υπάρχει ανάμεσα στο στέμμα και το λαό, απλά μαρτυρία ότι η σύγκρουση ανάμεσα στην κυβέρνηση και το λαό έχει φτάσει σε έναν απειλητικό βαθμό έντασης. Δεν είναι η αιτία της διαφωνίας ή της σύγκρουσης, είναι απλά μια έκφραση αυτού του γεγονότος. Στη χειρότερη περίπτωση, οδηγεί σε μια ανατροπή της υπάρχουσας κυβέρνησης, του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος. Τα θεμέλια της κοινωνίας δεν επηρεάζονται από αυτή. Στην παρούσα περίπτωση, επιπλέον, η άρνηση να πληρωθούν οι φόροι ήταν ένα μέσο αυτοάμυνας της κοινωνίας ενάντια σε μια κυβέρνηση που απειλούσε τα θεμέλιά της».
Σε άλλο κείμενο του Μαρξ, της ίδιας εποχής, διακηρύσσονταν τα εξής: «Από σήμερα… οι φόροι καταργούνται! Είναι εσχάτη προδοσία να πληρώνουμε φόρους. Η άρνηση πληρωμής φόρων είναι το καθήκον κάθε πολίτη. […] Αφού η Εθνοσυνέλευση [σ.σ. του Βερολίνου] έχει ανακηρύξει τον Μπράντενμπουργκ ένα προδότη, η υποχρέωση της πληρωμής φόρων παύει αυτόματα. Κανένας φόρος δεν οφείλεται σε μια κυβέρνηση που διαπράττει εσχάτη προδοσία».
(τα αποσπάσματα αναφέρονται από τον Χρήστο Κεφαλή στην Iskra, οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας).
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μαρξ και οι σύντροφοί του παραπέμφθηκαν δύο φορές για την προτροπή σε ανυπακοή και μη πληρωμή φόρων. Και τις δύο φορές αθωώθηκαν πανηγυρικά από τα ορκωτά δικαστήρια.
Να καταργηθούν
Είναι προφανής λοιπόν η ανάγκη για ένα κίνημα άρνησης καταβολής των φόρων και σήμερα. Ακόμη κι αν η Αριστερά δεν έχει τα επαναστατικά κότσια που είχε ο Μαρξ και οι σύντροφοί του το 1849, ώστε να προπαγανδίσει κάτι τέτοιο, είναι προφανές ως κυβέρνηση οφείλει τουλάχιστον να καταργήσει παντελώς αυτούς τους αιμοσταγείς για την εργατική τάξη φόρους.
Αποτελεί γι’ αυτό παντελώς δυσάρεστη έκπληξη το άρθρο των Χρ. Λάσκου και Ευ. Τσακαλώτου που δημοσιεύθηκε στην «Εποχή» υπό τον τίτλο «Επτά θέσεις για την Αριστερά και τη φορολογία». Οι συγγραφείς υποστηρίζουν πως όσοι «θεωρούν πως μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα σημαίνει μείωση των φόρων γενικώς ή απαλλαγή του συνόλου σχεδόν του πληθυσμού από φορολογικά βάρη, δεν κατανοούν θεμελιώδη στοιχεία της κατάστασης». Αναφέρουν στη συνέχεια σωστά επιχειρήματα σχετικά με το γιατί μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα πρέπει να φορολογήσει τους καπιταλιστές. Όμως οι «Εφτά θέσεις» υποστηρίζουν ότι η συνολική υπαρκτή φορολογία θα παραμείνει σχεδόν ως έχει με μοναδική διευκρίνιση ότι «δεν αποκλείονται μέτρα φορολογικής ανακούφισης για συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες, που προσωρινά αδυνατούν να πληρώσουν, αλλά αναμένεται να συμβάλλουν περισσότερο όταν οι γενικές οικονομικές συνθήκες βελτιωθούν». Αυτό! Τίποτε άλλο μπροστά στην καταιγίδα των αντεργατικών φορολογικών μέτρων. Και όμως οι θέσεις που ψηφίστηκαν στο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλουν ρητά τις «συνεχείς φοροεπιδρομές και την ιδιότυπη δήμευση της μικρής ιδιοκτησίας».
Το ευγενές του εγχειρήματος των δύο συγγραφέων (δηλ. η αντιπαράθεση με τις δεξιές ιδέες εντός του ΣΥΡΙΖΑ που πιέζουν για μείωση της φορολογίας στους καπιταλιστές) χάνεται μπροστά στη μεγάλη εικόνα. Και η μεγάλη εικόνα απαιτεί απάντηση στα ερωτήματα –αυτά αποτελούν τις πραγματικές «ασάφειες» και όχι εκεί όπου τις ψάχνουν οι δύο σύντροφοι: Θα καταργήσουμε την πρωτοκαθεδρία των έμμεσων φόρων; Θα καταργήσουμε το ΕΕΤΑ, τον ΕΝΦΙΑ, το τέλος επιτηδεύματος; Θα μειώσουμε στο επίπεδο όπου ήταν πριν (και ακόμη πιο κάτω) το φόρο στο πετρέλαιο θέρμανσης; Θα επαναφέρουμε το αφορολόγητο των 8.000 ή 12.000 ευρώ; Θα καταργήσουμε τα τεκμήρια για τους φτωχούς; Θα καταργήσουμε το φορολογικό πέναλτι για όσους δεν έχουν αποδείξεις; Θα επαναφέρουμε τη έκπτωση για ιατροφαρμακευτικές δαπάνες, για ανήλικα τέκνα, για ενοίκια και για τόκους πρώτης κατοικίας; Άραγε όλα αυτά, σύντροφοι, αφορούν «συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες, που προσωρινά αδυνατούν να πληρώσουν», ή αφορούν τα 9/10 της κοινωνίας; Όπως προβλέπει και το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα καλέσει να πληρώσει μια μειοψηφία που μέχρι σήμερα δεν πληρώνει τίποτε ή που πληρώνει ελάχιστα: «Τα δημόσια έσοδα θα προέλθουν από τη φορολόγηση του πλούτου, των καθαρών κερδών, των υψηλών εισοδημάτων, της μεγάλης ακίνητης και της εκκλησιαστικής περιουσίας, από την ακύρωση των προνομίων της ολιγαρχίας και των πολυεθνικών επιχειρήσεων».
Σε κάθε περίπτωση είναι σαφές πως, αν δεν καταργήσουμε όλα αυτά που σκοτώνουν την τάξη μας από την πρώτη κιόλας μέρα μιας πιθανής ανάληψης της διακυβέρνησης, δεν θα υπάρχει κανείς να μας υποστηρίξει στον πόλεμο κατά των πλουσίων –και συνακόλουθα στην έφοδo για τη φορολόγησή τους.
Ανάρτηση από: http://rproject.gr