Του Διονύση Ελευθεράτου
Καταλάβατε γιατί δεν πρέπει
να αυξηθούν οι μισθοί, ούτε καν ο κατώτατος, «μέχρι νεoτέρας» – αν όχι μέχρι Παρουσίας
Δευτέρας; Αντιληφθήκατε την αλλαγή της σχετικής καθεστωτικής – μνημονιακής επιχειρηματολογίας
ή τουλάχιστον του «κέντρου βάρους» της;
Μέχρι πρότινος η «κασέτα» ήταν…
μονοθεματική: «Εάν αυξηθούν οι μισθοί, οι επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να απολύσουν
περισσότερο κόσμο, για να επιβιώσουν. Ειδάλλως θα κλείσουν, οπότε θα μείνουν στο
δρόμο ακόμη περισσότεροι άνθρωποι». Δεν θα αναλύσουμε εδώ ενδελεχώς το «ποιόν»
του σχετικού επιχειρήματος ούτε το ενδεδειγμένο πλέγμα μέτρων που πρέπει να συνοδεύσει
την αύξηση του κατώτατου μισθού. Θα αρκεστούμε σε μια φευγαλέα έκφραση θαυμασμού
για τη συνέπεια που διέπει το όραμά τους: αν είναι σωστό να συμβιβαστούμε με την
ιδέα ότι κάποια ισχνά επιδόματα ταφής θα αντικαταστήσουν τις συντάξεις, για να
«έχουμε κι αύριο ασφαλιστικό σύστημα», τότε φαντάζει «τετράγωνος» και ο συλλογισμός
πως οφείλουμε να αποδεχθούμε μισθούς των 450 ευρώ ή και λιγότερο, για να μην ξεμείνουμε
από εργοδότες. Τι δεν καταλαβαίνουμε; Αλίμονο, όλα τα «πιάνουμε»…
Εν προκειμένω εστιάζουμε στο
παρωχημένο του πράγματος: διαπιστώσαμε τελευταία φορά ότι το συγκεκριμένο σκεπτικό
ήταν αυτό που σήκωνε στις πλάτες του το «διά ταύτα» («προς Θεού, καμία αύξηση των
μισθών»), ακούγοντας τη δευτερομιλία Σαμαρά στη συζήτηση για την ψήφο εμπιστοσύνης.
Έκτοτε ήταν σαν να παραδόθηκε σιγά σιγά η σκυτάλη σε κάτι που το ακούς και «τρελαίνεσαι».
ΟΚ, το είπε ο Άδωνις – υπέθετες πως θα ήταν παραζαλισμένος εξαιτίας ίσως κάποιας
δύσκολης μετάφρασης αρχαιοελληνικού κειμένου. ΟΚ, το είπε ο Σταύρος Θεοδωράκης
– είκαζες ότι είχε έλθει η στιγμή να ανασυρθεί από το ιδεολογικό σακίδιο κάποιο
προϊόν εντυπωσιακής παραδοξολογίας. Έλα όμως που συνεχώς το ακούς, το ακούς, το
ακούς…
Να λοιπόν η «νέα»… εθνική γραμμή:
«Δεν πρέπει να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός διότι τότε θα υπάρξει τόνωση της ζήτησης
αγαθών». Οπότε τι; Οπότε «θα έχουμε περισσότερες εισαγωγές» (βερσιόν πρώτη, η πλέον
προτιμούμενη). Οπότε «θα επιστρέψουμε στη δομή του ΑΕΠ που βασιζόταν κατά 70% στην
κατανάλωση» (βερσιόν δεύτερη, η πλέον «σοφιστικέ», την ακούσαμε από τον υφυπουργό
Εργασίας Αντώνη Μπέζα, στο Σταρ, τη Δευτέρα 1η Δεκεμβρίου).
Εδώ κάθε επιστήμη σηκώνει ψηλά
τα χέρια. Είναι σαν να βλέπουν κάποιον που τα ρούχα του έχουν πιάσει φωτιά να ουρλιάζει
από την αγωνία και τον πόνο (καίγεται ήδη), να εκλιπαρεί να του ρίξουν νερό, αλλά
εκείνοι να του απαντούν… νηφάλια: «Ας σκεφτούμε κάτι άλλο, γιατί αν σε καταβρέξουμε
μπορεί να κρυολογήσεις». Ε, είναι προφανές ότι ένας τέτοιος «περίγυρος» αδιαφορεί
για την επικείμενη απανθράκωση.
Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι
αδυνατούν να πληρώσουν ΕΝΦΙΑ, ηλεκτρικό ρεύμα ή πετρέλαιο θέρμανσης κι η νέα καθεστωτική
«γραμμή» είναι πως καλώς υποφέρουν, διότι αν είχαν 200 ευρώ παραπάνω στην τσέπη
θα προκαλούσαν αύξηση των εισαγωγών και μεγέθυνση του καταναλωτικού «πυλώνα» του
ΑΕΠ! Οι δυνάμεις οι οποίες πριν από 10- 15 χρόνια ενθάρρυναν τις πολιτικές των διαδοχικών
δανείων, για διακοπές, εορτές, γάμους και τα συναφή, τώρα που κατάφεραν να μειώσουν
το ΑΕΠ κατά 50 δισ. ευρώ ανησυχούν μήπως διαταραχτούν οι «καλές» αναλογίες του…
Ανησυχούν και για τις εισαγωγές…
Μα αν είχαν επαληθευθεί οι… πεφωτισμένες «προβλέψεις» τους, τότε το ισοζύγιο θα
είχε σταθεροποιηθεί σε καλά επίπεδα, διότι θα είχαμε μονίμως αυξημένες εξαγωγές.
Θυμάστε που το έλεγαν κι αυτό, στα πρώτα χρόνια της «σωτηρίας» των Μνημονίων; Φυσικό
ήταν τότε να παρατηρηθεί σε κάποιους τομείς αύξηση των εξαγωγών: η εσωτερική αγορά
«στέγνωνε» κι όσες επιχειρήσεις μπορούσαν να στραφούν στην εξωτερική το έκαναν.
Πανηγύριζαν (!) τότε τα καθεστωτικά «παπαγαλάκια». Να που είχε και «καλά στοιχεία»
η νέα κατάσταση, έλεγαν.
Μόνο που όσα «οφέλη» ξεπηδούν
μέσα από τον γενικό όλεθρο είναι καταδικασμένα να χαθούν, διότι δεν υπάρχει καν
οξυγόνο να τα συντηρήσει. Μήνα προς μήνα και έτος προς έτος καταγράφει η ΕΛΣΤΑΤ
τη μείωση της συνολικής αξίας των εξαγωγών. Πτώση 8,7% τον περασμένο Σεπτέμβριο,
σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2013. Κι αν συγκριθούν τα δυο δωδεκάμηνα,
Οκτώβριος – Σεπτέμβριος, τότε αυτό του 2013-2014 παρουσιάζει πτώση 7,2% εν συγκρίσει
προς εκείνο του 2012-13.
Μπορεί να ήταν αναπόφευκτος
ο σταδιακός παραμερισμός του επιχειρήματος για τους μισθούς που, εάν ανέβουν, θα
«χαντακώσουν» περισσότερο την απασχόληση: επί τέσσερα έτη οι μισθοί ισοπεδώνονται
κι η «επίσημη» ανεργία άγγιξε το 30%. Το νέο εφεύρημα είναι περισσότερο «κομ ιλ
φο», αντάξιο μιας χώρας που… «στέκεται πάλι στα πόδια της». Οι σύγχρονες Μαρίες
Αντουανέτες λένε πως δεν χρειαζόμαστε καν χρήματα για ψωμί, διότι αν τυχόν περισσέψει
κάτι εμείς θα προκαλέσουμε εισαγωγές παντεσπανιού.
Ναι, αυτοί ακούν πολύ καλά
τι λένε. Το ερώτημα είναι αν συνειδητοποιούν οι «κάτω» τι ακόμη σχεδιάζουν οι οικονομικοί
«δήμιοι». Καθαρά μας το λένε, οι ίδιοι, στα διαλείμματα της παντομίμας «διαπραγματεύσεων».
Πιο καθαρά δεν γίνεται.
Ανάρτηση από: http://prin.gr