Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014

Εξαθλιωθείτε, για να μην εισάγουμε


Του Διονύση Ελευθεράτου

Καταλάβατε γιατί δεν πρέπει να αυξηθούν οι μισθοί, ούτε καν ο κατώτατος, «μέχρι νεoτέρας» – αν όχι μέχρι Παρουσίας Δευ­τέρας; Αντιληφθήκατε την αλ­λαγή της σχετικής καθεστωτικής – μνημονι­ακής επιχειρηματολογίας ή τουλάχιστον του «κέντρου βάρους» της;

Μέχρι πρότινος η «κασέτα» ήταν… μονοθε­ματική: «Εάν αυξηθούν οι μισθοί, οι επιχειρή­σεις θα αναγκαστούν να απολύσουν περισσό­τερο κόσμο, για να επιβιώσουν. Ειδάλλως θα κλείσουν, οπότε θα μείνουν στο δρόμο ακό­μη περισσότεροι άνθρωποι». Δεν θα αναλύ­σουμε εδώ ενδελεχώς το «ποιόν» του σχετι­κού επιχειρήματος ούτε το ενδεδειγμένο πλέγ­μα μέτρων που πρέπει να συνοδεύσει την αύ­ξηση του κατώτατου μισθού. Θα αρκεστού­με σε μια φευγαλέα έκφραση θαυμασμού για τη συνέπεια που διέπει το όραμά τους: αν εί­ναι σωστό να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι κάποια ισχνά επιδόματα ταφής θα αντικατα­στήσουν τις συντάξεις, για να «έχουμε κι αύ­ριο ασφαλιστικό σύστημα», τότε φαντάζει «τε­τράγωνος» και ο συλλογισμός πως οφείλου­με να αποδεχθούμε μισθούς των 450 ευρώ ή και λιγότερο, για να μην ξεμείνουμε από εργο­δότες. Τι δεν καταλαβαίνουμε; Αλίμονο, όλα τα «πιάνουμε»…

Εν προκειμένω εστιάζουμε στο παρω­χημένο του πράγματος: διαπιστώσαμε τε­λευταία φορά ότι το συγκεκριμένο σκεπτι­κό ήταν αυτό που σήκωνε στις πλάτες του το «διά ταύτα» («προς Θεού, καμία αύξηση των μισθών»), ακούγοντας τη δευτερομιλία Σα­μαρά στη συζήτηση για την ψήφο εμπιστο­σύνης. Έκτοτε ήταν σαν να παραδόθηκε σι­γά σιγά η σκυτάλη σε κάτι που το ακούς και «τρελαίνεσαι». ΟΚ, το είπε ο Άδωνις – υπέ­θετες πως θα ήταν παραζαλισμένος εξαιτίας ίσως κάποιας δύσκολης μετάφρασης αρχαι­οελληνικού κειμένου. ΟΚ, το είπε ο Σταύ­ρος Θεοδωράκης – είκαζες ότι είχε έλθει η στιγμή να ανασυρθεί από το ιδεολογικό σα­κίδιο κάποιο προϊόν εντυπωσιακής παραδο­ξολογίας. Έλα όμως που συνεχώς το ακούς, το ακούς, το ακούς…

Να λοιπόν η «νέα»… εθνική γραμμή: «Δεν πρέπει να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός διότι τότε θα υπάρξει τόνωση της ζήτησης αγαθών». Οπότε τι; Οπότε «θα έχουμε περισσότερες ει­σαγωγές» (βερσιόν πρώτη, η πλέον προτιμού­μενη). Οπότε «θα επιστρέψουμε στη δομή του ΑΕΠ που βασιζόταν κατά 70% στην κατανά­λωση» (βερσιόν δεύτερη, η πλέον «σοφιστι­κέ», την ακούσαμε από τον υφυπουργό Ερ­γασίας Αντώνη Μπέζα, στο Σταρ, τη Δευτέρα 1η Δεκεμβρίου).

Εδώ κάθε επιστήμη σηκώνει ψηλά τα χέ­ρια. Είναι σαν να βλέπουν κάποιον που τα ρούχα του έχουν πιάσει φωτιά να ουρλιάζει από την αγωνία και τον πόνο (καίγεται ήδη), να εκλιπαρεί να του ρίξουν νερό, αλλά εκεί­νοι να του απαντούν… νηφάλια: «Ας σκεφτού­με κάτι άλλο, γιατί αν σε καταβρέξουμε μπο­ρεί να κρυολογήσεις». Ε, είναι προφανές ότι ένας τέτοιος «περίγυρος» αδιαφορεί για την επικείμενη απανθράκωση.

Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι αδυνα­τούν να πληρώσουν ΕΝΦΙΑ, ηλεκτρικό ρεύ­μα ή πετρέλαιο θέρμανσης κι η νέα καθεστω­τική «γραμμή» είναι πως καλώς υποφέρουν, διότι αν είχαν 200 ευρώ παραπάνω στην τσέ­πη θα προκαλούσαν αύξηση των εισαγωγών και μεγέθυνση του καταναλωτικού «πυλώνα» του ΑΕΠ! Οι δυνάμεις οι οποίες πριν από 10- 15 χρόνια ενθάρρυναν τις πολιτικές των δια­δοχικών δανείων, για διακοπές, εορτές, γά­μους και τα συναφή, τώρα που κατάφεραν να μειώσουν το ΑΕΠ κατά 50 δισ. ευρώ ανησυ­χούν μήπως διαταραχτούν οι «καλές» ανα­λογίες του…

Ανησυχούν και για τις εισαγωγές… Μα αν είχαν επαληθευθεί οι… πεφωτισμένες «προ­βλέψεις» τους, τότε το ισοζύγιο θα είχε στα­θεροποιηθεί σε καλά επίπεδα, διότι θα είχαμε μονίμως αυξημένες εξαγωγές. Θυμάστε που το έλεγαν κι αυτό, στα πρώτα χρόνια της «σω­τηρίας» των Μνημονίων; Φυσικό ήταν τότε να παρατηρηθεί σε κάποιους τομείς αύξηση των εξαγωγών: η εσωτερική αγορά «στέγνω­νε» κι όσες επιχειρήσεις μπορούσαν να στρα­φούν στην εξωτερική το έκαναν. Πανηγύρι­ζαν (!) τότε τα καθεστωτικά «παπαγαλάκια». Να που είχε και «καλά στοιχεία» η νέα κατά­σταση, έλεγαν.

Μόνο που όσα «οφέλη» ξεπηδούν μέσα από τον γενικό όλεθρο είναι καταδικασμένα να χαθούν, διότι δεν υπάρχει καν οξυγόνο να τα συντηρήσει. Μήνα προς μήνα και έτος προς έτος καταγράφει η ΕΛΣΤΑΤ τη μείωση της συνολικής αξίας των εξαγωγών. Πτώση 8,7% τον περασμένο Σεπτέμβριο, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2013. Κι αν συγκρι­θούν τα δυο δωδεκάμηνα, Οκτώβριος – Σε­πτέμβριος, τότε αυτό του 2013-2014 παρου­σιάζει πτώση 7,2% εν συγκρίσει προς εκείνο του 2012-13.

Μπορεί να ήταν αναπόφευκτος ο σταδι­ακός παραμερισμός του επιχειρήματος για τους μισθούς που, εάν ανέβουν, θα «χαντακώ­σουν» περισσότερο την απασχόληση: επί τέσ­σερα έτη οι μισθοί ισοπεδώνονται κι η «επίση­μη» ανεργία άγγιξε το 30%. Το νέο εφεύρημα είναι περισσότερο «κομ ιλ φο», αντάξιο μιας χώρας που… «στέκεται πάλι στα πόδια της». Οι σύγχρονες Μαρίες Αντουανέτες λένε πως δεν χρειαζόμαστε καν χρήματα για ψωμί, δι­ότι αν τυχόν περισσέψει κάτι εμείς θα προκα­λέσουμε εισαγωγές παντεσπανιού.


Ναι, αυτοί ακούν πολύ καλά τι λένε. Το ερώτημα είναι αν συνειδητοποιούν οι «κά­τω» τι ακόμη σχεδιάζουν οι οικονομικοί «δή­μιοι». Καθαρά μας το λένε, οι ίδιοι, στα δια­λείμματα της παντομίμας «διαπραγματεύσε­ων». Πιο καθαρά δεν γίνεται.

Ανάρτηση από: http://prin.gr