«Με μόνη την πρωτοπορία δεν μπορούμε να νικήσουμε. Θα ήταν όχι απλώς ανοησία, αλλά και έγκλημα να ρίξουμε μόνη την πρωτοπορία στην αποφασιστική μάχη, προτού όλη η τάξη, προτού οι πλατιές μάζες να έχουν πάρει θέση ανοικτής υποστήριξης της πρωτοπορίας, ή τουλάχιστον ευμενούς ουδετερότητας απέναντί της και να έχουν δείξει ότι είναι εντελώς ανίκανες να υποστηρίξουν τον αντίπαλό τους […]. Για να γίνει αυτό χρειάζεται η πολιτική πείρα των ίδιων των μαζών. Τέτοιος είναι ο βασικός νόμος όλων των μεγάλων επαναστάσεων, που τον επιβεβαίωσε τώρα με καταπληκτική δύναμη και παραστατικότητα όχι μόνο η Ρωσία, αλλά και η Γερμανία». (Λένιν, Άπαντα)
Mια καθαρόαιμη λενινιστική πρωτοπορία, ένοπλη ή μη, αυτοπροσδιοριζόμενη ως τέτοια δεν υφίσταται, δεν νοείται έξω από την συγκρότηση και την λειτουργία ενός κόμματος.
«Το κόμμα [σύμφωνα με τον Λένιν] είναι η οργανωμένη πρωτοπορία της εργατικής τάξης, ο καθοδηγητικός-υποβοηθητικός μοχλός της σχέσης μάζες-επανάσταση. Ούτε υποκαθιστά την εργατική τάξη, ούτε την ακολουθεί, ούτε συγχέεται μ’ αυτήν. Ξεχωρίζει απ’ αυτήν και γιατί είναι αυτόνομη οργάνωση και γιατί πολιτικοϊδεολογικά είναι ο πιο συνειδητός εκφραστής των αντικειμενικών ταξικών συμφερόντων της τάξης αυτής. Είναι η οργανωμένη και συνειδητή πρωτοπορία της εργατικής τάξης».
Θα θεωρούσε κάποιος αυτονόητο ότι οι αναρχικές ιδέες και πρακτικές είναι αδύνατον να συγχέονται με τα παραπάνω. Όχι μόνο στα λόγια, αλλά και στην πράξη. Όχι με μισόλογα, αλλά με ειλικρινείς και καίριες τοποθετήσεις. Όχι βαπτίζοντας το κρέας ψάρι, αλλά με θάρρος και αποφασιστικότητα.
Το λενινιστικό κόμμα, μικρό ή μεγάλο, καθοδηγεί πολιτικοϊδεολογικά, εκφράζει τα «αντικειμενικά ταξικά συμφέροντα της εργατικής τάξης», ώστε να την οδηγήσει στην «νίκη».
Στην πρώτη παράγραφο του καταστατικού του λενινιστικού κόμματος νέου τύπου αναφέρεται ότι:
«Μέλος του κόμματος θεωρείται ο καθένας που παραδέχεται το Πρόγραμμά του και υποστηρίζει το κόμμα τόσο με υλικά μέσα, όσο και με την προσωπική του συμμετοχή σε μια από τις κομματικές οργανώσεις».
Απαιτείται, δηλαδή, τόσο η προσωπική συμμετοχή του μέλους του κόμματος, όσο και η υποταγή του στην αυστηρή κομματική πειθαρχία, αφού το αυθόρμητο καταδικάζεται κατηγορηματικά και σε κάθε του μορφή, καθώς καθίσταται «ύποπτο» ότι εν δυνάμει περιλαμβάνει και στοιχεία ηγεμόνευσης από την κυρίαρχη ιδεολογία.
Η λειτουργία και η συγκρότηση κάθε λενινιστικού τύπου κόμματος, ένοπλου ή μη, εκτός των άλλων αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των διαφωνιών ως εν δυνάμει υπονομευτικών. Γι’ αυτό ακριβώς ο διαφωνών ταυτίζεται με τον αντίπαλο, δηλαδή με τον εχθρό και τελικά χαρακτηρίζεται πράκτορας. Τα λεγόμενα διοικητικά μέτρα και οι γνωστές μαζικές εκκαθαρίσεις της δεκαετίας του 1930 είναι ενδεικτικές.
Είχαμε γράψει παλαιότερα (βλ. Διαδρομή Ελευθερίας Μάιος 2010, Περί ανταρτισμού, Ένοπλου κόμματος και κρατικών κατασταλτικών σχεδιασμών) ότι:
«Ο “ανταρτισμός” ως θρησκεία έχει τους “ιερείς” του, τους “πιστούς” και τα “εξαπτέρυγα”. Ακόμα πιο σημαντικό, όμως, είναι το γεγονός, ότι ο “ανταρτισμός” δεν μπορεί να καλλιεργηθεί έξω από τις λογικές του ένοπλου κόμματος, που αποτελεί στην ουσία το θερμοκήπιο του. Ο “ανταρτισμός”, όχι μόνο απέχει από το πρόταγμα της κοινωνικής ανταρσίας, αλλά βρίσκεται σε ανταγωνιστική σχέση με την διάχυσή της, αφού οι υπόλοιπες μορφές πάλης χαρακτηρίζονται άλλοτε “απλά περάσματα” των στρατευμένων από ένα ακόμη “πεδίο εξάσκησης” και άλλοτε αγώνες “ρουτίνας”. […] Ο “ανταρτισμός” δεν διαπνέεται, λοιπόν, απλά από την λογική της στρατιωτικοποίησης ή του προσδιορισμού της ως “αναγκαίου κακού”, αλλά την θέτει ως την κορωνίδα του ιδεολογικού του οπλοστασίου. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι πολλές φορές η ιδεολογική πλατφόρμα, που κατασκευάζεται σ’ αυτήν την κατεύθυνση, αφορά αποκλειστικά ένα πλέγμα συνωμοτικών μέτρων, που προτείνονται σε όσους καλούνται να στρατευθούν έχοντας τα “προσόντα” της ετοιμότητας, της τόλμης, του αγέρωχου ύφους και προπάντων του τσαμπουκά και της σκληρότητας, απαραίτητων για να συμμετάσχουν στην “τελική αναμέτρηση” που πλησιάζει. Το οξύμωρο(;) όμως, είναι ότι εξ ίσου πολλές φορές όταν η διασφάλιση της τρομερής και φοβερής συνωμοτικότητας καταντάει ένα καλαμπουράκι, τότε η συνέχεια διασφαλίζεται με την ρήση: “δεν πειράζει εάν μας ξέρουν, φθάνει να μην μπορούν να μας πιάσουν”!!!»
Δεν είναι λίγες οι φορές, λοιπόν, που η περιβόητη διασφάλιση του ένοπλου κόμματος από τους επαγγελματίες επαναστάτες, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, σημαίνει όχι να παρθούν μέτρα αυτοπροστασίας, όχι να προχωρήσει οποιαδήποτε διαδικασία εξαγωγής συμπερασμάτων, αλλά ότι όσο άσχημα και αν έχουν πάει τα πράγματα, η ηγεσία να μην δίνει λογαριασμό, αλλά να απαιτεί από τους οπαδούς κάθε είδους τυφλή κομματική πειθαρχία και ομερτά.
Και τι σημαίνει ομερτά; Τα προβλήματα εξαφανίζονται, απαγορεύεται κάθε φανερή, δημόσια συζήτηση, ακόμα και όταν οι συλλήψεις πολλαπλασιάζονται, ακόμα και όταν η διάβρωση πρώτα απ’ όλα σε ιδέες γίνεται πνιγηρή.
Οι θυσίες της φωτισμένης ηγεσίας την θέτουν στο κομματικό ή κινηματικό απυρόβλητο, τα μέλη της ηγεσίας ωσάν ιερές αγελάδες, όπως είπαμε, δεν δίνουν λογαριασμό, παρά μόνο ζητούν, δεν δίνουν εξηγήσεις παρά απαιτούν με κάθε τίμημα την συνέχεια του αγώνα.
Τα «επιτεύγματα» προβάλλονται συνεχώς σε αντίθεση με τα «ρήγματα» που, όπως είπαμε, γιγαντώνει η κοινωνική απομόνωση και συνακόλουθη αύξηση της καταστολής και βασικά των συνεπειών της.
Η ιστορία όχι μόνο δεν διδάσκει αλλά, μάλλον, έχει απλά χρηστική αξία ώστε να αποδειχθεί με ακροβατικό τρόπο η σχέση επαναστατικής αλλά και ιδεολογικής συγγένειας.
Το ΚΚΕ μ’ ένα φυλλάδιο-εγχειρίδιο επαγρύπνησης του παράνομου κομμουνιστή, που στο παραπλανητικό του εξώφυλλο ανέγραφε τα Θαύματα του Αγίου Ραφαήλ,περίπου στο 1931, προσπαθούσε να καθοδηγήσει τα παράνομα μέλη του, περιγράφοντας μέτρα προφύλαξης, συνθήματα, επαφής με τους συνδέσμους, την στάση κατά τη σύλληψη, στη φυλακή, στην εξορία, την μυστικότητα, μέτρα επαγρύπνησης, αποφυγής παρακολούθησης, αποτροπής σύλληψης και αντιμετώπισης χαφιέδων.
Μαζί μ’ αυτό έχει διασωθεί και ένα δεύτερο, όμοιο του, το οποίο στο εξώφυλλο έγραφε «Συλλογή γραμματοσήμων», όμως σε κάθε 2η-3η παράγραφο, υπάρχει μία παράγραφος μέσα σε παρένθεση με την οποία οι συγγραφείς (Ασφάλεια) του εγχειριδίου, δίνουν οδηγίες στους χαφιέδες, σε εκείνους που είχαν διεισδύσει ή επρόκειτο να διεισδύσουν ώστε να μην αποκαλυφθεί ο ρόλος τους.
Παραθέτουμε ορισμένα διδακτικά αποσπάσματα, παρ’ ότι έχουν περάσει τόσο χρόνια από την έκδοσή του. Οι παράγραφοι που περικλείονται από τις αγκύλες, όπως είναι φανερό, αποτελούν εμβόλιμη «ύλη» της ασφάλειας.
«Κάθε σύλληψη είτε ανακάλυψη κομματικού σπιτιού κλπ πρέπει να εξετάζεται σ’ όλες της τις λεπτομέρειες και να καθορίζονται τα αίτιά της. Το ίδιο αφορά και τις δραπετεύσεις από τις φυλακές κλπ».
[Κάθε ανακάλυψις παρανόμου οικίας (γιάφκα, τυπογραφείον, οικία συνεδριάσεως κλπ) εξετάζεται λεπτομερώς υπό των κομμουνιστών δια την ανεύρεσιν του προδότου ο οποίος πάντοτε κατά την γνώμη των ωδήγησε την αστυνομίαν εις την ανακάλυψιν αυτήν. Επίσης κάθε απόδρασις κομμουνιστού από την φυλακήν, κρατητήριον ή κατά την μεταγωγήν θεωρείται κατ’ αρχήν ύποπτος υπό των κομμουνιστών και ο δραπέτης κρατείται εις απόστασιν μέχρις εξακριβώσεως των συνθηκών κάτω υπό τις οποίας εδραπέτευσεν.
Δια να αποφευχθή συνεπώς η ανεύρεσις του καταδότου, εάν υπάρχη δέον όπως προς της ανακαλύψεως της οικίας κλπ λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα ώστε να προλαμβάνωνται τα τυχόν λάθη τα οποία θα οδηγήσουν τους κομμουνιστάς να ανεύρουν τον καταδότην. Και αντιθέτως εάν δεν υπάρχη καταδότης δέον να λαμβάνονται ανάλογα μέτρα και να διαπράττωνται λάθη συνεπεία των οποίων οι κομμουνισταί θα αποδώσουν την ευθύνη της ανακαλύψεως εις κομμουνιστήν ο οποίος δεν έχει καμμίαν σχέσιν με τας αρχάς. Προκειμένου περί σκηνοθετημένων αποδράσεων δέον όπως αι συνθήκαι αποδράσεως είναι όσο το δυνατόν περισσότερον φυσικαί διότι ο κατ’ εντολήν τότε μόνο θα κατορθώση να επανασυνδεθή με την Κομματικήν Οργάνωσιν και να ωφελήση τας αρχάς].
Αν η εξέτασις αυτή δεν κατορθωθεί να τελειώσει αμέσως, πρέπει το ζήτημα αυτό να το θυμόμαστε, να παίρνουμε τις λεπτομέρειες της σύλληψης από τους συλληφθέντας συντρόφους, να συγκεντρώνουμε τις πληροφορίες και να συσχετίζουμε με παρόμοια γεγονότα, που γίνηκαν στο παρελθόν, που σχετίζονται με τους ίδιους συντρόφους κλπ.
Έχε υπ’ όψη σου ότι κάθε ανακάλυψη, σύλληψη κλπ που έχει για πηγή της τον χαφιεδισμό από άνθρωπο της ασφάλειας που βρίσκεται μέσα στο Κόμμα, παρουσιάζεται πάντα από την Ασφάλεια σαν «τυχαία» σύλληψη, ανακάλυψη κλπ είτε εν ανάγκη παρουσιάζεται σαν αποτέλεσμα παρακολούθησης.
Πρέπει να ξέρεις ότι η παρακολούθηση απόξω (από την Ασφάλεια) τις περισσότερες φορές δεν είναι παρά βοηθητικό, δευτερεύον μέσον στα χέρια της Ασφάλειας και ότι η παρακολούθηση «επεργάζεται» (συνδυάζει, δουλεύει, μελετά) μόνο τα δεδομένα που παίρνονται από τους πληροφοριοδότες της μέσα στην οργάνωση.
Αν έχεις υποψίες είτε εάν έμαθες τις υπόνοιες που θέτουν σε κυκλοφορία άλλοι σύντροφοι είσαι υποχρεωμένος να τις κάνεις αμέσως γνωστές στον καθοδηγητή σύντροφο του αμέσως ανωτέρου κομματικού οργάνου (λόγου χάρη αν το ζήτημα αφορά την ΚΟΒ να το γνωρίσεις στον γραμματέα της Αχτιδικής) σε εξαιρετικές και βάσιμες περιπτώσεις (λόγου χάρη όταν οι υποψίες αφορούν τον αμέσως ανώτερο οργανισμό) μπορούμε να αποφύγουμε τον οργανισμό και να δώσουμε τις πληροφορίες πιο πάνω».
Θα θυμίσουμε ότι, όταν η ηγεσία του ΚΚΕ έκανε την επιλογή του ένοπλου αγώνα, το αποτέλεσμα ήταν εκτός των άλλων οι κομματικές του οργανώσεις να περιέλθουν σε ιδιαίτερη αδυναμία. Όπως περιγράφει o Βόγλης Πολυμέρης (βετεράνος της παρανομίας) «το 1944 στο Βύρωνα και στην Καισαριανή, οι δικοί μας ήταν λίγοι. Πενήντα-σαράντα. Όμως τα σπίτια που μας άνοιξαν ήταν πάρα πολλά και τα βγάλαμε πέρα. Στο τέλος του 1947 τα σπίτια που μας άνοιξαν μετριόντουσαν στα δάκτυλα και αυτά μαρκαρισμένα τα περισσότερα από την Ασφάλεια» (βλ. Βόγλης, Η Αδύνατη Επανάσταση).
Τα μεγέθη, οι συνθήκες, οι προοπτικές, οι συμμετέχοντες, ή ορισμένες πτυχές της ιδεολογικής καταγωγής, μπορεί να διαφέρουν σημαντικά, όμως ορισμένα πράγματα φαίνεται πως παραμένουν αναλλοίωτα στον χρόνο…
Συσπείρωση Αναρχικών
Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 168, Φεβρουάριος 2017
Ανάρτηση από: https://anarchypress.wordpress.com