Tου Παύλου Δερμενάκη
Η λύση του ελληνικού προβλήματος δεν μπορεί να επικεντρώνεται από την Αριστερά στην αλλαγή του νομίσματος
Πραγματοποιήθηκε, στις 15 Φλεβάρη στην Αλκυονίδα, η παρουσίαση της πρότασης του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής (ΕΔΕΚΟΠ) για μιαν άλλη πορεία της Ελλάδας στον οικονομικό τομέα μετά την αποτυχία της Ευρωζώνης. Την πρόταση παρουσίασαν οι καθηγητές Κώστας Λαπαβίτσας και Θόδωρος Μαριόλης καθώς και ο περιφερειακός σύμβουλος Δυτικής Ελλάδας Κωνσταντίνος Γαβριηλίδης.
Η πρώτη παρατήρηση από την εκδήλωση ήταν η πολύ μεγάλη συμμετοχή κόσμου, για τα δεδομένα επιστημονικής παρουσίασης ακόμα και για τον χώρο της Αριστεράς. Το στοιχείο αυτό δείχνει την ανάγκη ενός κόσμου για αναζήτηση τεκμηριωμένων λύσεων εξόδου από την πολυεπίπεδη κρίση της χώρας. Ενός κόσμου που δεν εγκαταλείπει τη διαδικασία αναζήτησης, που δεν αποδέχεται ότι δεν υπάρχει εναλλακτική στα μνημόνια, που δηλώνει και με αυτό τον τρόπο παρών σηματοδοτώντας με αισιοδοξία δυνατότητες για το μέλλον.
Ως δεύτερη παρατήρηση, πριν πάμε στην ουσία των θεμάτων, οφείλουμε να σημειώσουμε την έντονη δυσφορία αυτού του κόσμου στους μακρόσυρτους «χαιρετισμούς» των πολιτικών αρχηγών που παρευρέθηκαν στην εκδήλωση. Ο κόσμος ήθελε να ακούσει την πρόταση, να κατανοήσει ότι υπάρχει διαδικασία για να βγει από το αδιέξοδο. Δεν βρέθηκε εκεί για να ακούσει «μία από τα ίδια», χωρίς καμία συμβολή και αξία στις αγωνίες του. Από αυτή την άποψη οι παρεμβάσεις των Π. Λαφαζάνη και Ζ. Κωνσταντοπούλου όχι μόνο δεν προσέφεραν κάτι ουσιαστικό αλλά αντίθετα «εκνεύρισαν» το ακροατήριο, κάτι το οποίο φάνηκε και στο τέλος των ομιλιών τους…
Η πρόταση Λαπαβίτσα
Η εκδήλωση φιλοδοξούσε να προσφέρει επιστημονική τεκμηρίωση για το άνοιγμα ενός νέου δρόμου για την Ελλάδα που θα οδηγεί σε πολιτική δράση. Παρακολουθώντας τις ομιλίες που αφορούσαν την πρόταση για την Ελλάδα το συμπέρασμα που προέκυψε, τουλάχιστον για τον γράφοντα, είναι ότι δεν δόθηκαν οι απαιτούμενες απαντήσεις στο ελληνικό πρόβλημα. Η εκδήλωση αν και έθεσε «ψηλά τον πήχη» τελικά κατέληξε σε μια προσπάθεια να δοθεί απάντηση στο εάν η έξοδος από το ευρώ και η ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας της χώρας είναι εφικτή και αν τα όποια προβλήματα προκύψουν είναι αντιμετωπίσιμα. Χωρίς να υποβαθμίζουμε το περιεχόμενο της δουλειάς που παρουσιάστηκε, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι τελικά δεν έδωσε τις αναγκαίες ολοκληρωμένες απαντήσεις.
Η μελέτη ξεκίνησε σωστά με τη διακλαδική ανάλυση της οικονομίας και το πως οι τομείς και οι κλάδοι της θα συμβάλλουν στη γρήγορη αύξηση της απασχόλησης. Από εκεί και μετά όμως αποκλίνει από τις ανάγκες μιας ολοκληρωμένης πρότασης που θα αγκαλιάζει όλη την οικονομία και δεν θα δίνει επιλεκτικά κάποιες λύσεις σε επιμέρους πλευρές του προβλήματος. Έτσι η μελέτη διαπιστώνει την άμεση λύση με την αξιοποίηση των υπηρεσιών. Βολεύεται με αυτήν, θεωρώντας ότι σε πρώτη φάση θα αντιμετωπίσει προβλήματα εσωτερικών κυρίως ανισορροπιών. Θεωρεί ότι λόγω της παρούσας κατάστασης (χαμηλή κατανάλωση) ο εξωτερικός τομέας βρίσκεται σε ισορροπία. Συνεπώς εστιάζει στην επίλυση του προβλήματος που θεωρείται η γενεσιουργός αιτία των ανισορροπιών και της κρίσης. Και το πρόβλημα –σύμφωνα με τη μελέτη– είναι το νόμισμα, λόγω της μορφής, των στρεβλώσεων του ευρώ και της δομής της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.
Το αποτέλεσμα είναι να δίνεται π.χ. έμφαση στην αλλαγή στο νέο νόμισμα με σχέση 1 προς 1 και να δίνονται προφορικές διαβεβαιώσεις ότι η υποτίμηση 30%-50% που θα ακολουθήσει θα οδηγήσει σε τελική υποτίμηση 30% αλλά σε πληθωρισμό μόνο 10% για το πρώτο έτος μειούμενο στη συνέχεια. Και από πού προκύπτουν αυτά; Η απάντηση είναι απλή: από τα οικονομετρικά μοντέλα. Βέβαια το που μας έχουν οδηγήσει ήδη αυτά τα μοντέλα και οι πολλαπλασιαστές, με διαχειριστή βέβαια το ΔΝΤ, είναι γνωστό.
‘Όμως δεν είναι δυνατόν να αναζητάς πρόταση, που θα οδηγεί σε πολιτική δράση και να συζητάς το πού θα πάει η κατάσταση στη βάση οικονομετρικών μοντέλων, λες και η οικονομία και οι εξελίξεις δεν έχουν καμία δυναμική. Αγνοώντας ότι κάποιοι θα έχουν το σχέδιο και τις δυνατότητες να σε πιέσουν. Αγνοώντας τα «μαθήματα» που μας έδωσαν το α΄ εξάμηνο του 2015 και η κατάληξη αυτών των πιέσεων. Το να καθησυχάζει κάποιος προκαταβολικά τον λαό, με νούμερα από οικονομετρικά μοντέλα, υποσχόμενος ότι η κατάσταση θα είναι άμεσα αντιμετωπίσιμη σε όλα τα επίπεδα προβλημάτων μοιάζει περισσότερο με τις λογικές του παρελθόντος που μας οδήγησαν εδώ και πολύ λίγο με ολοκληρωμένη, τεκμηριωμένη, επιστημονική ανάλυση-πρόταση.
Τρεις σημαντικές αποσυνδέσεις
Τελικώς η πρόταση που παρουσιάστηκε εμφανίζει τρεις ιδιαίτερα σημαντικές αποσυνδέσεις που καθορίζουν στην ουσία και το σύνολο των αποτελεσμάτων τα οποία θα έχει η εφαρμογή της.
Πρώτη αποσύνδεση, από τη δυναμική της οικονομίας και της παραγωγής. Η χώρα έχει ανάγκη παραγωγικής ανασυγκρότησης αλλά και ενός σχεδιασμού που θα απαντά στα τέσσερα μεγάλα ελλείμματα που είναι άμεσα για την επιβίωση του λαού και της οικονομίας. Είμαστε ελλειμματικοί σε τρόφιμα, φάρμακα, ενέργεια και πρώτες ύλες. Όταν βάζεις στόχο να αυξηθούν η απασχόληση στον τομέα των υπηρεσιών και η κατανάλωση, δεν μπορείς να λες ότι παραμένεις στις ισορροπίες του ισοζυγίου με τα σημερινά δεδομένα (χαμηλή ζήτηση – κατανάλωση). Δεν μπορείς να αντιμετωπίζεις τα 4 προαναφερθέντα ελλείμματα με γενικά οικονομετρικά μοντέλα.
Δεύτερη αποσύνδεση, από την τρέχουσα πολιτική κατάσταση και την κατάσταση του λαϊκού κινήματος. Ακόμα και αν όλα αυτά που προτείνει η μελέτη είναι απόλυτα σωστά. Ποιος θα τα κάνει; Ποιο λαϊκό κίνημα, μέτωπο ή ό,τι άλλο; Με ποια προετοιμασία; Οι βεβαιότητες ότι θα αυξηθεί άμεσα η απασχόληση και η κατανάλωση, ενώ η υποτίμηση και ο πληθωρισμός θα είναι ελεγχόμενα μεγέθη και ότι δεν θα υπάρχουν προβλήματα στο εξωτερικό ισοζύγιο αρα θα έχουμε επάρκεια σε όλα τα είδη δεν είναι πειστικές. Δηλαδή, ενώ βρισκόμαστε σε πόλεμο, όπως λέει ο ίδιος ο Κ. Λαπαβίτσας, ξαφνικά θα «δούμε το φως μας» χωρίς θυσίες; Και αν είναι αναγκαίες κάποιες θυσίες, ποιες είναι αυτές; Πότε και ποιος θα πει στον λαό για αστάθμητους παράγοντες που δεν μετρούνται στα μοντέλα;
Η όποια αλλαγή προσπαθήσει να επιβάλλει ο λαός δεν θα γίνει σε συνθήκες πολιτικής ηρεμίας, ούτε για την Ελλάδα ούτε για το εξωτερικό. Πολύ δε περισσότερο όταν είσαι από παντού δεμένος με την Ευρωζώνη, την Ε.Ε., το ΝΑΤΟ κλπ. Όταν ο εξωτερικός εχθρός αλλά και οι ντόπιοι υπηρέτες του κρατούν μια σειρά από θέσεις-κλειδιά στην οικονομία και το πολιτικό σύστημα. Το να περιμένεις να τους αντιμετωπίσεις όλους έχοντας αναλυτική πρόταση για το νόμισμα, όταν αυτοί σε ελέγχουν επί της ουσίας και για αυτό το θέμα, μοιάζει με άλμα στο κενό. Πολύ δε περισσότερο όταν αυτοί σε απειλούν με την αποπομπή από το ευρώ και την επιστροφή στη δραχμή γιατί έχουν τον δικό τους σχεδιασμό.
Τρίτη αποσύνδεση, από το διεθνές περιβάλλον. Δεν μπορεί σε μια τέτοια μελέτη να μην κάνεις έστω κάποια αναφορά για τη διεθνή θέση της χώρας και κυρίως από που θα πρέπει να αναζητήσει βοήθεια και ποια, στα δύσκολα που σίγουρα θα έρθουν. Δεν μπορεί να αγνοείς τη γεωπολιτική και στρατηγική θέση της χώρας, τους κινδύνους και τις δυνατότητες που απορρέουν από αυτήν. Ούτε μπορείς να αγνοείς και τις αγωνίες άλλων λαών, όπως εκφράστηκαν και στην εκδήλωση από τους συμμετέχοντες από την Ιταλία και την Ισπανία, χωρίς να αναζητάς και να προτείνεις στον σύγχρονο κόσμο συμμαχίες και κοινές εναλλακτικές λύσεις σε κοινά προβλήματα.
Συνοψίζοντας, το ΕΔΕΚΟΠ έκανε μια καλή προσπάθεια η οποία αντιμετωπίζει πλευρές του προβλήματος της κρίσης της χώρας, όμως σαν σύνολο αυτή η πρόταση δεν αποτελεί τη «λύση». Χρειάζεται να γίνουν πολλά σε πολλαπλά επίπεδα: μελετητικό, κινηματικό, πολιτικό για να διαμορφωθεί η «πρόταση-λύση». Σε κάθε περίπτωση αναζήτησης αυτή πρέπει να ξεκινά από την παραγωγική βάση της χώρας. Να αποφασίζουμε ως χώρα τι μπορούμε και θέλουμε να παράγουμε. Για αυτό και η ενδογενής παραγωγική ανασυγκρότηση, με διαδικασίες κινήματος, είναι το βασικό σημείο εκκίνησης της λύσης του προβλήματος. Εκεί πρέπει να αναζητηθεί η καρδιά της λύσης των προβλημάτων.
Ανάρτηση από: http://www.e-dromos.gr