Γράφει ο Μη Έχων
Ο Λένιν έλεγε πως, ο αριστερισμός, είναι η «παιδική ασθένεια της αριστεράς». σήμερα όμως, η "γερασμένη" από πλευράς εμπειρίας και ιστορικής γνώσης αριστερά, δεν κινδυνεύει τόσο από "παιδικές" ασθένειες, όσο από άλλες- σχεδόν ανίατες, "γεροντοαρρώστιες", από πλευράς της παλαιοπολιτικής της, κυρίως κουλτούρας και της ανικανότητας της, να δημιουργεί πρωτοποριακούς ορίζοντες και κοινωνικοπολιτικά άλματα.
Λίγους μήνες πριν από τις εκλογές του Μαΐου, τότε που ακόμα υπήρχε ένα αρκετά δυνατό αίσθημα αναζήτησης και κριτικής δημιουργίας μέσα στους κόλπους της αριστεράς, το κύριο ζήτημα που τέθηκε σε εντατική συζήτηση, ήταν η περιβόητη «ενότητα της αριστερά».
Η ανάλυση αυτή από κει και πέρα, μας έδειξε πως από τη στιγμή που η κρίση- τουλάχιστον παροδικά μετατρέπεται από χρηματοπιστωτική σε κρίση χρέους, μέσω των συνεχόμενων πακέτων στήριξης προς τα μεγάλα οικονομικά κέντρα και κυρίως τον τραπεζικό τομέα, ειδικά για τις χώρες της ευρωζώνης, είναι επιτακτικό ζήτημα η διαγραφή των χρεών και η διάλυση του κοινού νομίσματος, το οποίο επηρεασμένο από την καπιταλιστική κρίση, μετατρέπεται όλο και πιο πολύ σε «θηλιά» στο λαιμό των υπό κρίση χωρών, αλλά και εμπόδιο σε οποιαδήποτε οικονομική ανάκαμψη τους, έστω και σε καπιταλιστικά πλαίσια.
Τα παραπάνω αιτήματα, είναι φυσικά πιο περιορισμένα στον επανέλεγχο των εθνικών οικονομιών και γι αυτό, σε συνδυασμό με το αίτημα των εθνικοποιήσεων- κόντρα στο κύριο δόγμα της αστικής τάξης, η οποία προτάσσει τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις- αποκρατικοποιήσεις, εποικοδομεί ένα πλαίσιο- το οποίο αν και πάλι επηρεάζει την οικονομία των κρατών, όμως δεν εγγυάται κάποιο όφελος για την εργατική τάξη και τα ευρύτερα φτωχοποιημένα κοινωνικά στρώματα.
Είναι δεδομένο, πως όλα τα παραπάνω, μέσα σε ακραίες πολιτικοοικονομικές καταστάσεις- τις οποίες μάλιστα καλό είναι να περιμένουμε πολύ σύντομα, μπορεί να τα εφαρμόσει ακόμα και η ίδια η αστική τάξη. Ειδικά στη χώρα μας, όπου οι διεθνείς σωτήρες ΕΕ-ΔΝΤ, πάνω στο αδιέξοδο που ενδέχεται να προκύψει, δεν είναι καθόλου διατεθειμένοι να διακινδυνεύσουν οτιδήποτε, για να σώσουν την ασήμαντη γι αυτούς ελληνική αστική τάξη. Είδη από καιρό, το μόνο που κάνει η Γερμανία και οι υπόλοιπες ηγεμονικές δυνάμεις της ΕΕ, είναι να εξασφαλίσουν τις επενδύσεις τους, μέσα στο ελληνικό έδαφος, όχι όμως και τις ελληνικές.
Άρα, το πλαίσιο, Αποδέσμευση από την ευρωπαϊκή ένωση, διάλυση της ευρωζώνης και επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, παύση πληρωμών και μονομερής διαγραφή του χρέους καθώς και εθνικοποίηση των μεγάλων επιχειρήσεων στρατηγικού χαρακτήρα, χρειάστηκε κάτι ακόμη για να μετατραπεί από οικονομικίστικο σε φιλεργατικό- φιλολαϊκό πολιτικό πρόγραμμα.
Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ, από την αρχή της κρίσης, έχει μετατρέψει το πολιτικό του πρόγραμμα, πάμπολλες φορές- με εξαίρεση το αριστερό ρεύμα του Συνασπισμού και κάποια στελέχη των ευρύτερων συνιστωσών του, οι οποίοι έχουν ταχθεί στο αρχικό τους πλαίσιο, κάνοντας όμως πίσω σε αρκετά ζητήματα, ειδικά στην προεκλογική περίοδο, π.χ. προεκλογικά παρατηρήσαμε την αυτολογοκρισία του των στελεχών του αριστερού ρεύματος για το ζήτημα του ευρώ.
Αυτό το βλέπουμε ξεκάθαρα σε όλες της εκφάνσεις της ριζοσπαστικής αριστεράς σήμερα.
Ο Λένιν έλεγε πως, ο αριστερισμός, είναι η «παιδική ασθένεια της αριστεράς». σήμερα όμως, η "γερασμένη" από πλευράς εμπειρίας και ιστορικής γνώσης αριστερά, δεν κινδυνεύει τόσο από "παιδικές" ασθένειες, όσο από άλλες- σχεδόν ανίατες, "γεροντοαρρώστιες", από πλευράς της παλαιοπολιτικής της, κυρίως κουλτούρας και της ανικανότητας της, να δημιουργεί πρωτοποριακούς ορίζοντες και κοινωνικοπολιτικά άλματα.
Λίγους μήνες πριν από τις εκλογές του Μαΐου, τότε που ακόμα υπήρχε ένα αρκετά δυνατό αίσθημα αναζήτησης και κριτικής δημιουργίας μέσα στους κόλπους της αριστεράς, το κύριο ζήτημα που τέθηκε σε εντατική συζήτηση, ήταν η περιβόητη «ενότητα της αριστερά».
Το ζήτημα, τέθηκε κατ' αρχάς από τον ευρύτερο κόσμο της αριστεράς, ο οποίος ανάμεσα στις πολύ δύσκολες- πολιτικά συνθήκες της Κυβέρνησης Παπαδήμου αλλά και της- όχι ικανοποιητικά δημοσκοπικής ανόδου της ευρύτερης ριζοσπαστικής αριστεράς (μη ικανοποιητικής σε σχέση με την οργανωμένη επίθεση που έχει εξαπολύσει, σύσσωμο το αστικό μπλοκ), δεν έβλεπε ένα συγκεκριμένο τρόπο και ένα συγκεκριμένο πολιτικό φορέα μέσω του οποίου, ο λαός θα περνούσε σε μια ανατροπή αυτής της πρωτοφανής κατάστασης.
Τα επιτελεία της ριζοσπαστικής αριστεράς, από το ξέσπασμα της κρίσης, έχουν ή ακόμη προσπαθούν να συντάξουν ένα- κατά τα δικά τους πρότυπα, ρεαλιστικό πρόγραμμα ενάντια στην κρίση και υπέρ των εργαζομένων.
Αν γυρίσουμε πίσω στο 2009, θα παρατηρήσουμε πως οι δυνάμεις της κομμουνιστικής αριστεράς, το ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, καθώς και οι υπόλοιπες δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, πάνω στην ανάλυση της οικονομικής κατάστασης, έθεσαν ως βασικό ζήτημα την διεθνή οικονομική κρίση την οποία- σωστά έκριναν ως τη μεγαλύτερη καπιταλιστική κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου από το 1929.
Έχοντας ως βασικό μπούσουλα, τις επιπτώσεις της πάνω στην οικονομία και την κοινωνία πρόταξαν το ζήτημα της αποδέσμευσης από την ΕΕ, η οποία πλέον εμφανίζεται πιο σκληρός υποστηρικτής του κεφαλαίου αλλά και ο κύριος εφαρμοστής της πολιτικής που θα επιβάλει στους λαούς, να πληρώσουν την κρίση του κεφαλαίου.
Η ανάλυση αυτή από κει και πέρα, μας έδειξε πως από τη στιγμή που η κρίση- τουλάχιστον παροδικά μετατρέπεται από χρηματοπιστωτική σε κρίση χρέους, μέσω των συνεχόμενων πακέτων στήριξης προς τα μεγάλα οικονομικά κέντρα και κυρίως τον τραπεζικό τομέα, ειδικά για τις χώρες της ευρωζώνης, είναι επιτακτικό ζήτημα η διαγραφή των χρεών και η διάλυση του κοινού νομίσματος, το οποίο επηρεασμένο από την καπιταλιστική κρίση, μετατρέπεται όλο και πιο πολύ σε «θηλιά» στο λαιμό των υπό κρίση χωρών, αλλά και εμπόδιο σε οποιαδήποτε οικονομική ανάκαμψη τους, έστω και σε καπιταλιστικά πλαίσια.
Τα παραπάνω αιτήματα, είναι φυσικά πιο περιορισμένα στον επανέλεγχο των εθνικών οικονομιών και γι αυτό, σε συνδυασμό με το αίτημα των εθνικοποιήσεων- κόντρα στο κύριο δόγμα της αστικής τάξης, η οποία προτάσσει τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις- αποκρατικοποιήσεις, εποικοδομεί ένα πλαίσιο- το οποίο αν και πάλι επηρεάζει την οικονομία των κρατών, όμως δεν εγγυάται κάποιο όφελος για την εργατική τάξη και τα ευρύτερα φτωχοποιημένα κοινωνικά στρώματα.
Είναι δεδομένο, πως όλα τα παραπάνω, μέσα σε ακραίες πολιτικοοικονομικές καταστάσεις- τις οποίες μάλιστα καλό είναι να περιμένουμε πολύ σύντομα, μπορεί να τα εφαρμόσει ακόμα και η ίδια η αστική τάξη. Ειδικά στη χώρα μας, όπου οι διεθνείς σωτήρες ΕΕ-ΔΝΤ, πάνω στο αδιέξοδο που ενδέχεται να προκύψει, δεν είναι καθόλου διατεθειμένοι να διακινδυνεύσουν οτιδήποτε, για να σώσουν την ασήμαντη γι αυτούς ελληνική αστική τάξη. Είδη από καιρό, το μόνο που κάνει η Γερμανία και οι υπόλοιπες ηγεμονικές δυνάμεις της ΕΕ, είναι να εξασφαλίσουν τις επενδύσεις τους, μέσα στο ελληνικό έδαφος, όχι όμως και τις ελληνικές.
Άρα, το πλαίσιο, Αποδέσμευση από την ευρωπαϊκή ένωση, διάλυση της ευρωζώνης και επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, παύση πληρωμών και μονομερής διαγραφή του χρέους καθώς και εθνικοποίηση των μεγάλων επιχειρήσεων στρατηγικού χαρακτήρα, χρειάστηκε κάτι ακόμη για να μετατραπεί από οικονομικίστικο σε φιλεργατικό- φιλολαϊκό πολιτικό πρόγραμμα.
Το ΚΚΕ αντιπροτείνει το πέρασμα στη Λαϊκή οικονομία και Λαϊκή εξουσία, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ την κοινωνικοποίηση και τον εργατικό έλεγχο των μέσων παραγωγής, από αντικαπιταλιστική σκοπιά συνεπικουρούμενη από την άμεσο-δημοκρατία . Όπως και να έχει- καθώς το συγκεκριμένο ζήτημα αποδέχεται πλατιά συζήτηση (από τη μια το ζήτημα του σοσιαλισμού μόνο σε μια χώρα, από την άλλη ο αντικαπιταλισμός ως ένας νέος φορέας για το πέρασμα στο σοσιαλισμό), το σίγουρο είναι ότι πηγάζει από το στρατηγικό αίτημα της σοσιαλιστικής μετάβασης, προς όφελος της εργαζόμενης πλειοψηφίας.
Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ, από την αρχή της κρίσης, έχει μετατρέψει το πολιτικό του πρόγραμμα, πάμπολλες φορές- με εξαίρεση το αριστερό ρεύμα του Συνασπισμού και κάποια στελέχη των ευρύτερων συνιστωσών του, οι οποίοι έχουν ταχθεί στο αρχικό τους πλαίσιο, κάνοντας όμως πίσω σε αρκετά ζητήματα, ειδικά στην προεκλογική περίοδο, π.χ. προεκλογικά παρατηρήσαμε την αυτολογοκρισία του των στελεχών του αριστερού ρεύματος για το ζήτημα του ευρώ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν, αρχικά και σε σχέση με της κομουνιστικές δυνάμεις, δεν εκτίμησε σωστά την διεθνή οικονομική κατάσταση και έπεσε σε αρκετούς «λάκκους», όπως το ότι η κρίση είναι ένα κατασκεύασμα του νεοφιλελευθερισμού, για να εφαρμόσει τις διαρθρωτικές αλλαγές στην Ελλάδα.
Στη συνέχεια και ενώ είδη τα πράγματα δυσκόλεψαν, ιδιαίτερα μετά την εισαγωγή μας στο μηχανισμό χρηματοπιστωτικής στήριξης, δηλαδή όταν εμφανίστηκε για τα καλά το πρόβλημα του χρέους, ο ΣΥΡΙΖΑ ως απάντηση σε αυτό το πολύ σοβαρό θέμα, άλλαξε μια σειρά από προτάσεις, όπως την έκδοση ευρωομολόγου, την 5ετή περίοδο χάριτος και ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις, πρόταξε την δημιουργία επιτροπής λογιστικού ελέγχου, για τη διαγραφή του μη νόμιμου και απεχθούς μέρους του χρέους.
Όσων αφορά, το ζήτημα της ΕΕ και του Ευρώ, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ξεκάθαρος. Όσο και να τον «κατηγορούν» τα επιτελεία του αστικού μπλοκ , πως επιζητά την αποδέσμευση και μάλιστα και από την ΕΕ, ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, με σχεδόν καθημερινές παρεμβάσεις του, έχει δείξει πως ίσως θέλει την παραμονή της χώρας μας στη ζώνη του ευρώ, περισσότερο και από την ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ! Αλλιώς, δεν εξηγούνται οι- σχεδόν καθημερινές εξαγγελίες του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα, προς την τρικομματική κυβέρνηση, με τις οποίες την κατηγορεί πως θα μας βγάλει από το Ευρώ.
Επίσης, αν και έθεσε το ζήτημα των εθνικοποιήσεων και στρατηγικό στόχο τον Σοσιαλισμό (μέχρι την δημοσιοποίηση της διακήρυξης του νέου ΣΥΡΙΖΑ, παρέμενε στην αντίθεση του στον νεοφιλελευθερισμό και την «εξυγίανση» του καπιταλισμού), παρουσιάζει ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της Ελληνικής οικονομίας, μέσω της καπιταλιστικής ανάπτυξης, των επενδύσεων της ΚΑΠ, του ΕΣΠΑ και εν τέλει την παροχή οικονομικής στήριξης από την ΕΕ προς το Ελληνικό κεφάλαιο.
Ο κόσμος της ευρύτερης ριζοσπαστικής αριστεράς, στελέχη, ακόμη και ολόκληροι φορείς επιζητούν τη δημιουργία ενός ενιαίου μετώπου. Η πιο συχνά εμφανιζόμενη πρόταση, είναι αυτή του Ενιαίου παναριστερού μετώπου, στο οποίο μεν θα υπάρξει ένας συμβιβασμός στα ελάχιστα εκείνα σημεία του προγράμματος, άλλα από την άλλη θα υπάρχει η διατήρηση της αυτονομίας των διαφόρων συντελεστών του.
Πολλοί επικαλούνται το ΕΑΜ, άλλοι τον Μάο και άλλοι την απελπισία που έχει επιφέρει η καπιταλιστική λαίλαπα, όμως οι δύσκολες καταστάσεις επιζητούν και δύσκολες αποφάσεις (για να μην το θέσω λαϊκά). Έτσι, δεν μπορούμε να αναλωνόμαστε σε έννοιες της ενότητας για την ενότητα και μάλιστα μια ενότητα που πολύ πιθανόν θα αποβεί ένα μοιραίο λάθος.
Νέο ΕΑΜ; Ναι, αλλά σε πια βάση;
Ο εχθρός του λαού τώρα δεν είναι ούτε τα ναζιστικά τάγματα, ούτε ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, αλλά η σκληρά ταξική επίθεση που πραγματοποιεί το διεθνές κεφάλαιο ενάντια στην εργατική τάξη και την υπόλοιπη φτωχή κοινωνία καθώς και η Ιμπεριαλιστική επέμβαση Γερμανίας - Αμερικής μέσω των οικονομικών τους οργάνων (ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ).
Οι στόχοι του ΕΑΜ θα πρέπει να είναι ξεκάθαροι. Δεν μπορούν παρά να είναι αντικαπιταλιστικοί για να είναι νικηφόροι. Το ΕΑΜ θα πρέπει να μας σώσει από την πείνα και να σώσει και την εργατιά!
Καταλαβαίνουμε λοιπόν, πως η όποια αριστερή σύμπραξη στο όνομα της άμεσης λαϊκής σωτηρίας, ειδικά όταν η Κομμουνιστική αριστερά πιέζεται από την άμεση διεκδίκηση της Κυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ, με τα σημερινά δεδομένα, ή είναι απραγματοποίητη ή καταστροφική. Και δεν θα ναι καταστροφή για την αριστερά, αλλά για τον ίδιο το λαό, ο οποίος δεν θα έχει πια κανένα αποκούμπι και θα στραφεί στα διάφορα ακροδεξιά μορφώματα.
Η πραγματική αλλά και ουσιαστική λύση, είναι να συσπειρωθεί, μια μάζα ανθρώπων, οργανώσεων και κοινωνικών φορέων η οποία είναι ικανή να πρωτοπορήσει και να συμπαρασύρει ολόκληρη την αριστερά σε μια ουσιαστική αναμέτρηση στα «μαρμαρένια αλώνια» της αστικής τάξης.
Παρ' όλα αυτά, το μεγάλο πρόβλημα για την αριστερά δεν βρίσκεται στο τρόπο με τον οποίο επιδιώκεται αυτή η ενότητα ή στο προγραμματικό σκέλος αλλά στον τρόπο με τον οποίο αυτά παράγονται και μετατρέπονται σε πράξη.
Με λίγα λόγια, το μεγάλο «καρκίνωμα» της αριστεράς είναι τα ίδια της τα επιτελεία. Και όχι γιατί δεν απαρτίζονται από άξια στελέχη ή είναι διεφθαρμένα (ίσα- ίσα η ελληνική αριστερά πλαισιώνεται από τα πιο αξιόλογα στελέχη σε διεθνές επίπεδο), αλλά μεγαλώνοντας, ζώντας, κοινωνικοποιώντας και πολιτικολογώντας σε ένα σύστημα που κυριαρχείται από την αστική ιδεολογία, δεν είναι δυνατόν να μην επηρεάζεσαι. Αλίμονο, αν λέγαμε ότι η αριστερά και συγκεκριμένα τα ιστορικά κόμματα της αριστεράς- διεθνώς ήταν σε όλες τις περιόδους «αριστερά»! Υπάρχουν άπειρα ιστορικά παραδείγματα, αλλιώς τι νόημα θα είχε η έννοια της πρωτοπορίας και του κοινωνικού άλματος;
Έτσι λοιπόν, ο κόσμος της αριστεράς, είναι κατ' αρχάς δέσμιος πρώτα του ίδιου, του κόμματος και μετά της υπόλοιπης αριστεράς.
Όλα τα κόμματα, οι οργανώσεις και τα μορφώματα είναι αναγκαία επηρεασμένα από τον αστικό τρόπο λειτουργίας, δηλαδή από τα «πάνω». Υπάρχει παντού μια ομάδα η οποία κινεί τα νήματα, θέτει τις αποφάσεις, τις γραμμές και την πολιτική προς τα κάτω.
Αυτό το βλέπουμε ξεκάθαρα σε όλες της εκφάνσεις της ριζοσπαστικής αριστεράς σήμερα.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, δείχνει να μην υπακούει στο λαϊκό ρεύμα που τον ακολουθεί, καθώς και από δημοσκοπική άποψη αλλά και την εμπειρία των αγώνων τα τελευταία χρόνια, είναι φανερό πως ένα μεγάλο μέρος του κόσμου που πλαισιώνει και εκλογικά και οργανωτικά τον ΣΥΡΙΖΑ δεν επιθυμεί την παραμονή της Ελλάδας στο Ευρώ, ακόμα και στην ΕΕ, δεν συμφωνεί με την αστική νομιμότητα και επιθυμεί βαθύτερες τομές στην πολιτική, την τακτική και τη στρατηγική του κόμματος.
Αντίστοιχα το ΚΚΕ, δεν ακούει τις βάσεις του, οι οποίες το θέλουν σε μια ευρύτερη συζήτηση- σε μια συνεννόηση με την υπόλοιπη ριζοσπαστική αριστερά και ιδίως με τα κομμάτια της εξωκοινοβουλευτικής κομουνιστικής αριστεράς καθώς και την επαναθεμελίωση της τακτικής και στο εργατικό κίνημα αλλά και στο ζήτημα της στρατηγικής του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Τέλος η- αν και νεοσύστατη, αλλά είδη εμφανώς γερασμένη πολιτικά ΑΝΤΑΡΣΥΑ ( νεοσύστατη, εννοώντας συνολικά τον φορέα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και όχι την ιστορική αγωνιστική παράδοση των συνιστωσών και αγωνιστών της), παρουσιάζει τα ίδια ακριβώς παλαιοπολιτικά συμπτώματα της «από τα πάνω» λειτουργίας, αδυνατώντας μέχρι στιγμής να ομογενοποιηθεί και στο πολιτικό αλλά και το εργατικό ζήτημα, αφήνοντας πίσω ορισμένα κομμάτια των ρεφορμιστικών αλλά και σεχταριστικών τάσεων, αποδεικνύοντας έτσι ότι ο αντικαπιταλισμός, είναι ένας υπαρκτός πόλος, τουλάχιστον στην Ελληνική κοινωνία.
Όσο λοιπόν τα επιτελεία της Αριστεράς, περιμένουν την ενότητα, την κυβέρνηση, την εξουσία ή την επανάσταση με τη μορφή ενός ώριμου φρούτου, το οποίο θα πέσει στην ώρα του, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι πολύς κόσμος της Αριστεράς, εδώ και καιρό, περιμένει την αλλαγή της λειτουργίας της ίδιας της αριστεράς και την γένεση μιας πρωτοπορίας η οποία θα συμπαρασύρει την κοινωνία σε μια συνολική ανατροπή των μέχρι τώρα κοινωνικών συσχετισμών. Το κακό είναι ίσως, πως ο κόσμος της Αριστεράς προσμένει αυτή την αλλαγή με την λογική του ώριμου φρούτου.
Ανάρτηση από : http://babushkagr.blogspot.gr