Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

«Χωρίς ποντίκια και χωρίς Ελληνες»

Των Αλεξάνδρας Φιλήνδρα Διονύση Mιντζὀπουλου*

Οι ταραχές ξεκίνησαν την 1η Αυγούστου. Ομάδες πολιτών, απόστρατοι και βετεράνοι κατέβηκαν στο κέντρο για μια διαμαρτυρία που δεν ήταν σαν τις άλλες. Οι διαδηλωτές είχαν στόχο το ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τους μετανάστες. Μέρες νωρίτερα, μετανάστες ιδιοκτήτες ενός καφέ έδιωξαν από το μαγαζί τους πολίτη, ο οποίος στο μεθύσι του είχε πιάσει καυγά με τους σερβιτόρους. Το επεισόδιο πήρε μυθικές διαστάσεις. Ο κόσμος αναστατώθηκε από φήμες ότι μετανάστες ξυλοφόρτωσαν έναν αθώο πολίτη. Το βράδυ της 1ης Αυγούστου, πολίτες υποκινούμενοι από στρατιώτες, οπλισμένοι με λοστούς και ξύλα, επιτέθηκαν εναντίον των μεταναστών. Το πλήθος έσπασε βιτρίνες και κατέστρεψε ολοσχερώς καφέ και εστιατόρια, ενώ η αστυνομία και οι ειδικές δυνάμεις παρακολουθούσαν από απόσταση. Eπειτα από τέσσερις μέρες καταστροφών, όλα τα μαγαζιά των μεταναστών καταστράφηκαν, 150 άτομα τραυματίστηκαν και 25 προσήχθησαν στο αυτόφωρο.
Σε ποια γειτονιά της Αθήνας έγιναν αυτά τα επεισόδια και ο πληροφορημένος αναγνώστης δεν το πήρε χαμπάρι; Εχετε δίκιο να απορείτε. Τα γεγονότα αυτά που τόσο θυμίζουν τα συμβάντα στη Ραφήνα πριν από λίγες εβδομάδες, δεν συνέβησαν στην Ελλάδα του 2012 αλλά στο Τορόντο του Καναδά το 1918. Και, βέβαια, έχετε δίκιο να αναρωτιέστε γιατί είναι απαραίτητο να ξεθάψουμε μια τόσο παλιά ιστορία.
 

Ωστόσο, το επεισόδιο αυτό από την ιστορία του Καναδά έχει ιδιάζουσα σημασία για εμάς τους Ελληνες, καθώς στόχος των Καναδών πολιτών ήταν Ελληνες μετανάστες. Τον Αύγουστο του 1918, λοιπόν, πάνω από 5.000 Καναδοί επιτέθηκαν εναντίον των «βρωμο-Ελλήνων» κατοίκων του Τορόντο. Η καναδική ιστορία έχει κατατάξει αυτή τη ρατσιστική επίθεση, η οποία είχε τις ρίζες της στις κοινωνικές και πολιτικές αναταράξεις που έφερε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ανάμεσα στις «μεγάλες ντροπές» της χώρας.
«Ο Αύγουστος του 1918» αποτελεί μια από τις χειρότερες επιθέσεις κατά Ελλήνων μεταναστών, αλλά δεν είναι η μόνη. Το 1909, η ελληνική κοινότητα μπήκε στο στόχαστρο των κατοίκων της Ομάχα στη Νεμπράσκα, διότι τα αφεντικά στα εργοστάσια έφερναν Ελληνες εργάτες ως απεργοσπάστες. Ενα πλήθος 3.000 Αμερικανών κατέβηκε στην ελληνική γειτονιά για να παραδώσει τελεσίγραφο: «Αν θέλετε τη ζωή σας, να φύγετε από την Ομάχα». Στη Νέα Υόρκη, Αμερικανοί εστιάτορες έβαζαν ταμπέλες στις βιτρίνες τους που έλεγαν: «Αγνό αμερικανικό φαγητό. Χωρίς ποντίκια και χωρίς Ελληνες».
Η ελληνική παροικία της Βορείου Αμερικής έζησε για δεκαετίες τον ρατσισμό, την ξενοφοβία και τον κοινωνικό αποκλεισμό σε μια ήπειρο που αναγνώριζε μόνο τους «λευκούς» ως πολίτες και θεωρούσε τους Ελληνες κατώτερη φυλή. Η κοινωνική ανθρωπολογία της εποχής είχε κατατάξει τους Ελληνες βιολογικά και ηθικά σε μια υποδεέστερη φυλή και αυτού του τύπου τα ρατσιστικά επιχειρήματα χρησιμοποιούνταν από την πολιτεία αλλά και από εργοδότες που παραβίαζαν τα δικαιώματα των Ελλήνων μεταναστών. Οι Αμερικανοί περιφρονούσαν τους Ελληνες μετανάστες διότι τους θεωρούσαν απείθαρχους, βρώμικους και βίαιους και πίστευαν ότι οι Ελληνες δεν είχαν τον πατριωτισμό και την ευγενή ψυχή που απαιτούσε η χώρα. Στον αμερικανικό Νότο, οι Ελληνες, όπως και οι μαύροι και οι Μεξικανοί, αντιμετώπισαν τη βία και τον τρόμο της Κου-Κλουξ-Κλαν, της ρατσιστικής οργάνωσης που δεν απέχει πολύ σε ιδεολογία από τη Χρυσή Αυγή.
Ο απόδημος Ελληνισμός γνωρίζει καλά τι θα πει ρατσισμός και ποια είναι τα αποτελέσματά του. Επίσης αναγνωρίζει τις ευκαιρίες που του δόθηκαν στις νέες πατρίδες και είναι περήφανος για τη μεγάλη συμβολή όλων των μεταναστών στην ανάπτυξη των χωρών αυτών. Οπως μας θλίβει και μας οργίζει η συμπεριφορά των Καναδών και των Αμερικανών για τις φοβερές αδικίες που διέπραξαν με θύματα τους συμπατριώτες μας, εξίσου πρέπει να μας σοκάρει και η βία εναντίον μεταναστών στη Ραφήνα και οπουδήποτε αλλού. Αυτή η συμπεριφορά είναι ενάντια στις αξίες που θέλουμε να έχουμε ως έθνος και συνιστά βαθιά προσβολή στην ιστορική μνήμη των δικών μας μεταναστών που αγωνίστηκαν σκληρά για να κερδίσουν ίσα δικαιώματα και σωστή μεταχείριση και των δικών μας ξενιτεμένων πατεράδων.

* Η δρ Αλεξάνδρα Φιλήνδρα είναι καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις στο Σικάγο. Ο δρ Διονύσης Μιντζόπουλος είναι ερευνητής στο νοσοκομείο Μακλίν του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.


Ανάρτηση από: http://news.kathimerini.gr

Ευχαριστώ τον φίλο Γιώργο Κ.