Του Θανάση Τζιούμπα
Μια φορά κι έναν καιρό, στην πλατεία της Ροτόντας υπήρχε ένα υπογειάκι – βιβλιοπωλείο, Πράξη το έλεγαν, αυτοδιαχειριζόμενο, κινηματικό, ανοιχτό στην προώθηση κάθε απελευθερωτικής πρότασης κι ευαισθησίας. Τον ίδιο καιρό εκδιδόταν κι ένα περιοδικό, το ΑΜΦΙ, με υπότιτλο «για την απελευθέρωση της ομοφυλοφιλίας». Φυσικά το περιοδικό πουλιόταν στο βιβλιοπωλείο, θυμάμαι που το έφερνε ένας κατά τα άλλα συμπαθητικός τύπος, που αργότερα έκανε καριέρα ως εμβληματική φιγούρα των ομοφυλόφιλων, τηλεπερσόνα και ομοτράπεζος του Κωστόπουλου και του ΓΑΠ.
Ένα απόγευμα που είχα βάρδια έφερε το νέο τεύχος. Ο υπότιτλος είχε αλλάξει, είχε γίνει «για την απελευθέρωση της ομοφυλόφιλης επιθυμίας». Τόλμησα να τον ρωτήσω τι θέλει να πει ο ποιητής. Τι το’ θελα! Όταν η τροπική καταιγίδα κόπασε, είχα ενημερωθεί ότι η καταπιεσμένη ομοφυλόφιλη πλευρά μου μεταλλαγμένη σε ομοφοβία συνδεόταν με την μικροαστική μου αντίληψη περί ελευθερίας. Αυτό με έκανε θετικό μεν στο «δικαίωμα» σε μια συμπεριφορά, αλλά φοβικό στην ουσία και το κίνητρο της συμπεριφοράς, να αντιδρώ στην αναγνώριση της «επιθυμίας», οπότε το βήμα μου προς την ελευθερία ήταν μετέωρο. Ομολογώ ότι κλονίστηκαν οι βεβαιότητες μου, ίσως και να με σοκάρισε η σκέψη ότι μου έκανε απλά καμάκι.
Πέρασαν πάνω από 30 χρόνια από τότε. Τα απελευθερωτικά προτάγματα που δονούσαν τις δυτικές κοινωνίες ως ηχώ του Μάη του ’68 εξέπεσαν σε life style. Η «επιθυμία» στην εποχή του ύστερου καπιταλισμού απελευθερώθηκε, με έναν τρόπο ανάλογο με την «απελευθέρωση» της εργασίας από τα φεουδαλικά δεσμά την εποχή του πρώιμου. Το σύνθημα «το προσωπικό είναι πολιτικό» εξέπεσε στην κοινωνικοποίηση του ιδιωτικού ως δημόσιου, μέσω της ένταξης του στους κύκλους του εμπορεύματος. Ο «ελεύθερος» χρόνος, οι διαπροσωπικές σχέσεις, η σεξουαλικότητα χρειάστηκε να στερηθούν την δημιουργικότητα και την αλληλεπίδραση και να «εκσυγχρονιστούν» με την αντικειμενοποίηση τους. Ανάμεσα στην επιθυμία που γίνεται ανάγκη και την ικανοποίηση της μεσολαβούν αντικείμενα: η διασκέδαση – εμπόρευμα, οι διαμεσολαβημένες από το life style σχέσεις, η σεξουαλικότητα ως θέαμα αέναου ταξιδιού στα σώματα των άλλων. Χρειάστηκε να οριστούν πρότυπα συμπεριφοράς όπου η επίδοση να γίνει το μέτρο της ζωής.
Το ιδιωτικό έγινε δημόσιο στο όνομα της προστασίας της ιδιωτικότητας της επιλογής! Ο δημόσιος χώρος έγινε το πεδίο έκφρασης του ιδιωτικού, είτε πρόκειται για τους μπάφους της Πλατείας Συντάγματος είτε για τις «tutti frutti» γκέι παρελάσεις ανά τις πρωτεύουσες.
Δεν πρόκειται για πρόταση ενός άλλου αξιακού συστήματος ηθικής αλλά για την επίθεση σε κάθε ηθική πλην αυτής της έκφρασης της «επιθυμίας», που ενδύεται όλους τους συμβολισμούς του θεάματος και ανάγει την πορνογραφία ως επιτομή της τέχνης. Ή, ακόμη χειρότερα, δεν πρόκειται για πράξη διεκδίκησης δικαιώματος αλλά για πρόκληση καθαυτή και για τον εαυτό της. Μια πρόκληση που αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την αλλοτρίωση της ίδιας της επιθυμίας / ανάγκης / δικαιώματος που υποτίθεται ότι βρίσκεται στον πυρήνα της πράξης. Ένα μετείκασμα του ’68 με σαφή συμπτώματα γεροντικής άνοιας επιτίθεται στους ανεμόμυλους της αρτηριοσκληρωτικής «κανονικότητας», αναγορεύοντας την σε συνέχεια των μεγάλων ιεροεξεταστών και των φυλάκων του Άουσβιτς. Και στον ορυμαγδό της σύγκρουσης προβάλλει η «εφικτή νεωτερικότητα», αυτή του εμπορεύματος, που αυτονομιμοποιείται ως ο μόνος πραγματικός διαμεσολαβητής ανάμεσα στο «εγώ» και το «εσύ». Κι ίσως, καμία φορά, κι ανάμεσα στο «εγώ» και το «εγώ», τον ίδιο τον εσωτερικό μας κόσμο, μεταβάλλοντας τον σε μια αντανάκλαση του κόσμου των αντικειμένων.
Η ομοφυλόφιλη επιλογή αποτέλεσε μέρος αυτού του νεωτερικού main streaming, τουλάχιστον όπως η γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου αυξάνει τις πωλήσεις σέξι εσώρουχων.
«Όλοι διαφορετικοί» είναι το σύνθημα του θαυμαστού κόσμου της παγκοσμιοποίησης, της «εναλλακτικής» περιλαμβανόμενης. Κι είναι ο δρόμος να κονορτοποιηθεί κάθε «ανήκειν», κάθε «εμείς». Η διαφορετικότητα είναι ο πολιορκητικός κριός του συστήματος. Η διαφορετικότητα ως αυταξία και «κοινωνικό» πρότυπο. Αναγνώρισε με όχι επειδή είμαι δημιουργός, συγγραφέας, μουσικός, επιστήμονας, ακτιβιστής, εργάτης, αλλά επειδή είμαι «διαφορετικός». Ο συμπαθής ταύρος Φερδινάρδος του Ντίσνευ, αυτός που δεν ήθελε ταυρομαχία αλλά να μυρίζει τα λουλουδάκια, αντικαταστάθηκε από τις κραυγαλέες και θεατρικές ομοφυλόφιλες συμπεριφορές, κακέκτυπα μιας κοινωνικά κατασκευασμένης εικόνας της γυναίκας, στις οθόνες που διαμορφώνουν τα κοινωνικά πρότυπα: στα πρωινάδικα και τα μεσημεριανάδικα. Αύριο θα παρελαύνει στους δρόμους για να αντιπαραθέσει στον «καθωσπρεπισμό» της κοινωνίας την δημόσια επίδειξη της διαφορετικής σεξουαλικότητας. Είναι μια τέχνη που, όπως θα’λεγε ο Μπρέχτ, πρέπει να μεγεθύνει, ή να επιδεικνύει μεγεθυμένα τα σύμβολα του σκοτεινού αντικείμενου του πόθου.
Αυτό που δεν συνειδητοποιούν όσοι κι όσες θεωρούν τις δημόσιες εκφράσεις διακήρυξης της όποιας διαφορετικής ταυτότητας , με τον τρόπο και τους συμβολισμούς που πραγματώνονται, είναι ότι το πρώτο θύμα είναι η ίδια η επιλογή, η ίδια η ελευθερία. Η ελευθερία δεν χρειάζεται να την τρίψεις στην μούρη κανενός, είναι βίωμα και δημιουργία, είναι άσκηση κι όχι επίδοση.
*O Θανάσης Τζιούμπας είναι μέλος του ‘Μένουμε Θεσσαλονίκη’, και Αντιπρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων ΚΕΘΕΑ.
Ανἀρτηση από: https://menoumethess.wordpress.com