Του Γελωτοποιού
Είναι αποδεδειγμένο ιστορικά ότι οι κλειστές κοινωνίες δεν μπορούν να εξελιχτούν, μαραζώνουν μέχρι που αυτοκαταστρέφονται.
Αυτό που παράγει εξέλιξη είναι η επιμειξία πληθυσμών, ιδεών και πολιτισμών.
Ένας απομονωμένος πληθυσμός θα εκφυλιστεί -γονιδιακά και πολιτισμικά.
Οι μετανάστες, πέρα από φτηνή εργατική δύναμη που τόσο χρειάζονται οι πολυεθνικές και τα κράτη, είναι πηγή ενεργητικότητας, καινοτομιών.
Οι Λονδρέζοι συγκαιρινοί του σίγουρα θα περιφρονούσαν εκείνο το χαμίνι που ζητιάνευε και κοιμόταν στους δρόμους, όταν η μητέρα του ήταν στο άσυλο. Θα τον έβλεπαν σαν ένα ακόμα «βρωμιάρικο», που τους χαλούσε την ησυχία, την ασφάλεια, την ψευδαίσθηση της ανωτερότητας τους.
Αυτό το Χαμίνι, αυτός ο φτωχός, αυτός ο μετανάστης, έδωσε στην Αμερική στιγμές δόξας, στην ανθρωπότητα έδωσε γέλιο κι ελπίδα.
Το πρόσωπο του, ως Σαρλό, ήταν το πιο αναγνωρίσιμο πρόσωπο του 20ου αιώνα -μαζί με εκείνο του σατανικού του δίδυμου, του Αδόλφου.
Αυτοί οι άνθρωποι, αυτά τα παιδιά (κυρίως τα παιδιά), έτσι και τους δοθεί η ευκαιρία να επιβιώσουν, να εργαστούν, να σπουδάσουν, να κάνουν τέχνη, θα βοηθήσουν να δημιουργηθεί μια νέα ήπειρος.
Η Ευρώπη πνέει τα λοίσθια, ξεμωραμένη και γκρινιάρα, μια γριά με σάπια εντόσθια, μολυσμένα απ’ τους φασισμούς που γέννησε -και ποτέ δεν πέθαναν.
Έχει μείνει κλεισμένη στο γηροκομείο της ιστορίας της κι αναπολεί τα χρόνια της νιότης, τους αιώνες της δόξας και της φρίκης, ενώ καταπίνει αλεσμένες τροφές και κατουριέται πάνω της.
Κάποια συνθήματα της νεότητας -Liberté, égalité, fraternité- προτιμά να μην τα αναφέρει, ενώ τις νηπιακές εικόνες της αθηναϊκής δημοκρατίας τις έχει καταχωνιάσει στο ασυνείδητο.
Της τρέχουν τα σάλια και δυσκολεύεται να περπατήσει, αλλά απεχθάνεται τους ξένους, τους αλλόθροους, τους καινούριους, πιο πολύ απ’ τον εαυτό της.
Προσπαθεί να τους κρατήσει μακριά, για να μην της χαλάσουν την κηδεία.
Μια ανοιακή γριά που σκοτώνει παιδιά, αυτή είναι πια η Ευρώπη.
Και δεν καταλαβαίνει, ότι μόνο αν πάρει αυτά τα ξένα παιδιά στην αγκαλιά της θα συγχωρεθεί για όλα τα τέρατα που γέννησε κι έκανε και θα μπορέσει να φύγει ήσυχη, αφήνοντας στη θέση της μια νέα Ευρώπη, μια νέα Γη.
Ανάρτηση από: http://sanejoker.info
Είναι αποδεδειγμένο ιστορικά ότι οι κλειστές κοινωνίες δεν μπορούν να εξελιχτούν, μαραζώνουν μέχρι που αυτοκαταστρέφονται.
Αυτό που παράγει εξέλιξη είναι η επιμειξία πληθυσμών, ιδεών και πολιτισμών.
Ένας απομονωμένος πληθυσμός θα εκφυλιστεί -γονιδιακά και πολιτισμικά.
Οι μετανάστες, πέρα από φτηνή εργατική δύναμη που τόσο χρειάζονται οι πολυεθνικές και τα κράτη, είναι πηγή ενεργητικότητας, καινοτομιών.
~~
Ο Τσάρλι Τσάπλιν, ο άνθρωπος που εφηύρε τον κινηματογράφο, ήταν μετανάστης. Με τσιγγάνικα, εβραϊκά, γαλλικά και αγγλικά γονίδια, φτωχός εκ γενετής, αμόρφωτος, αφού δεν πήγε ποτέ σχολείο.Οι Λονδρέζοι συγκαιρινοί του σίγουρα θα περιφρονούσαν εκείνο το χαμίνι που ζητιάνευε και κοιμόταν στους δρόμους, όταν η μητέρα του ήταν στο άσυλο. Θα τον έβλεπαν σαν ένα ακόμα «βρωμιάρικο», που τους χαλούσε την ησυχία, την ασφάλεια, την ψευδαίσθηση της ανωτερότητας τους.
Αυτό το Χαμίνι, αυτός ο φτωχός, αυτός ο μετανάστης, έδωσε στην Αμερική στιγμές δόξας, στην ανθρωπότητα έδωσε γέλιο κι ελπίδα.
Το πρόσωπο του, ως Σαρλό, ήταν το πιο αναγνωρίσιμο πρόσωπο του 20ου αιώνα -μαζί με εκείνο του σατανικού του δίδυμου, του Αδόλφου.
~~
Η Γηραιά Ήπειρος θα έπρεπε να προσκαλεί τους πρόσφυγες, απ’ τους πόλεμους που η ίδια δημιούργησε και επιδότησε. Ως πηγή ανανέωσης, ως νέα νευρωνικά κύτταρα, που θα τη βγάλουν απ’ το Αλτσχάιμερ.Αυτοί οι άνθρωποι, αυτά τα παιδιά (κυρίως τα παιδιά), έτσι και τους δοθεί η ευκαιρία να επιβιώσουν, να εργαστούν, να σπουδάσουν, να κάνουν τέχνη, θα βοηθήσουν να δημιουργηθεί μια νέα ήπειρος.
Η Ευρώπη πνέει τα λοίσθια, ξεμωραμένη και γκρινιάρα, μια γριά με σάπια εντόσθια, μολυσμένα απ’ τους φασισμούς που γέννησε -και ποτέ δεν πέθαναν.
Έχει μείνει κλεισμένη στο γηροκομείο της ιστορίας της κι αναπολεί τα χρόνια της νιότης, τους αιώνες της δόξας και της φρίκης, ενώ καταπίνει αλεσμένες τροφές και κατουριέται πάνω της.
Κάποια συνθήματα της νεότητας -Liberté, égalité, fraternité- προτιμά να μην τα αναφέρει, ενώ τις νηπιακές εικόνες της αθηναϊκής δημοκρατίας τις έχει καταχωνιάσει στο ασυνείδητο.
Της τρέχουν τα σάλια και δυσκολεύεται να περπατήσει, αλλά απεχθάνεται τους ξένους, τους αλλόθροους, τους καινούριους, πιο πολύ απ’ τον εαυτό της.
Προσπαθεί να τους κρατήσει μακριά, για να μην της χαλάσουν την κηδεία.
Μια ανοιακή γριά που σκοτώνει παιδιά, αυτή είναι πια η Ευρώπη.
Και δεν καταλαβαίνει, ότι μόνο αν πάρει αυτά τα ξένα παιδιά στην αγκαλιά της θα συγχωρεθεί για όλα τα τέρατα που γέννησε κι έκανε και θα μπορέσει να φύγει ήσυχη, αφήνοντας στη θέση της μια νέα Ευρώπη, μια νέα Γη.