Στην καρδία του χειμώνα του 2014, μπροστά απ' τον με γαλαζιοπράσινες ρίγες μπερντέ που έκρυβε την είσοδο στις υπόγειες γαλαρίες, στοές και υπονόμους, ενός γραφείου φθοράς συνειδήσεωνγνωστού αρχηγού οίκου παραπληροφόρησης, που αναμφίβολα δικαίως κέρδισε με την διπλή όψη του σπαθιού τίτλους, τιμές και θέσεις, που τώρα ετοιμάζεται να εισέλθει στην τελευταία ευθεία για την διατήρηση και την ενίσχυση της εκπορνευμένης ματαιοδοξίας, ένεκα η πίτα έγινε τυρόπιτα, διεξήγαγε συζήτηση προβληματισμένος σφόδρα για τα μελλούμενα με έναν αλλόκοτα Μπερδεμένο συνομιλητή που δήλωσε γενικός Δραγάτης του Μπαχτσέ Τσιφλίκι.
_"Αυτός ο έτσι, ζήτησε πάλι να με έτσι. Δέχτηκα να ετσιθούμε. Τα είπαμε, τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε για μια νέα κουμπαριά".
_"Και τι σας ετσίθηκε ο έτσι, κύριε Μπερδεμένε;"
_"Δεν θα το πιστέψεις. Μου ετσίθηκε να κάνω τρίτο παιδί για να το βαφτίσει. Αντίθετα, του έδωσα εγώ..."
_"Τι του δώσατε;"
_"Την υπόσχεση ό,τι αν κερδίσω στη ρουλέτα θα του χαρίσω τα χρέη απ' τα "εξώγαμα" που τον έχουν πνίξει, αλλά παρόλα αυτά, εξακολουθεί να με πιέζει για το τρίτο παιδί. Θέλει ένα νόμιμο και όχι ένα μπάσταρδο. Τα παράνομα τα βρίσκει όπου θέλει."
Ήταν μια... επανάληψη της Ιστορίας με μορφή ιλαροτραγωδίας το γεγονός ό,τι η μυστική αυτή συνάντηση έγινε εν μέσω Τριωδίου και κατά την μεγάλη παρέλαση των καρναβαλιστών στο γραφείο που βρίσκεται πολύ κοντά στο εργαστήριο κατασκευής των αποκριάτικων αρμάτων. Άραγε, μπορεί το γραφείο αυτό να είχε ποτέ καταληφθεί από αποκριάτικες μάσκες και να παρακολουθούνταν ως... μόνιμη εστία παραγωγής σεναρίων διαπλοκής; Ο αλλόκοτος συνομιλητής αναλογίστηκε το ενδεχόμενο και προβληματίστηκε τα μάλα. Αλώστε, γνώριζε ό,τι εκτός από αιτήματα θα δεχόταν και εισηγήσεις περί της ανάγκης να μην διακοπεί η παραγωγή καρναβαλιστών υπό το πρίσμα της επωφελούς αλληλοϋποστήριξης, γεγονός που εξυπηρετούσε τον άρτι αφιχθέντα νεαρό Καρνάβαλο.
Το γραφείο της συνάντησης, ανήκε στον άρχοντα των δακτυλιδιών που μετά την αναπόφευκτη των θνητών μοίρα κύριος των δακτυλιδιών και άρχοντας των υπονόμων συνέχισε το τσιράκιον της φιλοζωικής, βεβαίως, και της μουσικοθεραπείας. Το γραφείο αυτό γνώρισε πιένες τα έτη της ευμάρειας, της εποχής που δέναν τα σκυλιά με τα λουκάνικα. Πέρασαν μυριάδες ικέτες και κολαούζοι για ένα ελάχιστο μερίδιο στη δόξα.
Δεν ήταν η πρώτη συνάντηση αυτή. Προηγήθηκαν άλλες τρεις σε συνθήκες πλήρους μυστικότητας και με διαφορετικές καρναβαλικές μάσκες κάθε φορά για να δέσει η μαγιονέζα, με πατάτες Νευροκοπίου, μια πρέζα αλάτι και μισή κουταλιά μουστάρδα.
"Είχα ακούσει ό,τι τρώει τα νύχια του αλλά αυτό που διαπίστωσα ήταν ότι είχε στην πένα μανικιούρ και πεντικιούρ." Έλεγε ο Μπερδεμένος στα υπόλοιπα ζαρζαβατικά του Μπαχτσέ Τσιφλίκι.
"Δεν είναι καθόλου καρνάβαλος. Αδίκως κατηγορείται." Έλεγε το τσιράκιον στους συνδαιτυμόνες.
Τους οδήγησαν σε ένα υπόγειο όπου σκανάρισαν το πρόσωπο του αλλόκοτα Μπερδεμένου Δραγάτη και εκτύπωσαν μάσκα την οποία φόρεσε ένας εκ των μασκοφόρων και ξεκίνησε μαζί με έναν συνεργάτη του ως οδηγό για τον προορισμό που είχε ο Μπερδεμένος. Ενδιάμεσα επικοινώνησε με το τσιράκιο για να του γνωστοποιήσει ό,τι θα καθυστερήσει καθώς δεν έβρισκε ανοιχτό ζαχαροπλαστείο για να του αγοράσει τα αγαπημένα του γλυκά.
Όταν έφθασε το αυτοκίνητο σταμάτησε στην είσοδο της πολυκατοικίας που βρισκόταν το γραφείο του τσιρακίου. Μόλις ο θυρωρός αντιλήφθηκε τον Δραγάτη έσπευσε να τον αποτρέψει να εισέλθει από την κίτρινη σιδερένια είσοδο για να μην του ζητήσουν αυτόγραφο οι εργαζόμενοι που αν γινόταν θα... έμενε στην ιστορία αφού οι μπουνταλάδες πάνε στο σφαγείο και οι αλεπούδες στο παζάρι.
Αναγκαστικά έπρεπε μέσω άλλης οδού να φτάσει στο γραφείο με τα κίτρινα έπιπλα. Ο Θυρωρός έγνεψε στους δυο επισκέπτες να τον ακολουθήσουν. Όμως, πλησίον της εισόδου της πολυκατοικίας υπήρχαν τρεις άνθρωποι στα παρακείμενα πεζοδρόμια. Ένας καστανάς που φυσούσε συνέχεια τη φωτιά ενώ κόντευε να γίνει παρανάλωμα η τέντα του υπερκείμενου ορόφου, ένας τυφλός ακορντεονίστας που έπαιζε συνέχεια και φάλτσα τα κύματα του Δουνάβεως και μια τσατσά που μοίραζε κάρτες με τη νέα διεύθυνση του οίκου ανοχής της, αλλά, μάλλον δεν είχαν δώσει σημασία (ή έτσι άφηναν να φαίνεται...) στην κινητικότητα του οδηγού φρουρού του Δραγάτη ο οποίος τον τραβούσε με πείσμα από το μανίκι.
Ο Θυρωρός κατέβηκε από το πεζοδρόμιο στο οδόστρωμα, σήκωσε τη βαριά μεταλλική σχάρα και ζήτησε απ' τον Δραγάτη να κατέβει στον υπόνομο όπου τον περίμενε ειδικό βαγονέτο που θα τον μετέφερε στο γραφείο με τα κίτρινα έπιπλα. Τότε ο οδηγός φρουρός ψιθύρισε κάτι στο αυτί του Μπερδεμένου κι αυτός αρνήθηκε να κατέβει στον υπόνομο. Μόλις είχε αποτραπεί ένα απροσδόκητο και ατυχέστατο περιστατικό. Κλήθηκε η Πυροσβεστική η οποία ανύψωσε τη σκάλα διαφυγής από την οποία ο Δραγάτης κατάφερε να φτάσει στη βεράντα του γραφείου με τα κίτρινα έπιπλα. Η πόρτα της βεράντας ήταν ανοιχτή και εισήλθε στο γραφείο. Σκούπισε τις σόλες των υποδημάτων του στο πατάκι και προχώρησε στο εσωτερικό του γραφείου.
Παρατηρούσε έντονα την ταπισερί από τις δανειακές συμβάσεις που την αποτελούσαν κολλημένες η μια δίπλα στην άλλη και κάλυπταν εκτός των τεσσάρων τοίχων και το ταβάνι. Δεν ήταν όμως μόνος του σ' αυτό το ευάερο, πλημμυρισμένο από "αέρα" γραφείο. Στην σκαλιστή πολυθρόνα του κίτρινου γραφείου και πάνω σε ένα ευμέγεθες μαξιλάρι καθόταν μια ευτραφής κατάμαυρη γάτα με κόκκινα μάτια που θύμιζαν περισσότερο μάτια λύκου, ή έστω ύαινας, με μια κορδέλα τυλιγμένη γύρω απ' το λαιμό της απ' την οποία κρέμονταν ένα μενταγιόν που έμοιαζε με σύμβολο, ουχί με σταυρό, με ένα εντυπωσιακό γυαλιστερό τρίχωμα που το φως δημιουργούσε πράσινες, κίτρινες, μπλε, κόκκινες, ανταύγειες που χάνονταν και έμενε το αρχικό μαύρο κάθε φορά που ανάσαινε βαθιά, έχοντας στην αγκαλιά της ένα τσούρμο οικόσιτων των υπονόμων που τα χάϊδευε με τα γαμψά της νύχια.
Ο επισκέπτης απορημένος καθώς δεν είδε τον οικοδεσπότη ρώτησε: "Είναι κανείς εδώ;"
Και η γάτα του απάντησε: "Στραβός είσαι δεν βλέπεις;"
Ο Μπερδεμένος μπερδεύτηκε ακόμη περισσότερο. Γιατί στραβός δεν ήταν και γιατί νόμιζε ό,τι βλέπει πολύ καθαρά. Κάθισε του είπε η γάτα σε όποια καρέκλα θέλεις εκτός από αυτήν που δεν έχει πόδια. Μέσα σε δυο λεπτά έλειωσαν οι πάγοι και απολάμβαναν τη φιλία τους σαν "πατέρας" και "γιος". Και ο "γιος" σε ένδειξη ευγνωμοσύνης που τον δέχτηκε, μετά την επιστροφή του, τη μεταμέλεια του για την προηγούμενη ασωτία του, απάλλαξε τον "πατέρα" από τα χρέη που δημιούργησε η μουσικοθεραπεία του. Η ανταπόδοση που περίμενε, δυστυχώς, δεν θα έρθει ποτέ. Υπάρχουν και εισαγγελείς που κάνουν τη δουλειά τους και, μάλιστα, πολύ καλά (εκτός και αν...).
*τα πρόσωπα της παρωδίας ουδεμία σχέση έχουν με αυτά της νουβέλας, αποτελούν επινόηση για την κατανόηση της παρωδίας
_"Και τι σας ετσίθηκε ο έτσι, κύριε Μπερδεμένε;"
_"Δεν θα το πιστέψεις. Μου ετσίθηκε να κάνω τρίτο παιδί για να το βαφτίσει. Αντίθετα, του έδωσα εγώ..."
_"Τι του δώσατε;"
_"Την υπόσχεση ό,τι αν κερδίσω στη ρουλέτα θα του χαρίσω τα χρέη απ' τα "εξώγαμα" που τον έχουν πνίξει, αλλά παρόλα αυτά, εξακολουθεί να με πιέζει για το τρίτο παιδί. Θέλει ένα νόμιμο και όχι ένα μπάσταρδο. Τα παράνομα τα βρίσκει όπου θέλει."
***
Η Ιστορία της ειρωνείας
Η συνάντηση του φθορέα των συνειδήσεων με τον αλλόκοτο επισκέπτη είχε λάβει χώρα στο καταμεσήμερο της Κυριακής της Τυρινής. Η Κυριακή της Τυρινής είναι η ημέρα πριν την Καθαρή Δευτέρα. Όλοι οι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, σε ολόκληρο τον κόσμο, τη μέρα αυτή τρώνε τυρόπιτες, μπουρεκάκια με γέμιση κατά προτίμηση γίδινου λόγω μειωμένων λιπαρών και η συζήτηση για τα καθέκαστα γίνεται μεταξύ τυρού και αχλαδιού.Ήταν μια... επανάληψη της Ιστορίας με μορφή ιλαροτραγωδίας το γεγονός ό,τι η μυστική αυτή συνάντηση έγινε εν μέσω Τριωδίου και κατά την μεγάλη παρέλαση των καρναβαλιστών στο γραφείο που βρίσκεται πολύ κοντά στο εργαστήριο κατασκευής των αποκριάτικων αρμάτων. Άραγε, μπορεί το γραφείο αυτό να είχε ποτέ καταληφθεί από αποκριάτικες μάσκες και να παρακολουθούνταν ως... μόνιμη εστία παραγωγής σεναρίων διαπλοκής; Ο αλλόκοτος συνομιλητής αναλογίστηκε το ενδεχόμενο και προβληματίστηκε τα μάλα. Αλώστε, γνώριζε ό,τι εκτός από αιτήματα θα δεχόταν και εισηγήσεις περί της ανάγκης να μην διακοπεί η παραγωγή καρναβαλιστών υπό το πρίσμα της επωφελούς αλληλοϋποστήριξης, γεγονός που εξυπηρετούσε τον άρτι αφιχθέντα νεαρό Καρνάβαλο.
Το γραφείο της συνάντησης, ανήκε στον άρχοντα των δακτυλιδιών που μετά την αναπόφευκτη των θνητών μοίρα κύριος των δακτυλιδιών και άρχοντας των υπονόμων συνέχισε το τσιράκιον της φιλοζωικής, βεβαίως, και της μουσικοθεραπείας. Το γραφείο αυτό γνώρισε πιένες τα έτη της ευμάρειας, της εποχής που δέναν τα σκυλιά με τα λουκάνικα. Πέρασαν μυριάδες ικέτες και κολαούζοι για ένα ελάχιστο μερίδιο στη δόξα.
Δεν ήταν η πρώτη συνάντηση αυτή. Προηγήθηκαν άλλες τρεις σε συνθήκες πλήρους μυστικότητας και με διαφορετικές καρναβαλικές μάσκες κάθε φορά για να δέσει η μαγιονέζα, με πατάτες Νευροκοπίου, μια πρέζα αλάτι και μισή κουταλιά μουστάρδα.
"Είχα ακούσει ό,τι τρώει τα νύχια του αλλά αυτό που διαπίστωσα ήταν ότι είχε στην πένα μανικιούρ και πεντικιούρ." Έλεγε ο Μπερδεμένος στα υπόλοιπα ζαρζαβατικά του Μπαχτσέ Τσιφλίκι.
"Δεν είναι καθόλου καρνάβαλος. Αδίκως κατηγορείται." Έλεγε το τσιράκιον στους συνδαιτυμόνες.
***
Το ατύχημα που έγινε παρ' ολίγον
Η τέταρτη συνάντηση έγινε μετά από αίτημα του τσιρακίου και σε εφαρμογή του χειρόγραφου μηνύματος που άφησε ο αποδημήσας άρχοντας των δακτυλιδιών εάν κάποιο απ' αυτά χαθεί ή κινδυνέψει. Το ραντεβού κλείστηκε ως συνήθως στο ιστορικό γραφείο με τα κίτρινα έπιπλα για την συνέχιση της ιστορίας. Το αυτοκίνητο του Δραγάτη ξεκίνησε απ' το Μπαχτσέ Τσιφλίκι αλλά σε μια στροφή του δρόμου έπεσε πάνω σε μια ομάδα μασκοφόρων οι οποίοι το σταμάτησαν και βίαια απώθησαν τον οδηγό στη θέση του συνοδηγού και απήγαγαν όχημα και εποχούμενους.Τους οδήγησαν σε ένα υπόγειο όπου σκανάρισαν το πρόσωπο του αλλόκοτα Μπερδεμένου Δραγάτη και εκτύπωσαν μάσκα την οποία φόρεσε ένας εκ των μασκοφόρων και ξεκίνησε μαζί με έναν συνεργάτη του ως οδηγό για τον προορισμό που είχε ο Μπερδεμένος. Ενδιάμεσα επικοινώνησε με το τσιράκιο για να του γνωστοποιήσει ό,τι θα καθυστερήσει καθώς δεν έβρισκε ανοιχτό ζαχαροπλαστείο για να του αγοράσει τα αγαπημένα του γλυκά.
Όταν έφθασε το αυτοκίνητο σταμάτησε στην είσοδο της πολυκατοικίας που βρισκόταν το γραφείο του τσιρακίου. Μόλις ο θυρωρός αντιλήφθηκε τον Δραγάτη έσπευσε να τον αποτρέψει να εισέλθει από την κίτρινη σιδερένια είσοδο για να μην του ζητήσουν αυτόγραφο οι εργαζόμενοι που αν γινόταν θα... έμενε στην ιστορία αφού οι μπουνταλάδες πάνε στο σφαγείο και οι αλεπούδες στο παζάρι.
Αναγκαστικά έπρεπε μέσω άλλης οδού να φτάσει στο γραφείο με τα κίτρινα έπιπλα. Ο Θυρωρός έγνεψε στους δυο επισκέπτες να τον ακολουθήσουν. Όμως, πλησίον της εισόδου της πολυκατοικίας υπήρχαν τρεις άνθρωποι στα παρακείμενα πεζοδρόμια. Ένας καστανάς που φυσούσε συνέχεια τη φωτιά ενώ κόντευε να γίνει παρανάλωμα η τέντα του υπερκείμενου ορόφου, ένας τυφλός ακορντεονίστας που έπαιζε συνέχεια και φάλτσα τα κύματα του Δουνάβεως και μια τσατσά που μοίραζε κάρτες με τη νέα διεύθυνση του οίκου ανοχής της, αλλά, μάλλον δεν είχαν δώσει σημασία (ή έτσι άφηναν να φαίνεται...) στην κινητικότητα του οδηγού φρουρού του Δραγάτη ο οποίος τον τραβούσε με πείσμα από το μανίκι.
Ο Θυρωρός κατέβηκε από το πεζοδρόμιο στο οδόστρωμα, σήκωσε τη βαριά μεταλλική σχάρα και ζήτησε απ' τον Δραγάτη να κατέβει στον υπόνομο όπου τον περίμενε ειδικό βαγονέτο που θα τον μετέφερε στο γραφείο με τα κίτρινα έπιπλα. Τότε ο οδηγός φρουρός ψιθύρισε κάτι στο αυτί του Μπερδεμένου κι αυτός αρνήθηκε να κατέβει στον υπόνομο. Μόλις είχε αποτραπεί ένα απροσδόκητο και ατυχέστατο περιστατικό. Κλήθηκε η Πυροσβεστική η οποία ανύψωσε τη σκάλα διαφυγής από την οποία ο Δραγάτης κατάφερε να φτάσει στη βεράντα του γραφείου με τα κίτρινα έπιπλα. Η πόρτα της βεράντας ήταν ανοιχτή και εισήλθε στο γραφείο. Σκούπισε τις σόλες των υποδημάτων του στο πατάκι και προχώρησε στο εσωτερικό του γραφείου.
Παρατηρούσε έντονα την ταπισερί από τις δανειακές συμβάσεις που την αποτελούσαν κολλημένες η μια δίπλα στην άλλη και κάλυπταν εκτός των τεσσάρων τοίχων και το ταβάνι. Δεν ήταν όμως μόνος του σ' αυτό το ευάερο, πλημμυρισμένο από "αέρα" γραφείο. Στην σκαλιστή πολυθρόνα του κίτρινου γραφείου και πάνω σε ένα ευμέγεθες μαξιλάρι καθόταν μια ευτραφής κατάμαυρη γάτα με κόκκινα μάτια που θύμιζαν περισσότερο μάτια λύκου, ή έστω ύαινας, με μια κορδέλα τυλιγμένη γύρω απ' το λαιμό της απ' την οποία κρέμονταν ένα μενταγιόν που έμοιαζε με σύμβολο, ουχί με σταυρό, με ένα εντυπωσιακό γυαλιστερό τρίχωμα που το φως δημιουργούσε πράσινες, κίτρινες, μπλε, κόκκινες, ανταύγειες που χάνονταν και έμενε το αρχικό μαύρο κάθε φορά που ανάσαινε βαθιά, έχοντας στην αγκαλιά της ένα τσούρμο οικόσιτων των υπονόμων που τα χάϊδευε με τα γαμψά της νύχια.
Ο επισκέπτης απορημένος καθώς δεν είδε τον οικοδεσπότη ρώτησε: "Είναι κανείς εδώ;"
Και η γάτα του απάντησε: "Στραβός είσαι δεν βλέπεις;"
Ο Μπερδεμένος μπερδεύτηκε ακόμη περισσότερο. Γιατί στραβός δεν ήταν και γιατί νόμιζε ό,τι βλέπει πολύ καθαρά. Κάθισε του είπε η γάτα σε όποια καρέκλα θέλεις εκτός από αυτήν που δεν έχει πόδια. Μέσα σε δυο λεπτά έλειωσαν οι πάγοι και απολάμβαναν τη φιλία τους σαν "πατέρας" και "γιος". Και ο "γιος" σε ένδειξη ευγνωμοσύνης που τον δέχτηκε, μετά την επιστροφή του, τη μεταμέλεια του για την προηγούμενη ασωτία του, απάλλαξε τον "πατέρα" από τα χρέη που δημιούργησε η μουσικοθεραπεία του. Η ανταπόδοση που περίμενε, δυστυχώς, δεν θα έρθει ποτέ. Υπάρχουν και εισαγγελείς που κάνουν τη δουλειά τους και, μάλιστα, πολύ καλά (εκτός και αν...).
***
Όσα είδε ο κινέζος
Οι μοναδικοί μάρτυρες της συνομιλίας ήταν οι αρουραίοι των υπονόμων που είχαν κουρνιάσει στην αγκαλιά της γάτας. Μάλιστα, έδειχναν ό,τι δεν αισθάνονταν κανέναν απολύτως κίνδυνο από την μαύρη γάτα. Κάποιοι κοιμούνταν μακάρια και τα χάδια της γάτας με τα γαμψά της νύχια τους γαργαλούσαν με αποτέλεσμα να χαμογελούν αινιγματικά. Αυτοί είχαν το προνόμιο να ακούσουν τη διαγραφή των χρεών της μουσικοθεραπείας. Η μαύρη γάτα έδειχνε στοργική και αφοσιωμένη στους αρουραίους. Εκμυστηρεύτηκε ό,τι αποκαλεί με ονόματα τους αρουραίους. Τούτος εδώ είναι ο αμπελουργός, αυτός που κοιμάται είναι ο αγουγαίος που έφυγε νομίζοντας ό,τι τον αδίκησα αλλά εγώ τον αγαπώ, εκείνος που ροχαλίζει είναι ο υπουργός Τύπου της ενδόξου "Επαναστατικής Κυβερνήσεως", συνεδέθημεν με κουμπαριά. Ο αλλόκοτα Μπερδεμένος ξέσπασε σε ασταμάτητο τρανταχτό γέλιο. Παραξενεύτηκε η γάτα και ρώτησε: "που το γελοίο; Δεν μπορεί μια γάτα να υπερασπίζεται αρουραίους!" Ο αλλόκοτα Μπερδεμένος έφερε τα χέρια του στο λαιμό και άρχισε σιγά σιγά να αφαιρεί τη μάσκα. Η γάτα διαισθάνθηκε ό,τι κάτι κακό θα συμβεί και ζήτησε τη βοήθεια των αρουραίων αλλά αυτοί είτε γιατί βρίσκονταν σε βαθύ ύπνο είτε γιατί ήταν υπέρβαροι και δυσκίνητοι παρέμειναν απαθείς. Όταν τελικά αφαίρεσε τη μάσκα ο Μπερδεμένος της γάτας ξέφυγε ένα επιφώνημα ικανοποίησης. "Εσύ είσαι παιδί μου", είπε και του έγνεψε να πάει στην αγκαλιά της. Το πρόσωπο που αποκαλύφθηκε κάτω από τη μάσκα ήταν το ίδιο. Ο Μπερδεμένος κατάφερε να μπερδέψει ακόμη και τους απαγωγείς του.
υστερόγραφο
*το παραπάνω κείμενο αποτελεί παρωδία γνωστής νουβέλας που κυκλοφορεί τελευταία στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης*τα πρόσωπα της παρωδίας ουδεμία σχέση έχουν με αυτά της νουβέλας, αποτελούν επινόηση για την κατανόηση της παρωδίας
*η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο είναι αποτέλεσμα της μεθόδου "τυχαία επιλογή"
Ανάρτηση από: http://pantelonikampana.blogspot.gr