Του Νίκου Καραβέλου
Στις Μυκήνες υπάρχει ακόμα ένα διώροφο πέτρινο ξενοδοχείο, που χτίστηκε το 1864. Τον Αύγουστο του 1876 ο Ερρίκος και η σύζυγός του Σοφία Σλήμαν σταμάτησαν εκεί. Έχοντας ήδη ανακαλύψει τους θησαυρούς της Τροίας και τα χρυσά διαδήματα που, όπως πίστευαν, φορούσε η Ωραία Ελένη, απένειμαν στο μικρό ξενοδοχείο το όνομα «Η Ωραία Ελένη του Μενελάου».
Στην είσοδό του υπάρχει ακόμα η επιγραφή : «Χαίρε ξείνε παρ’ άμμι φιλήσαιε» (Καλώς ήρθες ξένε, κοντά μας θα φιλοξενηθείς). Παραδίπλα, σε απόσταση αναπνοής, στο χωριό Μοναστηράκι γεννήθηκε ο παππούς του γράφοντος, που είχε την τύχη να δουλέψει ως εργάτης στις ανασκαφές των Μυκηνών υπό τις οδηγίες σπουδαίων αρχαιολόγων, όπως του Τσούντα, του Γουέις και άλλων.
Πρώτος επισκέπτης, ο αυτοκράτορας της Βραζιλίας Δον Πέδρο ο Β΄. Ο Εμμανουήλ Ροϊδης, με αφορμή την επίσκεψή του, έγραψε πως η χώρα του έλαβε το όνομά της από το «βρασίλιον», ένα πολύτιμο ερυθρό ξύλο που αφθονεί εκεί (όπως ο Μοριάς έλαβε το όνομα από τις μουριές και η πρωτεύουσα της Γερμανίας Βερολίνο (Berh–lin – αρκουδόπολις) «εκ του ήθους των πρώτων αυτής οικιστών»). (1)
Απ’ αυτό το «άγνωστο» ξενοδοχείο, εδώ κι ενάμιση αιώνα, έχουν περάσει χιλιάδες επισκέπτες, ανάμεσα στους οποίους μεγάλες μορφές του πνεύματος, της τέχνης, της επιστήμης και της φιλοσοφίας. Χαρακτηριστική, κάποτε, φιγούρα ο Αγαμέμνων Ντάσης, πατέρας του σημερινού ιδιοκτήτη, που μαζί με το κρασί και το φαγητό κουβαλούσε και το βιβλίο επισκεπτών για τις σχετικές υπογραφές.
Ενδεικτικά θα αναφέρουμε κάποιους από αυτούς :
Ήταν οι αρχαιολόγοι Καρλ Μπλέγκεν, Γκέοργκ Κάρο, Αύγουστος Φρίνγκενχάους, Κουρτ Μίλλερ, Ζωρζ Ντο και Βίλχελμ Ντέρπφελντ. Συγγραφείς όπως η Βιρτζίνια Γουλφ, ο Ίρβινγκ Στόουν, ο ψυχίατρος Καρλ Γιουνγκ και οι ιστορικοί Στήβεν Ράνσιμαν, Νίκολας Χάμμοντ. Ήταν ο Χέρμπερτ Μαρκούζε, ο Αλμπέρτο Μοράβια, ο Αντόνιο Γκράμσι, ο Ιταλός νομπελίστας ποιητής Σαλβατόρε Κουασίμοντο, ο Αντρέ Μαλρό, ο Μπέτραντ Ράσσελ, ο Ζαν Πωλ Σαρτρ, ο Ζαν Κοκτώ, ο Μπορίς Βιαν, ο ηθοποιός Σερ Άλεκ Γκίνες, οι ποιητές Ζακ Κέρουακ και Άλεν Γκίνσμπεργκ, οι συνθέτες Μπέντζαμιν Βρίτεν και Κλοντ Ντεμπυσσύ. Ήταν και οι δικοί μας ο Κώστας Αξελός, ο Ιάνης Ξενάκης, ο Κώστας Βάρναλης, ο Γιώργος Σεφέρης, ο Άγγελος Σικελιανός, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Ανδρέας Εμπειρίκος και άλλοι.
Ένα βράδυ, ο μικρούλης τότε Αχιλλέας Ντάσης, γιος του Αγαμέμνονα, πήγε λίγο νερό σε κάποιον νεαρό επιστήμονα, που δούλευε ακατάπαυστα με μια λάμπα πετρελαίου ως αργά τη νύχτα. Αυτός ο άνδρας ήταν ο Μάικλ Βέντρις, ο άνθρωπος που αποκρυπτογράφησε τη μυκηναϊκή γραφή, τη Γραμμική Β΄. Αυτός ο σπουδαίος άνθρωπος, που χάθηκε σε ηλικία 34 ετών, αφού ευχαρίστησε τον μικρό για το δροσερό νερό, του είπε σε άπταιστα ελληνικά : «Ξέρεις τι κάνω τώρα; Προσπαθώ να εξηγήσω τη γλώσσα των προγόνων σου». (2)
Του είπε, δηλαδή, πως αυτός, ο μικρός γιος του ξενοδόχου και κάποιο νεαρό μυκηναιόπουλο της εποχής του χαλκού συνδέονται με την ίδια γλώσσα.
Του είπε πως στις ίδιες εκείνες πλαγιές κάποιος αρχαίος «γαλακτοπότας ανήρ μυκηναίος ορειβάτας» (κάποιος ορεσίβιος μυκηναίος γαλατάς) έβοσκε το κοπάδι του, ακριβώς όπως σήμερα.
Του είπε πως πατρίδα είναι ο πολιτισμός και ο κοινός τρόπος σκέψης, η κοινή συγκίνηση κι εκείνες οι μυρωδιές, που χιλιάδες χρόνια το θυμάρι ξεσηκώνει στις ρεματιές των Ατρειδών.
Του θύμισε πως οι γυναίκες του χωριού του θρηνούσαν με τον ίδιο τρόπο που η Ηλέκτρα και η Εκάβη έκλαψαν τους δικούς τους.
Τον δίδαξε πως η αρχαία λαλιά δεν είναι ξένη γλώσσα, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι ανιστόρητοι «ιστορικοί», μα πως επιβιώνει ακατάλυτη στις σύνθετες λέξεις και στα παράγωγα, στα λόγια, δηλαδή, που ο ίδιος παράγει στο μυαλό και το στόμα του.
Του είπε πως ο Έλληνας αναγνωρίζεται από το αίμα! Όχι, όμως, το αίμα που ρέει στις φλέβες, όπως διατείνονται οι ανόητοι, αλλά το αίμα, που χύθηκε για την υπεράσπιση ενός σπιτιού, ενός σχολείου, ενός τάφου.
Αυτά είπε τότε ο Βέντρις σε ένα σχολιαρόπαιδο, που δεν ήξερε με ποιον μιλούσε, αλλά που είχε την τύχη να γεννηθεί στην ίδια γωνιά του πλανήτη, που γέννησε τον Σωκράτη, τον Επίκουρο, τον Διογένη, τον Περσέα, τον Κολοκοτρώνη, τον Καραϊσκάκη, τον Μπελογιάννη, τον Βάρναλη, τον Ρίτσο, τον Σεφέρη και τον αγαπημένο Λάμπρο Πορφύρα, που τόσο αδικήσαμε.
Αυτά είπε στο ανύποπτο και τόσο τυχερό παιδί ο μεγάλος επιγραφολόγος.
Αυτά που τόσο θα ενοχλούσαν ορισμένα «προοδευτικά» πανεπιστημιακά περιτρίμματα, που επιβιώνουν και αναπαράγονται όπως οι σκώληκες.
Αυτά που θα θύμωναν κάτι απίθανους τενεκέδες, που μολονότι βαρύνονται με κρατικές διακρίσεις και βραβεία, έχουν το θράσος να ασελγούν πνευματικά σε βάρος των παιδιών μας.
Είναι οι ίδιοι που σιχαίνονται τον πατριωτισμό (τη φιλοπατρία), όπως οι άπλυτοι το σαπούνι, οι γάτες το νερό και η πλειονότητα των Ελλήνων πολιτικών την εργασία.
Εκείνοι, που με μόνο εφόδιο την πνευματική τους απλυσιά, καταλαμβάνουν επαξίως ακόμα και θέσεις υπουργών παιδείας.
Ετούτες τις μέρες εμείς επιλέξαμε αυτό το θέμα, γιατί τα λόγια που ειπώθηκαν αποτελούν παντοτινό πνευματικό μας απόκτημα.
Κι ακόμα, τα επαναλαμβάνουμε, ακριβώς, γιατί ενοχλούν τόσο πολύ αυτούς τους διαπρεπείς πνευματικά κακομούτσουνους.
- Εμμανουήλ Ροϊδης Άπαντα Τόμος Β.
- Αχιλλέα Γεωργίου Ντάση «Κάποτε στην Ωραία Ελένη – Η ιστορία ενός ξενοδοχείου».Ανάρτηση από: http://www.imerodromos.gr