Παρασκευή 7 Ιουλίου 2017

Ο Γιάννης Πανούσης μεσολαβητής νέας συγκυβέρνησης: αυτή τη φορά ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ

Του Γρηγόρη Κλαδούχου

1.    ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΙ ΑΘΩΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ                                                          ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

       Οι «πολιτικοί» μετρούν τις συνέπειες του λόγου τους. Οι διανοούμενοι θέλουν να έχουν ελευθερία έκφρασης στοχασμού. Χρησιμοποιούν το επιστημονικό, καλλιτεχνικό κύρος τους πολλές φορές ως εφόδιο κύρους των πολιτικών απόψεών τους.

       Ο καθηγητής εγκληματολογίας κ. Γιάννης Πανούσης έχει διαμορφώσει μία εικόνα πολλαπλών πολιτικών εφαρμογών. Έχει την ικανότητα προσφοράς στον πλουραλισμό της ζήτησης. Αλλά, όπως για τον καθένα, η γενική αναγνώριση της επιστημονικής επάρκειας δεν προεξοφλεί πολιτική ευθυκρισία.

       Ποιά είναι τα νέα δεδομένα; Πιστεύει (σε εισαγωγικά οι δηλώσεις του) ότι «η κεντροαριστερά του μέλλοντος θα έχει ως κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και αρχηγό τον Τσίπρα», «παρά την κυβερνητική κόπωση του ΠΑΣΟΚ και παρά την πολυγλωσσία του ΣΥΡΙΖΑ… αυτοί οι δύο χώροι να βρουν ένα τρόπο να συγκυβερνήσουν». Δηλώνει ότι και τα δύο κόμματα έχουν κάνει δεκάδες λάθη, ότι έχει κριτικάρει και ζητήματα πολιτικής και ήθους του ΣΥΡΙΖΑ. Τους ονομάζει «σοσιαλιστική δημοκρατική αριστερά» και αναρωτιέται: «τι προβάλλεις ως λύση; Ο λαός τον ενδιαφέρει να κυβερνηθεί». Για το ΠΑΣΟΚ λέει ότι «πρέπει να πάρει μια νέα δυναμική», «οι δέκα ιστορικοί ηγέτες να στηρίξουν το νέο άνθρωπο, το νέο μυαλό που θα τραβήξει μπροστά το ΠΑΣΟΚ», «η κυβέρνηση είναι μια δημοκρατικά εκλεγμένη και πρέπει να στηριχθεί από το λαό» «πρέπει να έχουμε μια ωριμότητα στη δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό». Ενδιάμεσα – το άφησα για το τέλος ίσως το πιο «κουφό»- είπε για τον ΣΥΡΙΖΑ ότι «μακροπολιτικά βλέπεις ότι είναι ένα κόμμα αριστερό, μέσα στο οποίο γεννιέται μία καινούρια αντίληψη…»
       Πάμε από την αρχή. Προσδιορίζει την αριστερά του μέλλοντος με κύριο κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν υπάρξει αριστερά (ή και ουσιαστικά οποιοδήποτε κόμμα στην Ελλάδα), θα είναι της εντιμότητας, της προγραμματικής σχέσης με την πολιτική, εκείνος ο πολιτικός οργανισμός που ως ενδιάμεσος ανάμεσα στο κράτος και την κοινωνία θα παίξει μορφωτικό ρόλο προς την κοινωνία και ταυτοχρόνως θα λάβει από αυτήν εντολή να κάνει τις αλλαγές στο κράτος και στην κοινωνία. Εάν ο κ. καθηγητής έχει άλλη γνώμη για τον ορισμό των κομματικών διεκδικητών διακυβέρνησης να μας το πει. Και να μη πάμε προς το παρόν και σε άλλες προϋποθέσεις-περιεχόμενα πολιτικών, δημοκρατικών και οικονομικών επιλογών και σε σηματοδοτήσεις της τροχαίας, δεξιά, αριστερά, κλπ.

     Στο ΠΑΣΟΚ βλέπει κυβερνητική κόπωση. Στο έργο με τον Μαυρογιαλούρο επαναλαμβάνεται τρεις φορές, «φάγανε, φάγανε, φάγανε». Με το ΠΑΣΟΚ κ. Πανούση, άσχετα με το πώς ξεκίνησε, με τον «καταλληλότερο» και το «παιδί», η διαφθορά, η διαπλοκή, στα υψηλά πατώματα του κομματοκράτους πήρε μεγάλες διαστάσεις και απορώ που δεν ακούσατε τίποτα για αυτό. Το μικροχατζηλίκι προς την κοινωνία του προεκσυγρονιστικού ΠΑΣΟΚ ήταν λίγο μπροστά στην κομματοκρατική ληστεία. Και την κλωτσιά να πέσουμε στο γκρεμό ή να μας δέσουν δεν ξεχνάμε ότι το ΠΑΣΟΚ το έκανε και δεν βρισκόταν σε «κόπωση». Ακόμα και σήμερα είναι εμφανής η βουλημία ακόρεστης συσσώρευσης.

     Βρίσκει πολυγλωσσία στον ΣΥΡΙΖΑ. Θα πω ευθέως στον κ. καθηγητή ότι ο ΣΥΡΙΖΑΙΪΚΟΣ μηχανισμός, όταν φράκαρε το σύστημα, ανέλαβε να κάνει τη βρώμικη δουλειά. Οι συγκυρίες και η αποστροφή προς τους άλλους φθαρμένους έφεραν στο προσκήνιο (υπουργικό, βουλευτικό και στελεχικό) αυτούς που η ύπαρξή τους μας κάνει να παραξενευόμαστε με την απόλυτη πολιτική ανοησία, τη λίγδα, την προσωπική ιδιοτέλεια που καθορίζει τα «ναι σε όλα» στη βουλή.

     Και βέβαια τον λαό τον ενδιαφέρει να κυβερνηθεί. Το ότι πρέπει να κυβερνηθεί σημαίνει ότι πρέπει να τον κυβερνούν όσοι τον κλέβουν, εκχωρούν την δημόσια περιουσία, οι ΣΥΡΙΖΑΙΟΙ με όλα αυτά που κάνουν αλλά και οι προηγούμενοι; Τους έχει δοθεί εντολή να τα κάνουν; Μάλλον έχουμε διαφορετικές αντιλήψεις για την αποστολή των εκπροσώπων και την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Το έργο της «κυβερνησιμότητας», της ανάγκης να κυβερνηθεί η χώρα εφαρμόσθηκε πρώτη φορά από τον κ. Πανούση και τον Κουβέλη στην συγκυβέρνηση με τον Σαμαρά. Και με το ιδεολόγημα της «αριστεράς της ευθύνης». Το έχω αναφέρει και άλλη φορά ότι το πήραν και σαν τζογάρισμα. Άλλωστε ο κ. Πανούσης σε συνέντευξή του στην Ελευθεροτυπία μιλούσε για ρίσκο. Είναι να τζογάρεις και όταν χάνεις να πληρώνουν άλλοι.
     Μιλάει για 10 ιστορικούς ηγέτες. Υπάρχουν; Υπάρχουν στο ΠΑΣΟΚ; Ας μας δώσει τον ορισμό του ηγέτη για να δούμε ποιοι 10 τον ικανοποιούν. Τον ορισμό του ηγέτη, «προσωπική αδεία;», εγώ τον έδωσα σε κείμενό μου πριν τρία χρόνια για υποψήφιο δήμαρχο της περιοχής μου. Οι λέξεις θέλουν προσοχή. Δεν πιστεύω ότι ο Παρτάνα ήταν ηγέτης.

     Και στο τελευταίο: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν γεννάει καμία αντίληψη εκτός από μία: και η υπαρκτή αριστερά στην Ελλάδα μοιάζει πολύ με τους «αντιπάλους της» και σε ορισμένες φορές τους ξεπερνάει σε θρασύτητα. Προσβάλλει ιστορικά αυτούς που στο όνομά της θυσίασαν πολλά.


2.  ΤΑ ΕΠΙΣΦΑΛΗ ΟΡΙΑ ΣΤΟΧΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ-- ΜΗΔΕΝΙΣΤΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ

     Μία μαζική τάξη διανοούμενων αποτελεί βάση ανεφοδιασμού μηχανισμών εξουσίας. Όταν η πολιτική πίστη σε κόμματα έχει τραυματισθεί, αφιερώνονται στην επανάκαμψη του συστήματος, συσκοτίζουν τα ανταγωνιστικά συμφέροντα και υποκείμενα, και την αυθεντική εικόνα της προόδου. Αντίθετα, η πολιτική σήμερα έχει πρόλογο την εκδίωξη των εμπόρων από το Ναό της Δημοκρατίας.

      Το ανώτερο πνευματικό ίδρυμα, η Ακαδημία έχει πρόεδρο οικονομολόγο    χρηματοπιστωτικής εμπειρίας. Δημοσιογράφοι, άνθρωποι της ανώτατης εκπαίδευσης, όλοι αυτοί συγκροτούν τον διευρυμένο μηχανισμό πνευματικού ελέγχου, καταστολής. Ώστε το κοινωνικό σώμα να αποδέχεται την επιτήρηση και την ανατροφοδότηση της γνωσιακής και ηθικοπολιτικής ανεπάρκειάς του. Συντελούν στην διαμόρφωση προεπιλογών ανάμεσα στις οποίες έχει το δικαίωμα να επιλέξει ο πολίτης και να πιστέψει ότι πέρα από αυτό δεν μπορεί να  κάνει τίποτα άλλο. Αυτοί οι διαμεσολαβητές με «αριστερή» ή «αντιλαϊκιστική» ρητορική ανακυκλώνουν την πολιτική δυσοσμία του παρόντος και παρελθόντος. Το να συστήνεις σε ένα ασθενή φάρμακα που τον έχουν καταστρέψει, είναι έγκλημα. Το να επαναπροτείνεις να μας κυβερνούν απατεώνες, ανεύθυνοι και ανεπαρκείς δείχνεις την άποψη που έχεις για το επίπεδο των κυβερνώμενων, των Ελλήνων και της Ελλάδας. Η χειραγώγιση ενός λαού προϋποθέτει την απαξίωσή του, την διαστρέβλωση της εικόνας του.

         Το υπαρκτό πολιτικό προσωπικό που κατά τον κ. Πανούση πρέπει να στηρίξουμε είναι η φθαρμένη εικόνα του παρελθόντος. Στο δίπολο θεσμικότητα διακυβέρνησης και πολιτικών, ηθικών, δημοκρατικών, αναπτυξιακών περιεχομένων συμπιέζει όλες τις συνισταμένες προς επικυριαρχία ενός θεσμικού ανιδεολογικού πραγματισμού. Η επαναπροβολή των υπεύθυνων ως κατ΄ ανάγκην λύση είναι λογική τετελεσμένων που αναιρεί ελληνικά προτάγματα αυτοδιαμόρφωσης, κοινωνικής αυτοέκφρασης. Εισάγει σε πολιτικούς δρόμους μηδενιστικού ρεαλισμού.

      Το ερώτημα που τίθεται διαχρονικά: τι κάνει πολλούς «λόγιους», «διανοούμενους», να ενδίδουν στην σαγήνη των Συρακουσών. Γιατί θέλουν να έχουν φίλους μόνο στο παλάτι και όχι στην πλατεία;
                                                                *   *  *
  
     Μία νέα πρόταση προϋποθέτει ότι κάπου βάζουμε μία τελεία.
Για το υπαρκτό πολιτικό προσωπικό δεν υπάρχει παραγραφή των εγκλημάτων του Προϋπόθεση για την αναγέννηση της χώρας αποτελεί η ανασυγκρότηση της πολιτικής σε νέες βάσεις και δυνάμεις χωρίς βεβαρυμμένο πολιτικό παρελθόν.
 Ο πολιτισμός, το πνεύμα θα επιστρέψουν όταν η πνευματική ηγεσία και οι Έλληνες πάψουν να προσφέρουν συναίνεση στην παρακμή και στους πολιτικούς και πνευματικούς καθοδηγητές της. Σε πρώτο πρόσωπο: αν δεν κάνουμε αυτό κλάψτε μας και από ζωντανούς…


Υ/Γ:     
     Όποιος ζει στην ύπαιθρο, σε οικιστικά συστήματα μικρών πόλεων και χωριών, έχει    την εμπειρία του θαυμασμού της επιστημονικής αυθεντίας που μεταφέρεται ως εμπιστοσύνη στις  πολιτικές τους απόψεις. Η μικροαστική ευγένεια προς γείτονες, συγχωριανούς μαζί με προσδοκίες οφέλους από θωπείες παραγόντων πνεύματος, επιστήμης, πολιτικής, εκφράζεται με συγκαταβατικότητα, έως και χατζηαβατισμό. Πολλοί δημοσιογράφοι υποτάσσονται σε μία κακώς εννοούμενη ευγένεια.

     Διαβάζω κείμενο του κ. καθηγητή με τίτλο «φτω(χι)κές πολιτείες». Βέβαια, πρέπει να μαθαίνουμε καλές συμπεριφορές προς φτωχούς, ηττημένους, νέους, απελπισμένους. Έτσι πρέπει: να μιλάμε, βοηθάμε τους τραυματισμένους. Αλλά δεν πρέπει να μιλάμε και για αυτούς που τους σακάτεψαν;

Γρηγόρης Δ. Κλαδούχος
Ξυλόκαστρο-Ευρωστίνη
5 Ιουλίου 2017