Μεγαλοσυστημική ανασύνταξη σε περίοδο αβεβαιότητας
Του Ρούντι Ρινάλντι
Η εκλογή Τραμπ, και όσα φέρνει μαζί της, αποδεικνύει πως μόνο στην τύχη δεν μπορούν να αποδοθούν όσα συμβαίνουν. Ένας πλούσιος Αμερικανός δημαγωγός, χοντροκομμένος θεατρίνος, ρατσιστής και μισογύνης, φτάνει, μέσα από σωρεία συμπτώσεων, να εκλεγεί πρόεδρος της ηγέτιδας δύναμης του δυτικού κόσμου. Όλοι τον καταγγέλλουν ανοιχτά, αλλά αυτός βρίσκει τρόπο να συγκεντρώνει δύναμη και σήμερα αρχίζει να εφαρμόζει ορισμένα από όσα είχε υποσχεθεί. Μα τι γίνεται, τρελάθηκαν το σύστημα και η πολιτική, πώς ξέφυγαν όλα από την κανονικότητα και το «πολίτικαλ κορέκτ»; Πώς έγινε και κυρίευσε το εκλογικό σώμα ένας φρενήρης εθνολαϊκισμός με αποτέλεσμα να βρεθεί στο τιμόνι της μεγαλύτερης δύναμης του πλανήτη, ένας σαλτιμπάγκος;
Τίποτα από αυτά δεν συμβαίνει, ή τουλάχιστον τίποτα δεν συμβαίνει τυχαία και ασύνδετα με την πραγματικότητα. Η εκλογή Τραμπ, αλλά και μια σειρά μεγάλα γεγονότα που προηγήθηκαν, όπως το Brexit, το δημοψήφισμα στην Ιταλία, η άνοδος ακροδεξιών και δεξιών λαϊκίστικων σχηματισμών στην Ευρώπη, οι εξελίξεις σε Ισπανία και Ελλάδα πριν δύο χρόνια, καταγράφουν κάτι. Μια ογκούμενη δυσαρέσκεια και αγανάκτηση, που αποκτά πολιτική φωνή μέσα από ποικίλες εκπροσωπήσεις, στρεφόμενη ενάντια στις ανοικτά διακηρυγμένες και εφαρμοζόμενες εκφράσεις της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Στρεφόμενη κυρίως ενάντια στον πολιτικό κόσμο που έχει ενσωματωθεί σε αυτήν και την υπηρετεί, και σε ανοικτή δυσπιστία προς όλους του υπερεθνικούς μηχανισμούς που την επιβάλλουν.
Πρόκειται για μια εξέγερση ενάντια σε ένα «κατεστημένο» που εδώ και 4 δεκαετίες χειρίστηκε τη διαρκή κρίση με τρόπο τέτοιο ώστε να πλουτίζει μια διεθνική χρηματιστική ολιγαρχία, απορρυθμίζοντας και καταστρέφοντας εθνικές και περιφερειακές οικονομίες, χώρες και κοινωνίες.
Το ρήγμα, οι «δύο Αμερικές» και η μορφή «κίνημα»
Τα γεγονότα αυτά «αποτελούν εκδηλώσεις του βάθους της κρίσης του συστήματος του παγκοσμιοποιημένου νεοφιλελευθερισμού. Αυτό το σύστημα υφίσταται ρήγματα μπροστά στα μάτια μας μέσα στον ίδιο τον πυρήνα του. Όλες οι προσπάθειες να το σώσουν με μικρές προσαρμογές –προκειμένου να αποφύγουν τα χειρότερα– είναι καταδικασμένες να αποτύχουν». (Σ. Αμίν, «Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ»)
Η εκλογή Τραμπ σηματοδοτεί μια πιο ευρεία απόπειρα, κάτι μεγαλύτερο και σημαντικότερο από τις μικρές προσαρμογές του συστήματος. Καταγράφει την απόπειρα μιας μεγαλοσυστημικής αναδιάταξης που συμβαίνει στην καρδιά του συστήματος και θα έχει αντίκτυπο -–ήδη έχει– στο παγκόσμιο σύστημα ισορροπιών και σχέσεων. Η πορεία αυτής της μεγαλοσυστημικής αναδιάταξης δεν είναι προδιαγεγραμμένη, αφού είναι πολλοί οι παράγοντες που αντενεργούν, ενώ παραμένει γεγονός πως η παγκοσμιοποίηση δεν είναι απλά αποτέλεσμα θελήσεων και επιλογών, ούτε μια αντιστροφή της μπορεί να είναι αποτέλεσμα «βολονταρισμού» και πολιτικών συνθημάτων. Ο Τραμπ και οι δυνάμεις που τον στηρίζουν, έχουν όντως να διανύσουν πολύ δρόμο και είναι ανοιχτό ζήτημα το κατά πόσο θα μπορέσουν να εκδιπλωθούν για να πετύχουν τους στόχους τους, θα συμβιβαστούν ή θα αποτύχουν καταγραφόμενοι ως μια «φάρσα» ή μια αποτυχημένη απόπειρα αναδιάταξης.
Παρόλα αυτά, τούτη τη στιγμή, μέσα στην καρδιά των ΗΠΑ υπάρχει ένα ρήγμα. Ένα μεγάλο ρήγμα σε πολιτικές και οικονομικές επιλογές, ένα ρήγμα που φέρνει σε αντιπαράθεση δύο μεγαλοσυστημικές μερίδες και που σαφέστατα ξεπερνά τις συνηθισμένες αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς. Ακόμα περισσότερο, το ρήγμα στην καρδιά των ΗΠΑ πατά πάνω σε μια διχασμένη κοινωνία και δεν είναι υπερβολή να μιλήσουμε για μια δυνάμει «εμφυλιοπολεμική» κατάσταση και χάσμα ανάμεσα σε «δύο Αμερικές».
Όλος ο κρατικός και διοικητικός μηχανισμός διαπερνιέται από το χάσμα αυτό. Κατά συνέπεια, όλες οι πολυπλόκαμες υπηρεσίες και ο στρατός, θα αναδιοργανωθούν μέσα σε συνθήκες οξύτατης σύγκρουσης. Ας σκεφτούμε μόνο πως λίγο πριν την ορκωμοσία του Τραμπ, το CNN μετέδωσε ρεπορτάζ για το τι θα γινόταν αν δολοφονούνταν την ίδια μέρα ο νέος πρόεδρος και ο νέος αντιπρόεδρος, τονίζοντας ότι σε μια τέτοια περίπτωση ο Ομπάμα θα μπορούσε να επανέλθει κανονικά. Τραμπ και Πενς μάλιστα, δεν ορκίστηκαν μαζί αλλά χωριστά… Δεν έχει επίσης ξανασυμβεί την ημέρα της ορκωμοσίας μιας νέας κυβέρνησης να οργανώνονται διαδηλώσεις και να προβάλλονται ιδιαιτέρως από τα κυρίαρχα ΜΜΕ.
Η σύγκρουση ανάμεσα στις δύο «παρατάξεις» είναι τέτοια, και το βάθος της τόσο μεγάλο, ώστε χρειάζεται να χρησιμοποιηθούν μαζικά κινήματα και από τις δύο πλευρές. Ο Τραμπ, σε όλη την προεκλογική περίοδο μιλούσε για «κίνημα». Η άλλη πλευρά δεν ένοιωθε ακόμα μια τέτοια ανάγκη, αφού έπρεπε να εξουδετερώσει ένα άλλο κίνημα στο εσωτερικό της, αυτό του Σάντερς. Τώρα όμως, αφού νικήθηκε, δεν έχει κανένα πρόβλημα να χρησιμοποιήσει και τη μορφή «κίνημα» για να αντιμετωπίσει την πρόκληση Τραμπ. Ένα κίνημα, του οποίου η πλειοψηφία δεν νιώθει την ανάγκη να διαχωριστεί πολιτικά από την πτέρυγα Κλίντον, στρέφοντας όλα τα πυρά προς τον Τραμπ. Πλην υπαρκτών εξαιρέσεων, δεν αντιτίθεται στην πολιτική του Δημοκρατικού Κόμματος. Ένα κίνημα που «δεν βλέπει» την οξύτατη σύγκρουση ανάμεσα στις δύο «παρατάξεις» και ουσιαστικά εξυπηρετεί τη μια από τις δύο. Το κίνημα χρειάζεται, είναι αναγκαίο, αλλά σε πλήρη ανεξαρτησία από τα δύο κέντρα που συγκρούονται κι όχι υποχείριο του ενός ενάντια στο άλλο.
Στρατηγική του στρατοπέδου Τραμπ
Το σύνθημα «Να ξανακάνουμε μεγάλη την Αμερική» περιγράφει τις ανάγκες μιας μερίδας των ελίτ των ΗΠΑ να δώσουν μια απάντηση στη διαρκή υποβάθμιση του ρόλου της πληγωμένης υπερδύναμης, τόσο διεθνώς όσο και εσωτερικά. Με μια οικονομία, μάλιστα, που ασθμαίνει και έχει χάσει τη ζωτικότητα και τον δυναμισμό της, ενώ μια χρηματιστική ολιγαρχία πλουτίζει παρασιτικά σε βάρος και τμημάτων των ελίτ. Αποτελεί την απόπειρα τμημάτων του κεφαλαίου στις ΗΠΑ να απαντήσουν σε χρόνια προβλήματα και στον παραμερισμό τους τις τελευταίες δεκαετίες. Τα τμήματα αυτά, γνωρίζουν ότι η παράταξη της παγκοσμιοποίησης είναι ισχυρή και κατέχει θέσεις-κλειδιά, διαθέτοντας και ένα ισχυρό προπαγανδιστικό οπλοστάσιο (ΜΜΕ). Γι’ αυτό ο Τραμπ έχει ανάγκη από ένα «κίνημα» που να σπάσει συνήθειες και συμπαιγνίες ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα των ΗΠΑ και των διάφορων λόμπι που τα στηρίζουν.
Τόσο ο λόγος του Τραμπ κατά την ορκωμοσία, όσο και ο καταιγιστικός ρυθμός αποφάσεων αφού ανέλαβε, ρυθμός που δείχνει να προχωρά στις κατευθύνσεις και τις ρήξεις που είχε προαναγγείλει, του δίνουν την απαραίτητη ορμή για να αδυνατίσει τις αντιστάσεις, ώστε να καταστεί κυρίαρχος του παιχνιδιού εσωτερικά.
Η κυβέρνηση που σχημάτισε –κυβέρνηση εκατομμυριούχων– δείχνει πως πήρε υπόψη του διάφορες ισορροπίες μέσα στον χώρο των ρεπουμπλικανών και γέρνει την ζυγαριά προς τη μεριά των «πετρελαιάδων», των μεγιστάνων της ενέργειας. Ο υπουργός Εξωτερικών, στέλεχος της Exxon Mobil. Ο υπουργός Ενέργειας, εκπρόσωπος εταιρειών αγωγών πετρελαίου και ορυκτών καυσίμων. Ο υπουργός Οικονομικών, στέλεχος για 17 χρόνια (μέχρι το 2002) της Goldman Sachs. Μάλιστα, στην κρίσιμη θέση του πρέσβη στο Λονδίνο (η Αγγλία, βασικός σύμμαχος στον άξονα που θέλει να κτίσει ο Τραμπ), τοποθετήθηκε ο Ρόμπερτ Τζόνσον της Johnson & Johnson.
Αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία ΤΡΡ στην οποία παίρνουν μέρος 12 χώρες του Ειρηνικού, κλείνει συμφωνίες με τον πρωθυπουργό του Καναδά Τριντό, για έναν πετρελαιαγωγό, δηλώνει ότι θα προχωρήσει στο κτίσιμο του τείχους στα σύνορα με Μεξικό, δημιουργώντας τριβές με τη μεξικανική κυβέρνηση, αφού πάει να της φορτώσει και τα έξοδα. Συναλλάσσεται με τις μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες, δίνοντας κίνητρα, κηρύσσει πόλεμο στην Toyota. Προσκαλεί τον Νετανιάχου στις ΗΠΑ και έχει θερμή συνομιλία με τον Αιγύπτιο Σίσι, ενώ η Αγγλίδα πρωθυπουργός είναι η πρώτη που τον επισκέπτεται στις ΗΠΑ. Η Άνγκελα μπορεί να περιμένει…
Η μεγαλοσυστημκή ανασύνταξη του Τραμπ στοχεύει:
1 Σε μια αναδίπλωση σε πρώτη φάση, με έμφαση στην ισχυροποίηση της οικονομίας των ΗΠΑ στο εσωτερικό. Η στρατηγική του δεν είναι ο «απομονωτισμός», το κλείσιμο των ΗΠΑ στον εαυτό τους. Είναι μια άλλη εκδοχή παγκοσμιοποίησης με διαφορετικές προτεραιότητες και συμμαχίες.
2 Σε μια άλλη πολιτική για την Ευρώπη. Τοποθετείται ξεκάθαρα υπέρ της διάλυσης της Γερμανικής Ευρώπης, η συμμαχία με την Αγγλία θα είναι βασικός πυλώνας, ενώ αναμενόμενη πρέπει να θεωρείται η πολύμορφη ενθάρρυνση για «ανταρσίες» κι άλλων χωρών.
3 Στην προώθηση ενός νέου Ατλαντισμού σε αυτά τα πλαίσια, με άλλο κέντρο βάρους και με ηγεμονικό ρόλο των ΗΠΑ, ώστε να επιτευχθεί η συνολική ανάκαμψη της φθίνουσας Δύσης.
Αναγκαστικά, η εκ νέου ανασύνταξη της Δύσης με ρωμαλέα ξανά την Αμερική, οφείλει να αντιμετωπίσει το κομβικό ζήτημα της θεμελιώδους ισορροπίας (γεωπολιτικής) του πλανήτη που περνά από τις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Ρωσία και την Κίνα. Το τρίγωνο ΗΠΑ-Κίνα-Ρωσία, είναι ο καθοριστικός παράγοντας όλων των υπόλοιπων εξελίξεων. Ο Τραμπ φαίνεται να πριμοδοτεί την συνεργασία με τον Πούτιν και την τροποποίηση των σχέσεων με την Κίνα. Προς στιγμήν, ο Τραμπ ανατρέπει εν μέρει τη σχεδιασμένη πολιτική ρήξης με τη Ρωσία που σχεδίαζαν οι «παγκοσμιοποιητές» (Ομπάμα, Χίλαρι, Νούλαντ και πτέρυγες των ρεπουμπλικανών), προσπαθώντας να πετύχει την απομάκρυνση της Ρωσίας από την Κίνα και έχει λόγους να πιστεύει πως μπορεί να το πετύχει. Αυτή η επιλογή δεν μπορεί να γίνει χωρίς αλλαγή των πραγμάτων στην Ευρώπη. Η Ρωσία πρέπει να θεωρηθεί ευρωπαϊκή δύναμη, να της αφεθεί περιθώριο για κινήσεις, την ίδια στιγμή που θα διαλύεται η Γερμανική Ευρώπη.
Η Νοτιοανατολική Ασία, και ιδιαίτερα η Κίνα τις τελευταίες δεκαετίες, έχει καταστεί η παραγωγική πλατφόρμα του σύγχρονου καπιταλισμού. Δεν μπορεί για τις ΗΠΑ να συνεχίσει αυτό. Ένα μέρος των παραγωγικών δραστηριοτήτων πρέπει να «επαναπατριστεί», ή καλύτερα η οικονομία των ΗΠΑ χρειάζεται έναν παραγωγικό «λεβιέ», δηλαδή, ένα ευρύ πρόγραμμα υποδομών και προστασίας των εγχώριων βιομηχανιών, ώστε να επιβραδυνθεί ή και να αντιστραφεί η «δύση» των ΗΠΑ στο παγκόσμιο στερέωμα.
Τέλος, οι διακηρύξεις για εξαφάνιση από προσώπου γης της ισλαμικής τρομοκρατίας, δίνουν μήνυμα συνέχισης της παρουσίας των ΗΠΑ σε διάφορα πολεμικά μέτωπα. Η τοποθέτηση του Τζέιμς Μάτις (με το εύγλωττο ψευδώνυμο «λυσσασμένο σκυλί») στο υπουργείο Άμυνας, επιβεβαιώνει την εκ νέου στόχευση του Ιράν και του σιιτισμού στον μουσουλμανικό κόσμο.
Ιδεολογικό πλαίσιο του στρατοπέδου Τραμπ
Για να πετύχει τη στρατηγική του, και χωρίς να έχει ακόμα υπό τον έλεγχό του ούτε τους κρατικούς μηχανισμούς ούτε και το κόμμα των Ρεπουμπλικανών, έχει ανάγκη από μια γενική αναφορά σε ένα «κίνημα», σε μια κοινωνική συμμαχία. Όμως, αυτή η αναφορά σημαίνει ιδέες, συνθήματα και επιλογές. Το «Να ξανακάνουμε μεγάλη την Αμερική, στηριζόμενοι σε αυτούς που αγαπούν την Αμερική», δίνει έμφαση στη λευκή κυρίως Αμερική που αισθάνεται πληγωμένη από την παγκοσμιοποίηση και τη συσπειρώνει γύρω από δύο κλασικά συνθήματα: Δουλειές και ασφάλεια. Όποιος αγαπά την Αμερική, δικαιούται μια δουλειά (μετά θα δούμε τι δουλειά και υπό ποίες συνθήκες), θα αγοράζει και θα καταναλώνει αμερικανικά και θα αξιώνει την ασφάλειά του.
Επομένως, προβάλλει ένα πρόγραμμα προσεταιρισμού μεσαίων στρωμάτων μέσω της ενίσχυσης κάποιων τομέων που καταστρέφονται και της προστασίας ορισμένων παραγωγικών δραστηριοτήτων με παράλληλη έμφαση στον τομέα της ασφάλειας και της τάξης. Το στοιχείο της σύγκρουσης με τον «εκφυλισμό» των μετανεωτεριστών γκλομπαλιστών, θα συνεχιστεί γιατί ενισχύει αυτήν την κοινωνική συμμαχία.
Δεν χωρά αμφιβολία ότι ο Τραμπ θα δείξει ιδιαίτερη σκληρότητα απέναντι σε αντιπάλους και κινήματα. Οι μηχανισμοί καταστολής θα χρησιμοποιηθούν ενάντια σε όσους τον αμφισβητήσουν. Ο λόγος του θα είναι ρατσιστικός, σκληρός, και στους κόλπους του θα βρουν στέγη πολλά φασιστικά στοιχεία. Το μίγμα «δουλειές για όσους αγαπούν τη χώρα, ασφάλεια και τάξη που εγγυούνται οι δυνάμεις ασφαλείας και ο στρατός», όπως και η επίθεση στους «ξένους» και η ανεξέλεγκτη δράση αυτών των δυνάμεων, έχουν ξαναχρησιμοποιηθεί ως απάντηση σε κρισιακές καταστάσεις.
Ποια πολιτική απέναντι στο ρήγμα;
Καταρχάς, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι πρόκειται για πραγματικό και σημαντικό ρήγμα. Συγκρούονται δύο διαφορετικές στρατηγικές με διαφορετικά συνθήματα, στόχους, πολιτικές, εσωτερικές και διεθνείς συμμαχίες.
Δεύτερο, το ρήγμα αυτό αντικειμενικά δημιουργεί προϋποθέσεις για μια διαφορετική πορεία. Θα διευκόλυνε υπό ορισμένες συνθήκες να κερδίζονταν θέσεις για λαούς, χώρες και έθνη απέναντι στην ισοπέδωση και την καταστροφή, για μια μεγάλη στροφή προς έναν πολυπολικό κόσμο με διαφορετικούς συσχετισμούς.
Τρίτο, αφού πρόκειται για μια μεγαλοσυστημική αναδιάταξη, δεν επιτρέπεται να γίνει κανείς, ηθελημένα ή όχι, υποστηρικτής της μιας πλευράς απέναντι στην άλλη. Η Αριστερά σε όλο τον κόσμο παίρνει τη θέση της παγκοσμιοποίησης, νιώθει τον Ομπάμα φίλο και τον Τραμπ εχθρό. Δεν υπάρχει πιο μεγάλος στραβισμός.
Τέταρτο, για να εκμεταλλευτεί κανείς αντιθέσεις πρέπει να είναι και «κάτι», να έχει μια οντότητα. Για παράδειγμα, ο Πούτιν προεκλογικά είχε κάνει επιλογή υπέρ του Τραμπ και είχε τους λόγους του. Από την άλλη, αν είσαι μια ΜΚΟ που χρηματοδοτείται από τον Σόρος, θα ήθελες «Χίλαρι και ξερό ψωμί». Άρα, το «είναι» καθορίζει και στοχεύσεις. Το κεντρικό στοιχείο σήμερα είναι να αποσπαστούν ριζοσπαστικές δυνάμεις από την επιρροή του στρατοπέδου της παγκοσμιοποίησης και να υπάρξει ένα ιδεολογικό μέτωπο προς τη διαβρωτική προπαγάνδα που στηρίζει τον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό με πρόσχημα τη μάχη ενάντια στον λαϊκισμό, τον «εθνολαϊκισμό», τον πατριωτισμό, τη λαϊκή και εθνική κυριαρχία, το «ξεπερασμένο έθνος-κράτος» κ.λπ.
Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός, αλλά με ποιες προϋποθέσεις και με ποιους στόχους; Μερικοί θα μπορούσαν να απαριθμηθούν. Ειρήνη, περιβάλλον και ζωή στον πλανήτη, δημοκρατία και συμμετοχή, εναντίωση στην εκμετάλλευση, τις ανισότητες, την αλλοτρίωση, την τεράστια απόρριψη της ζωντανής εργασίας και τα σύγχρονα ολοκαυτώματα στο Νότο και στην καρδιά του συστήματος.
Τα ακόλουθα λόγια του Σαμίρ Αμίν μπορούν να μας προβληματίσουν περισσότερο: «Μια επανέκδοση του 20ού αιώνα δεν απαντά στις απαιτήσεις της εποχής μας. Ο καπιταλισμός δεν λειτουργεί πλέον μέσω της “δημιουργικής καταστροφής”, όπως είχε φανταστεί ο Schumpeter. Η καταστροφική του διάσταση καθίσταται τριπλή, τόσο του ατόμου (που το υποβιβάζει σε απλό καταναλωτή), της φύσης, των κοινωνιών. Τα μέσα που διαθέτει για αυτήν την μαζική καταστροφή, απαιτούν μια συντονισμένη σοσιαλιστική στρατηγική όλων των λαών του Βορρά και του Νότου, τον συντονισμό της προώθησης εθνικών προγραμμάτων λαϊκής κυριαρχίας, στα οποία η διαδικασία του παγκόσμιου μετασχηματισμού θα μπορούσε να στηριχθεί αρχικά. Σε αντίθετη περίπτωση, είναι πιθανή η χειρότερη κατάσταση: η δημιουργία νεο-φασιστικών συστημάτων τόσο στο Βορρά, όσο και στον Νότο. Ο Μπουχάριν είχε επισημάνει ότι οι επαναστάτες είναι οπορτουνιστές που όμως έχουν αρχές, και γνωρίζουν πώς να αδράξουν την ευκαιρία σε μια επαναστατική κατάσταση. Είμαστε σε μια τέτοια κατάσταση, αλλά η ευκαιρία θα χαθεί εάν η ριζοσπαστική αριστερά δεν διαθέτει το απαραίτητο κουράγιο να αδράξει την ευκαιρία».
Ανάρτηση από: http://www.e-dromos.gr