Η κυβέρνηση επαναλαμβάνει – διά του Yπουργού Eπικρατείας Γ. Γεραπετρίτη – ότι ακόμα και σήμερα, λόγω “στεγανότητας” της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, “δεν γνωρίζει” τα έγγραφα της παρακολούθησης Ανδρουλάκη. Και βέβαια “δεν γνωρίζει” αν άλλα πολιτικά πρόσωπα παρακολουθούνταν ή παρακολουθούνται από την ΕΥΠ για “λόγους εθνικής ασφάλειας”.
Του Θανάση Καμπαγιάννη *
“Μόνο τρία πρόσωπα γνωρίζουν”, είπε χτες σε ραδιοφωνική συνέντευξη ο Υπουργός Γεραπετρίτης: ο διοικητής της ΕΥΠ, η αρμόδια εισαγγελέας και ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ). Όσον δε αφορά τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ, ο Υπουργός διευκρίνισε ότι αυτός γνωρίζει μόνον αριθμούς τηλεφώνων, καθώς οι εισαγγελικές διατάξεις που επιδίδονται έγχαρτα στην ΑΔΑΕ είναι εκ του νόμου – όσον αφορά τους λόγους εθνικής ασφάλειας – ανώνυμες.
Με τις δηλώσεις αυτές, η κυβέρνηση συνεχίζει το άθλιο παιγνίδι της συγκάλυψης του σκανδάλου των υποκλοπών και της συνειδητής παραπλάνησης της κοινής γνώμης.
Και τούτο για τον εξής απλό λόγο που έχει να κάνει με το ίδιο το σύστημα των “νόμιμων επισυνδέσεων”:
Οι αρχές που ζητούν την επισύνδεση και που διαθέτουν τον απαιτούμενο εξοπλισμό για την παρακολούθηση τηλεφωνικών συνομιλιών σε πραγματικό χρόνο είναι η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), η Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών (ΔΙ.Δ.Α.Π.) και η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας (Δ.Α.Ε.Ε.Β., η γνωστή μας “Αντιτρομοκρατική”).
Ωστόσο, η επισύνδεση δεν είναι δυνατόν να προχωρήσει χωρίς συνεργασία με τον ιδιώτη πάροχο, δηλαδή την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας με την οποία είναι συμβεβλημένος ο παρακολουθούμενος.
Για τον λόγο αυτό, η εισαγγελική διάταξη άρσης του τηλεφωνικού απορρήτου και “νόμιμης επισύνδεσης” επιδίδεται (πέραν της ΑΔΑΕ για λόγους γνωστοποίησης), όχι μόνο στην αρχή που τη ζητά αλλά και στον ιδιώτη πάροχο. Ο πάροχος διατάσσεται να συνεργαστεί με την αρμόδια αρχή ώστε να περιέλθουν στο σύστημά της όλες οι διαθέσιμες υπηρεσίες που αφορούν την επίμαχη τηλεφωνική σύνδεση.
Μάλιστα, οι πληροφορίες που διαβιβάζονται δεν αφορούν μόνο το περιεχόμενο των συνομιλιών (φωνή), αλλά και όλα τα “κριτήρια στοχοθέτησης”, τα μηνύματα/sms, όλα τα δεδομένα που συλλέγουν οι σύγχρονες τηλεφωνικές συσκευές μέχρι και τον “on-line” εντοπισμό του παρακολουθούμενου πολίτη.
Για να καταστεί αυτό εφικτό, τεχνικός του ιδιώτη παρόχου τίθεται σε 24ωρη επιφυλακή και συνεχή συνεργασία με τον εντεταλμένο χειριστή της αρχής που ζήτησε και εκτελεί την άρση του απορρήτου.
Αν, λοιπόν, η ΑΔΑΕ διαθέτει μόνον τους τηλεφωνικούς αριθμούς των παρακολουθούμενων πολιτών, οι ιδιώτες πάροχοι είναι σε θέση να ταυτοποιήσουν τον εκάστοτε τηλεφωνικό αριθμό με το όνομα του πελάτη τους. Αυτός εξάλλου είναι και ο λόγος που σε έλεγχο της ΑΔΑΕ στην εταιρεία WIND, μετά την καταγγελία στην οποία προέβη ο Νίκος Ανδρουλάκης για την απόπειρα παγίδευσης του τηλεφώνου του με το λογισμικό Predator, η εταιρεία γνωστοποίησε στην Αρχή ότι το τηλέφωνο του Νίκου Ανδρουλάκη βρισκόταν σε καθεστώς “νόμιμης επισύνδεσης” (βλ. Γιάννης Σουλιώτης, Υπόθεση παρακολουθήσεων: Τα δεδομένα που πυροδότησαν τις εξελίξεις, Καθημερινή, 6/8/2022).
Γνωρίζοντας όλα αυτά, κατανοεί κανείς το μέγεθος του ψεύδους των κυβερνητικών παραγόντων και του Υπουργού Γ. Γεραπετρίτη.
Οι άνθρωποι των μεγάλων ιδιωτικών εταιρειών κινητής τηλεφωνίας (δηλαδή των COSMOTE, WIND και VODAFONE) γνωρίζουν αυτό που η κυβέρνηση βαφτίζει “απόρρητο” για τον λαό: τον πλήρη κατάλογο των παρακολουθούμενων πολιτών, τόσο στο τρέχον διάστημα όσο και στο παρελθόν.
Αυτό δηλαδή που η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι “δεν γνωρίζει” – αν αυτή τη στιγμή παρακολουθείται το τηλέφωνο της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα, του Υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια μέχρι και το τηλέφωνο του κάθε πολίτη – είναι γνωστό και προσβάσιμο στους κύκλους των ολιγαρχών.
Φανταστείτε πόσο έκθετος θα ήταν ένας Πρωθυπουργός σε πιθανούς εκβιασμούς όσων διαθέτουν πρόσβαση σε τέτοιες πληροφορίες.
Για τον λόγο αυτό, το τεράστιο αυτό σκάνδαλο μπορεί να λήξει μόνο, όχι με την αυτονόητη δικαστική διερεύνηση που πρέπει να υπάρξει για την απόδοση ποινικών ευθυνών, αλλά με την πλήρη δημοσιοποίηση των στοιχείων της υπόθεσης Ανδρουλάκη και όλης της λίστας των παρακολουθούμενων πολιτικών προσώπων, δημοσιογράφων, δικηγόρων και λοιπών πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Εκτός αν θέλουμε η αποφορά μιας άταφης νεκρής κυβέρνησης να πνίξει τη δημοκρατία.
* Ο Θανάσης Καμπαγιάννης είναι δικηγόρος και σύμβουλος στο Διοικητικό Συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών με την Εναλλακτική Παρέμβαση – Δικηγορική Ανατροπή.
Φωτογραφία: Stelios Misinas / SOOC
Ανάρτηση από: https://thepressproject.gr/