Του Αλέξη Καζαντζίδη
Στον καιρό της δημοκρατίας-πίξελ, η Βουλή συνεδριάζει σταθερά στις οθόνες μέσω… τηλεοπτικών παραθύρων. Oι άνθρωποι μπορούν να παρακολουθήσουν, εκτός από τους εκλεγμένους του αντιπροσώπους, και κάθε λογής ρήτορες.
Προνομιακή θέση κατέχει μια ορδή πρώην αριστερών και διανοουμένων. Αυτοί που από τη Μεταπολίτευση και ιδίως μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης μεταλλάχθηκαν στους φανατικότερους «καθεστωτικούς». Προωθήθηκαν κατά χιλιάδες σε πανεπιστήμια, μέσα μαζικής ενημέρωσης, κυβερνητικές επιτροπές. Μουτζαχεντίν του «εκσυγχρονισμού» και του «νεοφιλευθερισμού» σε κάθε σύγκρουσή του με το δημόσιο αίσθημα. Ασφαλιστικό, αμερικανικές γκανγκστερικές επιδρομές σε ανυπάκουες χώρες, Μνημόνιο.
Χωρίς τακτ, έκαναν επιτόπου τη μεγάλη τούμπα. Γύρισαν τα νώτα προς τους μπατιρημένους, υποκλίθηκαν στους Δυνατούς και ανέλαβαν τον ρόλο του αναμορφωτή μας. Προσαρμόζουν τώρα με άνεση την… ανοικτή τους αντίληψη στην υπηρεσία των νέων ηθών του συστήματος για αποκοινωνικοποίηση των λαών.
Το φαινόμενο δεν είναι καινοφανές. Στα χρόνια του Μεσοπολέμου, τα φασιστικά κόμματα τα οποία δημιουργήθηκαν, κοσμούσαν ως ιδρυτές ή μεγαλοστελέχη κάποιοι πρώην μαρξιστές που πέρασαν στο αντίπαλο στρατόπεδο. Ο Μουσολίνι είναι μόνο το πιο γνωστό παράδειγμα.
Το ιστορικά και συναισθηματικά φορτισμένο δίπολο «αριστερός-διανοούμενος», που καλλιεργούσε ένα αίσθημα εμπιστοσύνης στους πολλούς, γύρισε μπούμερανγκ. Χωρίς αυτούς τους ιδεολογικούς μισθοφόρους, το «εκσυγχρονιστικό» αλλά και μνημονιακό εγχείρημα, που «τσάκισε» την εθνική και κοινωνική συνοχή, θα φάνταζε αδύνατο.
Ο συνήθης «αριστερός-διανοούμενος» με τα «ατσαλάκωτα» πτυχία της αστικής κουλτούρας, δεν δίνει δεκάρα για την λαϊκό πολιτισμό: γλωσσικό, ανθρωπολογικό. Στην καλύτερη περίπτωση, έχει ορισμένες -περιστασιακές- εμπειρίες από επαφές του σχολείου και του στρατού. Συνήθως τις αναπολεί ειρωνικά σαν «γραφικές».
Φαντασιώνεται τον λαϊκό καθοδηγητή, ακόμη και από θέση εξουσίας στην κυβέρνηση. Επαγγέλλεται ένα αόριστο «νέο» (που μας έχει επιστρέφει στην εποχή του… Ντίκενς) και επείγεται για «αλλαγές» και «μεταρρυθμίσεις» υπέρ του λαού. Εκείνες, βεβαίως, που μόνο εκείνος και οι συν αυτώ εκτιμούν ως αναγκαίες. Με την στρεβλή έπαρση του «μορφωμένου», αποφασίζει για τους λαϊκούς ανθρώπους. Οι ίδιοι θεωρεί πως δεν μπορούν να διακρίνουν το καλό τους. Είναι δική του… αποστολή να τους το καταδεικνύει.
Όλοι αυτοί που αγορεύουν από τα κανάλια, προτείνοντας έτοιμα σχήματα, δείχνουν να αγνοούν το προφανές: με τους ιδεολογικούς τους ακροβατισμούς έχουν σκορπίσει τέτοια καχυποψία που, όταν κάποιος ακούει σήμερα κάποιον να δηλώνει αριστερός, (λέγε με ΔΗΜΑΡ) δεν ξέρει τι να υποθέσει. Μπορεί να είναι ο υπουργός που θέλει να του αρπάξει τη σύνταξη, μπορεί ο χρηματιστής που του έφαγε τις οικονομίες, μπορεί ο Ψαριανός αυτοπροσώπως.
Οι ιθαγενείς δραπέτες του μαρξισμού, για να δικαιολογήσουν τη μετάλλαξή τους, αντιτείνουν πως καθένας έχει το δικαίωμα να αναθεωρήσει τις θέσεις του. Όποιος νομίζει ότι έκανε λάθος, μάλλον ζητάει συγνώμη και πάει σπίτι του. Πρέπει να έχει αποβάλει κάθε ίχνος αυτοαξιοπρέπειας για να επιχειρεί τώρα να πουλήσει τα αντίθετα. Aν η αλλαγή θέσης στερείται κάποιου ηθικού περιεχομένου, τότε φαντάζει ένας μασίφ σαλταδορισμός. Χωρίς αιδώ από υπερασπιστές των αδυνάτων επί γης, μεταβάλλονται σε κυνικούς χειροκροτητές προληπτικών πολέμων ή αφαίρεσης κάθε δυνατότητας επιβίωσης στους εργαζόμενους.
Οι πρώην «αριστεροί» και νυν ζηλωτές του καπιταλισμού κάνουν ό,τι μπορούν να επιβεβαιώσουν αυτό που είχε προβλέψει ο Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ, ιδεολογικός γκουρού του ναζισμού: «Σε κάθε χώρα θα βρούμε μπόλικα ιδιοτελή καθάρματα για να συνεργαστούμε».
Το ίδιο πράττουν και τώρα που η «υπερήφανη» πολιτική μετέτρεψε την «ισχυρή Ελλάδα» σε χώρα-πειραματόζωο πολιτικών εξανδραποδισμού. Μονοπωλούν τις οθόνες. Και με απειλές, ειρωνείες και τρομοκρατικές προβλέψεις, προσπαθούν να καταβάλουν το φρόνημα των ανθρώπων που στην πλειοψηφία τους, με πόνο και αίμα επί χρόνια πάλεψαν στη ζωή τους.
Όμως, το γυαλί είναι αμφίστομο. Θα είναι αρκετή μια συγκλονιστική εμφάνιση του λαού, να επαναλαμβάνει το «ΟΧΙ» χιλιετιών, για να αποκαλύψει την αχρειότητα και την τιποτολογία τους.
Ανάρτηση από: http://www.intellectum.org