Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

Η διπλή σκέψη και τα δόγματα της υποταγής

Της Analyst Team


Η πρώτη προϋπόθεση της κοινωνικής ειρήνης, είναι το να έχουν οι φτωχοί το συναίσθημα της αδυναμίας τους να αντιδράσουν – ενώ η Ελλάδα αποτελεί το πειραματικό εργαστήριο που επιτρέπει τις δοκιμές των μεθόδων, μέσω των οποίων μπορεί να επιτευχθεί η κάμψη των αντιδράσεων των Πολιτών.

«Η παρούσα ανάλυση προέρχεται από τη συνένωση δύο προηγουμένων, ενώ ο στόχος της είναι να δώσει μία πιο ολοκληρωμένη εικόνα στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα – πιστεύοντας πως η επανάληψη είναι απαραίτητη, για την κατανόηση τόσο πολύπλοκων πειραμάτων».


Ανάλυση

Το 2015 ο «πατριώτης» κομματικός συνεργός του πρωθυπουργού δήλωσε ότι, το μνημόνιο σημαίνει πως η Ελλάδα συμβιβάσθηκε, ότι είναι το αποτέλεσμα ενός εκβιασμού, ενώ αποτελεί κυριολεκτικά ένα στυγνό πραξικόπημα των δανειστών – συμπληρώνοντας όμως ταυτόχρονα πως η Ελλάδα συνθηκολόγησε μεν, αλλά δεν παραδόθηκε!

Απαίτησε δε από τους βουλευτές την άμεση υπογραφή των εγγράφων, χωρίς καν να προλάβουν να τα διαβάσουν σωστά – σαν να μιλούσε σε πνευματικά ανάπηρους, σε ανόητους δηλαδή που δεν μπορούσαν να καταλάβουν πως η συνθηκολόγηση και η άνευ όρων παράδοση δεν είναι έννοιες που διαφέρουν μεταξύ τους.

Στην προκειμένη περίπτωση λοιπόν χρησιμοποίησε τη διαδικασία της διπροσωπίας, της διπλής αντιφατικής σκέψης – σύμφωνα με την οποία μία δήλωση την ίδια στιγμή, την οποία λέγεται, μέσω της διατήρησης αυτών που έδωσε κανείς να καταλάβουν οι άνθρωποι προηγουμένως, αν και αυτοαναιρείται πείθει.

Με απλά λόγια, έπρεπε τόσο οι βουλευτές, όσο και οι Πολίτες που άκουγαν αυτές τις «σχιζοφρενείς» ομιλίες, να είναι σε θέση να αποδεχθούν αντιφατικά μεταξύ τους στοιχεία, χωρίς να διαμαρτύρονται για την αντιφατικότητα – για το ότι δεν μπορούν να ισχύουν ταυτόχρονα και τα δύο, αλλά είτε το ένα, είτε το άλλο.

Με δεδομένο λοιπόν το ότι, η δήλωση ενός πράγματος μαζί με το αντίθετο του την ίδια στιγμή, σχεδόν ταυτόχρονα, προκαλεί πλήρη διάσπαση της συνείδησης, οι βουλευτές υπέγραφαν την άνευ όρων παράδοση της χώρας, πιστεύοντας πως αγωνίζονται για την απελευθέρωση της και κάνοντας το καθήκον τους!

Δεν μπορούσαν δηλαδή να αντιληφθούν την αλήθεια, έχοντας κυριευθεί από το ψέμα – γεγονός που οφείλεται στην αδυναμία των ανθρώπων να διατηρήσουν μία «απόσταση ασφαλείας» απέναντι στην εκάστοτε συναισθηματική φόρτιση (emotions). Επομένως, να μην μπορούν πλέον να ελέγξουν τους εξωτερικούς επηρεασμούς τους – με αποτέλεσμα να υποτάσσονται πρόθυμα σε αυτά που τους ζητούνται, χωρίς να σκεφθούν προηγουμένως.

Το αξίωμα της υποβολής

Περαιτέρω, όσοι έχουν διαβάσει το βιβλίο «1984» του Orwell γνωρίζουν πώς έχει περιγράψει το εργαλείο υποβολής (υποταγής) των ανθρώπων, με την ονομασία «Διπλή σκέψη» – σύμφωνα με την οποία «μπορεί κανείς να διατηρήσει ταυτόχρονα δύο απόψεις, οι οποίες είναι αντιφατικές μεταξύ τους, εάν τις αντιλαμβάνεται ως αλληλοσυγκρουόμενες, πιστεύοντας όμως και στις δύο».

Για παράδειγμα, όταν ο πρωθυπουργός δήλωσε πως αναγκάσθηκε να συμβιβαστεί άνευ όρων με κάτι που δεν πιστεύει, προδίδοντας αυτούς που τον στήριξαν, αμέσως μετά δε ότι το έκανε για το καλό της πατρίδας του, για να μην χρεοκοπήσει και βγει από το ευρώ, τότε αρκετοί βουλευτές πίστεψαν και τα δύο – παρά το ότι αντιλαμβάνονταν πως η προδοσία και ο συμβιβασμός ήταν ασφαλώς αντίθετα με το καλό της πατρίδας.

Ακόμη χειρότερα, δεν αναρωτήθηκαν καν εάν ο συμβιβασμός αυτός εξασφάλιζε πράγματι τη διάσωση της Ελλάδας, καθώς επίσης την παραμονή της στο ευρώ – παρά το ότι ο πρωθυπουργός είπε καθαρά πως δεν το πιστεύει, οπότε δεν εγγυάται για τίποτα.

Συνεχίζοντας, ο ίδιος συγγραφέας έχει επίσης αναφερθεί στα αξιώματα (δόγματα) της υποταγής, τα οποία αφαιρούν από τους ανθρώπους την ικανότητα εξέγερσης– ενώ ο στόχος τους είναι να σβήσουν από το υποκείμενο κάθε ανάμνηση της ύπαρξης μίας πιθανής διανοητικής αντίστασης.
Με απλά λόγια, οι περισσότεροι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος σήμερα δεν θα θυμούνται καν την οργή που ένοιωσαν, όταν εξαναγκάσθηκαν να υπογράψουν έγγραφα που ήταν ακριβώς αντίθετα, από αυτά που πίστευαν – ότι στην πραγματικότητα ήθελαν να αντιδράσουν με όλες τους τις δυνάμεις, έχοντας όμως τελικά υποταχθεί, προδίδοντας την πατρίδα τους και τα ιδανικά τους.

Η πολιτική αυτή, η οποία έχει στόχο να σβήσει εντελώς την ανάμνηση της ύπαρξης της διανοητικής εξέγερσης, μπορεί να γίνει κατανοητή από την εξέταση εκ μέρους της Βουλής των δύο ποινικών διώξεων που ασκήθηκαν από την Εισαγγελία – εναντίον του πρώην υπουργού οικονομικών.
Οι διώξεις αφορούσαν την επεξεργασία του σχεδίου υιοθέτησης ενός παράλληλου νομίσματος, ως μία προσπάθεια αντίστασης εναντίον των δανειστών. Από την άσκηση της ποινικής δίωξης συμπεραίνει κανείς εύλογα ότι, η οποιαδήποτε μορφή αντίστασης θεωρήθηκε ταυτόσημη με ένα ποινικό αδίκημα – γεγονός που τεκμηριώνει την πλήρη υποταγή του πολιτικού και λοιπού προσωπικού της χώρας στους πιστωτές της, καθώς επίσης την προσπάθεια όλων να σβήσουν εντελώς από τη μνήμη τους τη μεγάλη τους ήττα.

Ολοκληρώνοντας, η ήττα της Ελλάδας δεν περιορίστηκε στην Οικονομία, όπου έχει υποταχθεί πλέον συλλογικά στο δόγμα της λιτότητας, επιδεινώνοντας τρομακτικά τις μελλοντικές της προοπτικές, αφού διευρύνθηκε στην εξωτερική πολιτική – με μία σειρά συμβιβασμών που έχει ήδη αποδεχθεί (Ισραήλ, απομάκρυνση από τη Ρωσία, Αιγαίο, Σκόπια κλπ.) και οι οποίοι μόλις ξεκίνησαν.

Ο απώτερος στόχος του ελληνικού πειράματος

Περαιτέρω, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η Ελλάδα δεν είναι ο κύριος στόχος του πειράματος που διεξάγεται – αλλά, μέσω αυτής, επιδιώκεται η σταδιακή μεταβίβαση της κατάρτισης των ετησίων προϋπολογισμών των χωρών με μεγάλα ελλείμματα, όπως είναι η Ισπανία, η Ιταλία και ειδικά η Γαλλία, στους ευρωπαϊκούς Θεσμούς.

Επομένως στη Γερμανία, γύρω από την οποία έχουν οικοδομηθεί η Ευρωζώνη, καθώς επίσης η Ευρωπαϊκή Ένωση, με πρωτοβουλία των Η.Π.Α. (σενάριο) – με απώτερο σκοπό τη «διάλυση» (την αφομοίωση μεταξύ τους) των εθνικών κρατών σε ένα ενιαίο σύνολο, το οποίο στη συνέχεια θα αποτελούσε μέλος του οικονομικού ΝΑΤΟ που προετοιμαζόταν πριν την εκλογή του κ. Trump (άρθρο) που πιθανότατα έχει άλλα σχέδια (οικονομικός εθνικισμός, οπότε διάλυση της Ευρωζώνης).

Σε κάθε περίπτωση, η «διάλυση» των εθνικών κρατών σε μία οικονομική και πολιτική ζώνη, υπό την κυριαρχία της υπερδύναμης, καθώς επίσης με τη Γερμανία ως «έπαρχο», θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο εάν προηγούταν μία σημαντική μείωση του βιοτικού επιπέδου των Ευρωπαίων – έτσι ώστε να περιοριζόταν οι δημοκρατικές ελευθερίες τους, οι οποίες συνήθως στηρίζονται σε μία ακμάζουσα μεσαία τάξη.

Συνεχίζοντας, όπως είχε αναφέρει το 1897 ο M. Barres «Η πρώτη προϋπόθεση της κοινωνικής ειρήνης, είναι το να έχουν οι φτωχοί το συναίσθημα της αδυναμίας τους να αντιδράσουν». Αυτό ακριβώς διαπιστώνεται σήμερα στην Ελλάδα όπου, μέσω της «προδοσίας» της κυβέρνησης, το 62% των Ελλήνων που ψήφισε «ΟΧΙ» έχασε όλες του τις ελπίδες – ξεπέρασε πλέον την κατάθλιψη των προηγουμένων ετών ενώ, μέσα από την απελπισία που ένοιωσε, έφτασε πια σε κατάσταση σοκ, ανίκανο να αντιδράσει.

Η άρνηση τώρα της διαγραφής του χρέους της χώρας μας εκ μέρους του κ. Σόιμπλε, παρά το ότι όλοι συμφωνούν πως είναι απολύτως αναγκαίο, όπου ακόμη και η αναδιάρθρωση αναβάλλεται για το μέλλον (αν και θα συμβεί), δημιουργεί μία μόνιμη αστάθεια στα περισσότερα μέλη του ευρώ, τα οποία έτσι συνεχίζουν να νοιώθουν την απειλή των αγορών – ενώ την ίδια στιγμή το αδιέξοδο των ελληνικών διαπραγματεύσεων, κυρίως όμως το μέγεθος της τιμωρίας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα, κλιμακώνει τους φόβους τους.

Πόσο μάλλον όταν από τη στάση της Ελλάδας, από την 180 μοιρών στροφή δηλαδή του πρωθυπουργού, έχουν πλέον πεισθεί πως δεν υπάρχει ζωή εκτός του Ευρώ – πως είναι όλα τα κράτη εγκλωβισμένα στο κοινό νόμισμα, με μοναδική εξαίρεση τον ηγεμόνα, τη Γερμανία, χωρίς καμία δυνατότητα επιστροφής στο παρελθόν.

Περαιτέρω, η αναμέτρηση της Ελλάδας με τους Θεσμούς, έχει ένα πεδίο που πιθανότατα υπερβαίνει τη σχεδιαζόμενη φτωχοποίηση της χώρας – αφορώντας το μέλλον ολόκληρης της ΕΕ. Ειδικότερα, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, είτε η διάλυση (αφομοίωση) της Ευρώπης σε μια μεγάλη μελλοντική διατλαντική αγορά, είτε η υποταγή της στη Γερμανία, προϋποθέτει τη μείωση του βιοτικού επιπέδου, καθώς επίσης το σημαντικό περιορισμό των δημοκρατικών ελευθεριών των Ευρωπαίων.

Στα πλαίσια αυτά, η Ελλάδα αποτελεί το πειραματικό εργαστήριο που επιτρέπει τις δοκιμές των μεθόδων, μέσω των οποίων μπορεί να επιτευχθεί η κάμψη των αντιδράσεων των Πολιτών – η εξουδετέρωση της αντίστασης τους, απέναντι στις μαζικές επιθέσεις που δέχεται τόσο το βιοτικό τους επίπεδο, όσο και οι δημοκρατικές τους ελευθερίες (κάτι στο οποίο θα συμβάλλει επίσης το μεταναστευτικό).

Παρά το ότι λοιπόν το κοινωνικό κράτος, οι μισθοί, οι συντάξεις και τα εισοδήματα των Ελλήνων έχουν υποστεί τεράστιες επιθέσεις (μειώσεις), το μαρτύριο θα συνεχισθεί έως ότου διαπιστωθούν τα ανώτατα όρια ανοχής του πληθυσμού – ο οποίος έχει ήδη πεισθεί πως η Δημοκρατία αποτελεί παρελθόν, μέσω της μετατροπής του «ΟΧΙ» του δημοψηφίσματος σε ένα πανηγυρικό «ΝΑΙ».
Πολλοί Έλληνες έχουν άλλωστε ήδη «θυματοποιηθεί», πιστεύοντας πως η χώρα τους είναι πράγματι ο «αλήτης» της ευρωπαϊκής οικογένειας – ο οποίος δεν τηρεί τα υπογεγραμμένα, δεν θέλει να πληρώσει ο ίδιος για τα λάθη του, αλλά όλοι οι άλλοι, ενώ δεν έχει κανένα σχέδιο για το μέλλον.

Στην προκειμένη περίπτωση η «αριστερή» κυβέρνηση, σκόπιμα ή μη, αποτέλεσε τον ιδανικό συνεργάτη αυτών που διεξάγουν το βρώμικο πείραμα – με δυστυχή θύματα τους Έλληνες Πολίτες.

Συνεχίζει δε να είναι ιδανική, επειδή νομιμοποιεί τη φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης – την οποία επιδιώκει, μεταξύ άλλων, μέσω των υπερβολικών φόρων, ενώ δήθεν στηρίζει την κατώτερη. Το γεγονός αυτό μας οδήγησε στο συμπέρασμα ότι, εκτός από το ξεπούλημα της χώρας, ο στόχος της είναι το μοίρασμα της φτώχειας – σε καμία περίπτωση η παραγωγή πλούτου, αφού κάτι τέτοιο αντίκειται στα σχέδια των «Θεσμών».

Η ίδια η ελληνική κρίση πάντως δίδαξε ότι, μπορεί έμμεσα κανείς, με τη βοήθεια της υπερχρέωσης, να ληστέψει συστηματικά μία ανεπτυγμένη χώρα – εξαθλιώνοντας παράλληλα το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της, χωρίς να υπάρξουν μεγάλες κοινωνικές αντιδράσεις.
Ολοκληρώνοντας, έχουμε δυστυχώς την υποψία πως το πείραμα θα συμπεριλάβει και τις τράπεζες, αφού στην Κύπρο αποδείχθηκε μεν πως μπορεί κανείς πολύ εύκολα να ληστέψει τους μεγάλους καταθέτες (άνω των 100.000 €), Κυπρίους και ξένους, καθώς επίσης να επιβάλλει ελέγχους στη διακίνηση των κεφαλαίων, αλλά έχουν μείνει κενά – όπως, για παράδειγμα, η συμμετοχή των μικρότερων καταθετών στις διασώσεις (Bail-in) κοκ.

Όσον αφορά τώρα το ίδιο το πείραμα που διεξάγεται στο ελληνικό εργαστήριο, από τέσσερις πλέον «Θεσμούς», έχουμε την άποψη ότι μπορούν ακόμη να αποφευχθούν οι τρομακτικές συνέπειες του – παρά το ότι δρομολογούνται ήδη οι νόμοι, με στόχο την οικονομική και νομική εδραίωση των κατακτητών, ως τη μοναδική προνομιούχο τάξη στην πατρίδα μας, όπως ακριβώς συνέβαινε την πρώτη εποχή της αποικιοκρατίας.

Με δεδομένο δε το ότι, δεν αφορά μόνο τους Έλληνες αλλά, κυρίως, τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, ενώ παράλληλα υπογράφονται πολλές άλλες συμφωνίες, με στόχο την εδραίωση της παγκόσμιας ελίτ στην ΕΕ (άρθρο), δεν είναι αρκετό να αντιδράσει ένας λαός – πόσο μάλλον όταν η Ελλάδα ευρίσκεται ήδη σε μία κατάσταση που είναι πολύ δύσκολα ανατρέψιμη, όσο αισιόδοξος και αν είναι κανείς, αφού έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος.

Σε κάθε περίπτωση, εάν δεν ερμηνευθεί σωστά η σημερινή κατάσταση, καθώς επίσης εάν δεν καταρτισθεί ένας βασικός «Ισολογισμός» της χώρας, από τον οποίο να συμπεραίνεται τόσο η καθαρή της θέση (τί διαθέτει, τι χρωστάει κοκ.), όσο και οι ρεαλιστικές δυνατότητες της, δεν μπορούν να αποκλεισθούν τα χειρότερα – τα οποία όμως έχουμε τη δυνατότητα να αποφύγουμε ενεργοποιούμενοι (άρθρο), λειτουργώντας συλλογικά, συνετά, ειρηνικά, καθώς επίσης με πλήρη επίγνωση των κινδύνων.

Το παράδοξο της Δημοκρατίας

Περαιτέρω, στις πολιτικές συζητήσεις της παγκόσμιας ελίτ, ο λαός παρομοιάζεται συχνά με μία αγέλη προβάτων, η οποία διακρίνεται από την έντονη τάση της προς τις παράλογες συναισθηματικές αντιδράσεις – από έναν ανορθόδοξο παρορμητισμό, ο οποίος οφείλει να ελέγχεται.
Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό για την ηγεσία ενός κράτους να ερμηνεύει τη «σιωπή της αγέλης», σαν μία έγκριση της πολιτικής της δράσης – όπως στο παράδειγμα του Νίξον, ο οποίος ισχυρίσθηκε πως η σιωπή της συντριπτικής πλειοψηφίας των Αμερικανών σήμαινε ότι, συμφωνούσαν με τον πόλεμο του Βιετνάμ.

Ανάλογα βέβαια ερμηνεύεται και η σημερινή σιωπή των Ελλήνων – ως η συμφωνία τους δηλαδή με την πολιτική των μνημονίων, της εξαθλίωσης και της υποδούλωσης της χώρας τους.
Συνεχίζοντας, πρώτος ο Θουκυδίδης είχε αναφέρει ότι, ο όχλος διακρίνεται από το πάθος εις βάρος της λογικής, πως ο λαός είναι ασταθής και άστατος, ενώ καθιστά υπεύθυνους τους άλλους για τα δικά του λάθη – όταν, από την άλλη πλευρά, οι πολιτικοί κατευθύνονται κυρίως από την τάση τους για δύναμη, με στόχο να ικανοποιήσουν τις κυριαρχικές τους βλέψεις, καθώς επίσης τις προσωπικές τους φιλοδοξίες.

Αναγνώρισε επομένως ότι, η κάθε σωστή μορφή οργάνωσης μίας κοινωνίας θα έπρεπε να λαμβάνει υπ’ όψιν τις αδυναμίες της ανθρώπινης φύσης, όπως είναι οι παραπάνω – κάτι που, κατά την άποψη του, δεν ήταν δυνατόν να εξασφαλισθεί από τη Δημοκρατία. Θεώρησε λοιπόν, κρίνοντας από το παράδειγμα του Περικλή στην Αθήνα, πως η ιδανική μορφή διακυβέρνησης μίας χώρας είναι η ηγεσία ενός ανδρός, στο όνομα όμως της Δημοκρατίας – κάτι με το οποίο συμφώνησε και ο Αριστοτέλης.

Σε μία τέτοια κυβερνητική μορφή (Τιμοκρατία, όπου διοικούν οι πλέον σεβαστοί στο λαό και οικονομικά ανεξάρτητοι), όφειλαν να ισορροπούν μεταξύ τους τόσο τα ολιγαρχικά, όσο και τα δημοκρατικά στοιχεία – με έναν τέτοιον τρόπο, ώστε ούτε η μάζα και οι φτωχοί, ούτε η ελίτ και οι πλούσιοι να έχουν την εξουσία.

Ειδικά ο Αριστοτέλης θεωρούσε τη Δημοκρατία ως μία «ληγμένη» Τιμοκρατία – επειδή στη Δημοκρατία εμπερικλείεται η δυνατότητα να μοιράσουν μεταξύ τους οι μάζες τις περιουσίες των πλουσίων, εφόσον αποτελούν την πλειοψηφία, γεγονός που κατά το φιλόσοφο ήταν άδικο.
Κάτι ανάλογο ουσιαστικά έχει υιοθετηθεί από το αμερικανικό σύνταγμα, σύμφωνα με το οποίο κάθε μορφή κυβερνητικής οργάνωσης πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να προστατεύει τη μειοψηφία των πλουσίων από την πλειοψηφία των φτωχών. Η λύση που δόθηκε εν προκειμένω από τον ιδρυτή του αμερικανικού συντάγματος (J. Madison), ήταν η «αντιπροσωπευτική Δημοκρατία», η οποία συναντάται σήμερα και στην Ελλάδα – όπου εκ των πραγμάτων πρόκειται για μία καλυμμένη μορφή της Ολιγαρχίας (η Δημοκρατία στην αρχαία Αθήνα ήταν άμεση, αφού κυριαρχούσε πλήρως ο λαός – οι Αθηναίοι Πολίτες βέβαια και όχι οι δούλοι).

Περαιτέρω, η Δημοκρατία στη Δύση σήμερα δεν είναι πλέον μία από τις πολλές δυνατές μορφές διακυβέρνησης – αλλά η μοναδική, μέσω της οποία νομιμοποιείται η εκάστοτε πολιτική εξουσία. Ταυτόχρονα, οι κυριαρχούσες ελίτ αντιμετωπίζουν τη Δημοκρατία ως μία απολύτως απαραίτητη ψευδαίσθηση – προσπαθώντας, πίσω από τη ρητορική της Δημοκρατίας, να εξασφαλίσουν τα δικά τους προσωπικά συμφέροντα, στηρίζοντας τις ολιγαρχικές δομές που θεωρούν ως τις πλέον κατάλληλες.

Επί πλέον, κάνουν ότι μπορούν για να διαβρώσουν τις δημοκρατικές δομές – με τέτοιον τρόπο όμως, ώστε οι ενέργειες τους αυτές να μην είναι εύκολα ορατές στον πληθυσμό. Η συγκεκριμένη διαδικασία έχει επιταχυνθεί σήμερα, με έναν εξαιρετικά ανησυχητικό ρυθμό – με τη βοήθεια των χρεών, καθώς επίσης Θεσμών του τύπου της ΕΕ, της Τρόικας, της Παγκόσμιας Τράπεζας, του ΔΝΤ, της TTIP (άρθρο) κοκ.

Με απλά λόγια, οι εγκατεστημένες ολιγαρχικές δομές κάτω από το μανδύα της Δημοκρατίας, έχουν καταφέρει τον εντυπωσιακό άθλο να μετατρέψουν τις Δημοκρατίες της Δύσης σε Ολιγαρχίες, χωρίς να αντιμετωπίζονται ως τέτοιες από τους λαούς – με αφετηρία τις Η.Π.Α., στις οποίες υπάρχουν πολλά εγχειρίδια που αναφέρονται στη «διαχείριση» της Δημοκρατίας προς όφελος της ελίτ.

Η συλλογική ουτοπία

Σύμφωνα τώρα με νέες αναλύσεις (Gilens&Page, 2014), το 70% του αμερικανικού πληθυσμού δεν έχει πλέον καμία επιρροή στις πολιτικές αποφάσεις – κάτι που συμβαίνει και στην Ευρώπη. Μπορεί δε να διαπιστωθεί από τα ΜΜΕ της ελίτ, μεταξύ άλλων από τη «Wall Street Journal», τα οποία δεν ασχολούνται με την πολιτική ρητορική και με την προπαγάνδα, όπως τα αντίστοιχα που απευθύνονται στο ευρύ κοινό.

Για παράδειγμα, η «Wall Street Journal» διαπίστωσε στις 28 Φεβρουαρίου του 2013 ότι, «το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα δεν μπορεί πλέον να καταργηθεί δημοκρατικά – αφού επικράτησε, παρά τα αντίθετα εκλογικά αποτελέσματα σε πολλές χώρες».

Το γεγονός αυτό άλλωστε φάνηκε καθαρά και στην Ελλάδα όπου, παρά το ότι οι Έλληνες ψήφισαν δύο φορές εναντίον των μνημονίων, τα οποία νομιμοποιούν το νεοφιλελεύθερο καθεστώς, δεν συνέβη απολύτως τίποτα. Ακόμη χειρότερα, την τρίτη φορά ψήφισαν υπέρ (αυτοί που ψήφισαν) – ενώ το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των βουλευτών αποφάσισε να σκύψει εξευτελιστικά το κεφάλι.

Οι Έλληνες δε, παρά το ότι φάνηκε καθαρά πως όποιο κόμμα και αν επέλεγαν, δεν θα απέφευγαν τα μνημόνια, τη λεηλασία, τη υποδούλωση και την απόλυτη υποταγή τους στο νεοφιλελευθερισμό, συνεχίζουν να έχουν την ψευδαίσθηση πως μπορούν με δημοκρατικές διαδικασίες να αλλάξουν το οδυνηρό μέλλον που διαγράφεται μπροστά τους, καθώς επίσης να ξεφύγουν από τον αφελληνισμό – αρνούμενοι να πιστέψουν ακόμη και αυτά που φαίνονται δια γυμνού οφθαλμού.

Επομένως, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ελλάδα αποδείχθηκε πως ήταν ψευδαίσθηση η πεποίθηση ότι, οι Πολίτες επηρεάζουν τα αποτελέσματα των εκλογών – ή πως συμμετέχουν με την ψήφο τους στις «συστημικά» σημαντικές πολιτικές αποφάσεις.

Επίσης τεκμηριώθηκε απόλυτα ότι, ειδικά όσον αφορά την οικονομική πολιτική, ο νεοφιλελευθερισμός και η αντιπροσωπευτική Δημοκρατία είναι στην πραγματικότητα δύο πολιτικές, άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους – γεγονός που ανέφερε δημόσια (1990) ένας από τους πατέρες του νεοφιλελευθερισμού, ο M. Friedman, με την εξής φράση: «Όταν ιδρυθεί μίαδημοκρατική κοινωνία, καταστρέφεται η ελεύθερη οικονομία» (υπενθυμίζοντας πως η ελεύθερη οικονομία δεν έχει απολύτως καμία σχέση με το νεοφιλελευθερισμό).

Συμπερασματικά λοιπόν, η Δημοκρατία γίνεται τότε μόνοι ανεκτή, επιτρεπτή, όσο ο τομέας της Οικονομίας παραμένει ανέπαφος από τις δημοκρατικές διαδικασίες και τις συλλογικές αποφάσεις – επομένως, όσο δεν είναι πραγματική Δημοκρατία. Από την πλευρά δε των πολυεθνικών ομίλων, η ουσιαστική Δημοκρατία αποτελεί τον εχθρό του νεοφιλελευθερισμού – ένα μη αποδεκτό επιχειρηματικό ρίσκο.

Όταν τώρα οι απλοί Πολίτες δεν είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν πως η οργάνωση μίας κοινωνίας πρέπει να υποτάσσεται στις οικονομικές υποχρεωτικές ανάγκες, καθώς επίσης πως οι μισθοί και οι κοινωνικές παροχές αποτελούν εξαιρετικά αρνητικούς παράγοντες για τον πολλαπλασιασμό των κεφαλαίων, τότε πρέπει οι κυρίαρχες ελίτ να επιβάλλουν τα κατάλληλα μέτρα διαρθρωτικών αλλαγών, με απολυταρχικούς τρόπους – με μνημόνια, με Τρόικες, με το ΔΝΤ, με ενδοτικές κυβερνήσεις κοκ.

Απλούστατα, εάν η Δημοκρατία αποτελεί μία απαραίτητη ψευδαίσθηση στα «πολιτικά εγχειρήματα», τότε θα πρέπει να ελέγχεται από τους κατάλληλα εκπαιδευμένους ειδικούς, έτσι ώστε να μετατρέπεται σε μία «θεατρική δημοκρατία» (spectator democracy) – όπως άλλωστε είναι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Έτσι διατηρείται ανέπαφη η ψευδαίσθηση, ενώ εξασφαλίζεται η απαιτούμενη πολιτική σταθερότητα – κάτι που θεωρείται απαραίτητο, για την επίτευξη των στόχων της εκάστοτε ελίτ.

Η συστηματική προπαγάνδα

Περαιτέρω, σύμφωνα με ένα από τα πολλά εγχειρίδια της ελίτ (The Crisis of Democracy), η κρίση της Δημοκρατίας που προκαλείται από την υπερβολική διόγκωση της επιλύεται και ελέγχεται τότε μόνο (από την πλευρά της ελίτ), όταν ο πληθυσμός αποπολιτικοποιείται σε μεγάλο βαθμό – υποχρεούμενος σε έναν πολιτικό λήθαργο, καθώς επίσης σε μία ηθική απάθεια, σε μία συλλογική αποχαύνωση.

Ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται με τη χρήση των κατάλληλων τεχνικών, κυρίως με την «επαγωγική απάθεια» (μέσω των αυξημένων οικονομικών προβλημάτων, της ανόδου του κόστους διαβίωσης παράλληλα με τη μείωση των μισθών, των φόβων για το μέλλον, του καταναλωτισμού κοκ.) – επίσης, με την τεχνική της διαχείρισης της κοινής γνώμης, όπως και με το «management» της οργής (το βιώνουμε σήμερα στην Ελλάδα, έχοντας υποχρεωθεί από τα ΜΜΕ κλπ. να σιχαινόμαστε οργιζόμενοι όλους τους πολιτικούς, οπότε την ίδια την Πολιτική, αποστασιοποιούμενοι).

Η προπαγάνδα, η χειραγώγηση δηλαδή του όχλου με τρόπους που δεν μπορεί να τους κατηγοριοποιήσει ως μεθόδους επηρεασμού του, ανήκει υποχρεωτικά στα βασικά στοιχεία μίας λειτουργικής, «θεατρικής Δημοκρατίας», όπως όλες σχεδόν οι δυτικές.

Για παράδειγμα, με ορισμένες τηλεοπτικές εκπομπές, με δημοσιογράφους που δήθεν ελέγχουν την εξουσία, κατηγορώντας την συνεχώς – στόχος των οποίων όμως είναι η εκτόνωση των θεατών τους, έτσι ώστε να μην αντιδρούν οι ίδιοι, ήσυχοι πως κάποιοι άλλοι ενεργούν στη θέση τους για την προστασία των συμφερόντων τους.

Οι τεχνικές αυτές της διαχείρισης της κοινής γνώμης (προπαγάνδα) σε τυπικές Δημοκρατίες, με την αριστερά πέπλο να αποτελεί τη σύγχρονη εξέλιξη τους, έχουν ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα, σε σχέση με τις τεχνικές ελέγχου των δικτατοριών: είναι φθηνότερες από τη βία, από το χρηματισμό ή από οιαδήποτε άλλη μορφή ελέγχου.

Επομένως, αυτού του είδους οι «Δημοκρατίες» αποτελούν έναν ιδανικό, βέλτιστο τύπο διακυβέρνησης του όχλου, συγκριτικά με οποιονδήποτε άλλο – με την έννοια της προπαγάνδας εδώ να ορίζεται ως εκείνες οι συστηματικές προσπάθειες, στόχος των οποίων είναι η ελαχιστοποίηση της ικανότητας των ανθρώπων να κρίνουν σωστά. Επίσης η δημιουργία απόψεων, εντυπώσεων ή πεποιθήσεων που να επιτρέπουν στις ελίτ, πολιτικές ή οικονομικές, να εκμεταλλεύονται τις μάζες στο έπακρο, με τη θέληση τους.

Σύμφωνα τώρα με έναν από τους μεγαλύτερους ειδικούς στον τομέα της προπαγάνδας (Bernay, βιβλίο του από το 1928), «Η συνειδητή και ευφυής χειραγώγηση του τρόπου συμπεριφοράς και των πεποιθήσεων των μαζών, αποτελεί ένα από τα βασικότερα συστατικά των δημοκρατικών κοινωνιών. Οι οργανώσεις που λειτουργούν στο παρασκήνιο, ελέγχουν όλες τις κοινωνικές διαδικασίες.Συνιστούν δε μία σκιώδη διακυβέρνηση, η οποία είναι ο πραγματικός ηγεμόνας της χώρας μας».
Σήμερα, η προπαγάνδα αποτελεί ένα από τα πλέον αναγκαία «συστήματα κατήχησης» όλων των δυτικών κοινωνιών – ενώ οι σκιώδεις κυβερνήσεις αποτελούνται από τα αόρατα δίκτυα των πολλών και διαφορετικών ελίτ, τα οποία ελέγχουν με τη βοήθεια της χειραγώγησης όλες τις κοινωνικές διαδικασίας.

Οι ελίτ αυτές καθοδηγούν όλες τις πολιτικές αποφάσεις, ενώ τις προωθούν, με τον τρόπο που θέλουν, στις μάζες, με τη βοήθεια των διατεταγμένων δημοσιογράφων των ΜΜΕ – ως αναπόφευκτες συνήθως θυσίες ή περιορισμούς, για το καλό της πλειοψηφίας των ανθρώπων και ειδικά των αδυνάτων!

Με βάση δε με έναν εξαιρετικό επικοινωνιολόγο (P. Lazarsfeld), η ιδανικότερη μέθοδος προώθησης είναι η πλημύρα πληροφοριών προς τις μάζες, έτσι ώστε να έχουν την ουτοπία της σωστής, πλήρους ενημέρωσης τους – γεγονός που τους δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι είναι υπεύθυνα πληροφορημένοι Πολίτες, οπότε ήσυχοι με τη συνείδηση τους.

Ολοκληρώνοντας οι «κοινωνικοί ναρκωτές», όπως αποκαλεί τα ΜΜΕ, φροντίζουν να εθίζουν τους θεατές, αναγνώστες ή ακροατές τους στις ειδήσεις σε τέτοιο βαθμό, έτσι ώστε να μην μπορούν χωρίς αυτές – αδυνατώντας να κατανοήσουν την αρρώστια που τους προκαλεί ο συγκεκριμένος εθισμός («to keep the addict from recognizing his own malady»).

Επίλογος

Ο μεγάλος αριθμός των «ενημερωτικών» πολιτικών εκπομπών στα ελληνικά κανάλια, εκ των οποίων πολλά από τα μικρότερα γεννήθηκαν ή ανδρώθηκαν στην εποχή των μνημονίων,αποδεικνύει το πόσο στενά είναι συνδεδεμένη η προπαγάνδα με τα ΜΜΕ – ειδικά σε μία χώρα που αποτελεί το πειραματόζωο της νέας πολιτικής της ελίτ, την οποία ξεκίνησε να εφαρμόζει με τη βοήθεια της παραποίησης των οικονομικών μεγεθών, έτσι ώστε να γίνει εφικτή η μετατροπή των Πολιτών σε σκλάβους χρέους.

Το αμέσως επόμενο πείραμα ήταν η αριστερίζουσα αντιπροσωπευτική δημοκρατία, με έντονα δεξιές αποχρώσεις (κόμματα συγκυβέρνησης) – έχοντας στεφθεί με απόλυτη επιτυχία στην Ελλάδα, οπότε έχει μετατραπεί σε ένα εξαγώγιμο προϊόν για όποια χώρα υπάρξει ανάγκη.

Ο συνδυασμός τώρα των οικονομικών μαρτυρίων που επιβλήθηκαν στους Έλληνες, με την έντονη προπαγάνδα που ασκήθηκε και ασκείται από τα ΜΜΕ, εύλογα εξουδετέρωσε όλες τις υγιείς αντιστάσεις τους – προς όφελος της παγκόσμιας ελίτ, η οποία κατάφερε να μάθει πάρα πολλά από τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης, επί πλέον στα χρήματα που κέρδιζε και κερδίζει.

Στα πλαίσια αυτά, δεν πρέπει να αναρωτιέται κανείς γιατί σιωπούν τα πρόβατα τα οποία, ενώ φοβόνταν το λύκο, οδηγούνται στη σφαγή από το χαμογελαστό, νεαρό βοσκό τους – χωρίς την παραμικρή αντίσταση ή, έστω, αντίδραση, επειδή έχουν πλέον συνθηκολογήσει ψυχικά και διανοητικά.

Εν τούτοις, αναρωτιόμαστε τι ακριβώς περιμένουν οι Έλληνες στο μέλλον, αφού δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία για τα απολύτως καταστροφικά αποτελέσματα της πολιτικής των μνημονίων (ανάλυση) – ενώ, εάν τυχόν νομίζουν πως η αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους συνεχίζει να αποτελεί λύση, έχουν δυστυχώς τη λάθος εντύπωση.

Σε κάθε περίπτωση, εάν συνεχίζουν να επιτρέπουν να θεωρούνται ως διανοητικά ανεπαρκείς, πιστεύοντας πως η επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους που θα εγκριθεί, όταν αποδείξουν πως είναι καλά και υπάκουα παιδιά, είναι ταυτόσημη με την ονομαστική διαγραφή, τότε οι εφιάλτες τους δεν πρόκειται ποτέ να τελειώσουν – ελπίζοντας όπως πάντα να κάνουμε λάθος.

Ανάρτηση από: http://www.analyst.gr