Της Analyst Team
Σύμφωνα με τη διαπραγματευτική τακτική της ΕΕ, οι εμπορικές σχέσεις της με τη Βρετανία θα συμφωνηθούν, αφού προηγουμένως λυθούν τρία βασικά θέματα: (α) τα δικαιώματα των Πολιτών της ΕΕ που ζουν και εργάζονται στη Βρετανία, (β) η συνέχιση της χρηματοδότησης των χωρών, στις οποίες έχουν εγκριθεί ήδη προγράμματα στήριξης (πρόκειται για ένα συνολικό ποσόν της τάξης των 60 δις €, το οποίο κατά την ΕΕ πρέπει να πληρωθεί από τη Βρετανία που το αρνείται) και (γ) τα σύνορα μεταξύ Ιρλανδίας και Β. Ιρλανδίας, τα οποία η ΕΕ θεωρεί δικά της (συμπεριφέρεται κατά το δοκούν βέβαια, αφού για τα ελληνικά ισχύει κάτι άλλο).
Στα πλαίσια αυτά θεωρείται πως η Μ. Βρετανία θα βρεθεί σε μία παρόμοια θέση με την Ελλάδα. Ειδικότερα, πριν εγκριθεί η διαγραφή του χρέους που απαιτείται επειγόντως από τη χώρα μας, θα πρέπει να εκπληρωθούν όλες οι προϋποθέσεις που ζητούν οι δανειστές της. Κάθε φορά όμως μετά το 2012, όταν η Ελλάδα βρίσκεται λίγο πριν την εκπλήρωση τους, οι δανειστές τοποθετούν νέες προϋποθέσεις ή εφευρίσκουν αιτίες για να ισχυρισθούν πως οι προϋποθέσεις δεν επιτεύχθηκαν – οπότε το παιχνίδι ξεκινάει από την αρχή.
Κατά την ίδια μέθοδο πολλοί υποθέτουν πως όταν η Βρετανία θα ευρίσκεται λίγο πριν από την επίτευξη όλων των επί μέρους σημείων που θα απαιτεί η ΕΕ, για να ξεκινήσουν οι συζητήσεις που θα αφορούν τις εμπορικές σχέσεις, τότε η Κομισιόν θα τοποθετεί νέες προϋποθέσεις – με αποτέλεσμα το παιχνίδι να ξεκινάει από την αρχή, όπου η ΕΕ (βλ. Γερμανία) είναι ένας πολύ έμπειρος παίχτης.
Η αιτία που πιθανότατα θα συμβούν τα παραπάνω είναι κυρίως η στάση της Βρετανίας – η οποία τοποθέτησε ως απόλυτη προτεραιότητα τις διαπραγματεύσεις της με την ΕΕ, όσον αφορά τις εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών. Ιδίως δε οι ισχυρισμοί των οπαδών της εξόδου, σύμφωνα με τους οποίους η ΕΕ ενδιαφέρεται πάρα πολύ για τις εμπορικές σχέσεις της με τη Βρετανία – οπότε θα της προσφέρει ειδικές συνθήκες πρόσβασης στην εσωτερική της αγορά.
Επειδή όμως η προτεραιότητα της ΕΕ είναι η πολιτική, με την έννοια πως (α) δεν θα θελήσει να διευκολύνει καθόλου τη Βρετανία για να μη δημιουργηθεί κάποιο «δεδικασμένο», όσον αφορά άλλες χώρες που ενδεχομένως θα επέλεγαν επίσης την έξοδο τους από την ΕΕ, ενώ ταυτόχρονα (β) θα επιδιώξει να τιμωρήσει τη Βρετανία «κατασκευάζοντας» ένα παράδειγμα προς αποφυγή, όπως ακριβώς συμβαίνει με την Ελλάδα που προορίζεται πιθανότητα για το ρόλο της Ιφιγένειας, η Βρετανία θα αντιμετωπίσει ανάλογα προβλήματα.
Δυστυχώς η Βρετανία φαίνεται να πιστεύει ότι, οι οικονομικές επιπτώσεις του BREXIT είναι πολύ πιο σημαντικές για την ΕΕ, από ότι οι πολιτικές – παρά το ότι η καμπάνια της εξόδου της ήταν τόσο επιτυχημένη, ακριβώς επειδή δόθηκε μεγαλύτερη σημασία στην πολιτική πλευρά, από ότι στην οικονομική.
Όλα όμως τα γεγονότα της τελευταίας χρονικής περιόδου έχουν τεκμηριώσει ότι, η διατήρηση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος είναι σημαντικότερη για την Κομισιόν (εννοούμε πάντοτε τη Γερμανία), από οποιοδήποτε οικονομικό κόστος – ενώ πολιτικά θα συνέφερε περισσότερο την ΕΕ (Γερμανία) να φύγει η Βρετανία, χωρίς καμία εμπορική συμφωνία.
Ως εκ τούτου η Βρετανία θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα «παιχνίδι», ανάλογο με αυτό που παίζεται με την Ελλάδα (αν και δεν υπάρχει σύγκριση του «πολιτικού τους προσωπικού») – κάτι που όμως θα ήταν εξαιρετικά οδυνηρό για την ίδια, αφού θα απέτρεπε τη διενέργεια επενδύσεων στο εσωτερικό της, θα την εγκατέλειπαν τράπεζες και επιχειρήσεις, ενώ θα ανησυχούσε τις αγορές με δυσμενή αποτελέσματα για το ρυθμό ανάπτυξης της, για το επιτόκιο δανεισμού της, για τα δημόσια έσοδα κοκ.
Εάν τώρα καθυστερήσει να εκπληρώσει τις τρεις βασικές προϋποθέσεις που έχει τοποθετήσει η ΕΕ, όπως συνέβη με την Ελλάδα, τότε θα αναγκασθεί από κάποια στιγμή και μετά να διαπραγματεύεται με το πιστόλι στον κρόταφο – αφού δεν θα συζητείται καθόλου η εμπορική της συμφωνία με την ΕΕ, από την οποία εξαρτάται απόλυτα η οικονομία της. Πιθανότατα λοιπόν βιάστηκε να καταθέσει την αίτηση εξόδου της, χωρίς να συμφωνηθεί η ατζέντα των διαπραγματεύσεων με την ΕΕ, ιδίως η προτεραιότητα της εμπορικής συμφωνίας – οπότε μάλλον έπεσε στην παγίδα της Γερμανίας.
Ολοκληρώνοντας, στο συγκεκριμένο παιχνίδι η καγκελάριος, καθώς επίσης ο υπουργός οικονομικών της, είναι εξαιρετικά έμπειροι, οπότε ενδεχομένως θα το κερδίσουν – εκτός εάν επέμβουν ενεργητικά οι Η.Π.Α., όπως στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε για μία ακόμη φορά θα αποδεικνυόταν ότι, οι Γερμανοί κερδίζουν όλες τις μάχες αλλά χάνουν τον πόλεμο.
Ανάρτηση από: http://www.analyst.gr