Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2018

Η κόντρα Μπάρτσα-Ρεάλ στο μπάσκετ, ιδωμένη από έναν κοινωνικό ανθρωπολόγο

Η παρακάτω αναδημοσίευση θα μπορούσε ν’ αναρτηθεί με αιτία  τον αγώνα που πραγματοποιήθηκε στις 14/12/2017 για την 12η Αγωνιστική της Euroleague, με νικήτρια την Real κόντρα στην Barcelona 87-75.
Παρακάτω λοιπόν ακολουθεί αυτούσιο το κείμενο που δημοσιεύτηκε στο 16ο τεύχος του HUMBA! σχετικά με τους Dracs και την μπασκετική κόντρα των δύο ομάδων – όλα ιδωμένα υπό όσα συμβαίνουν στην Καταλωνία
Όταν ο ξενιτεμένος στη Σκανδιναβία Barefoot Flag μας έστειλε αυτό το κείμενο (κι όχι μόνο), με την πρώτη ματιά είπα πως θα (δοκιμάσω να) το μεταφράσω (πάντα με τη βοήθεια του Γιάννη Β. αυτού του ακάματου επιμελητή-μεταφραστή)
Τo κείμενο είναι καταρχήν ένα ακαδημαϊκό κείμενο. Έχει δομή μελέτης, ενώ προσπαθεί να καταπιαστεί με το φαινόμενο των οπαδών κάτω από ένα συγκεκριμένο επιστημονικό σκεπτικό. Αυτό έχει να κάνει με τον όρο της «τελετουργίας». Όχι, μην ανησυχείς εσύ αγαπημένε αναγνώστη που δεν έχεις όρεξη για τέτοια πράγματα. Το κείμενο πέραν κάποιων θεμάτων και πρακτικών που μας είναι γνωστές –και ίσως μας προκαλέσει γέλιο το ότι επιστήμονας άνθρωπος κάθεται κι υπεραναλύει κάποιες καταστάσεις πολύ γνώριμες σε όσους πάμε στο γήπεδο, πόσο μάλλον σε αγώνες μπάσκετ–, έχει και κάποιες εκτιμήσεις που είναι πολύ ενδιαφέρουσες, ακόμη και ως προς τη γηπεδική κουλτούρα. Π.χ. το ότι οι Δράκοι –οι Dracs– που στηρίζουν τα αθλήματα που παίζονται στο Παλάου, μπαίνουν πρώτοι και βγαίνουν τελευταίοι ή ότι αρνούνται να φωνάξουν συνθήματα όταν επιτίθεται η αντίπαλη ομάδα.
Δεν πολυψάξαμε πόσοι εξ αυτών είχαν ταξιδέψει στο Μιλάνο, στο Λονδίνο, στην… Ιστανμπούλ (γενικά, μετριούνται με το ζόρι στους 100-200 όσοι πλέον ταξιδεύουν στα Φάιναλ-4), αλλά σίγουρα μας κάνει εντύπωση ότι υπάρχει ένα αμιγώς «μπασκετικό» οπαδικό γκρουπ, σίγουρα «μη ποδοσφαιρικό». Κι αν χάσανε στο φετινό Φάιναλ-4 τόσο εύκολα, αναμένουμε και τα πλέι-οφ μήπως και…
Δώστε μια ευκαιρία, λοιπόν, στο κείμενο, αναμένοντας ανάλογα κείμενα από ανθρώπους που γνωρίζουμε πως έχουν ασχοληθεί κι εδώ στην Ελλάδα.
Μετάφραση (σχολιασμός): ΠιΖήτα
Μάχιμοι οπαδοί: οι Dracs
Οι Dracs (Δράκοι) αυτοπροσδιορίζονται ως grupo de animación, δηλαδή «δημιουργοί ατμόσφαιρας», και εγκατέλειψαν τους ποδοσφαιρικούς αγώνες, το 1998. Οι Dracs που ξεκίνησαν ως οπαδοί της ποδοσφαιρικής ομάδας, επικαλούνται δυο αιτίες για αυτή τους την κίνηση. Πρώτον, το 1997 δέχτηκαν μια βίαιη επίθεση από τους Boixos Nois κατά τη διάρκεια ενός αγώνα στο Καμπ Νου. Δεύτερον, η αυξανόμενη σημασία των δυνάμεων της ελεύθερης αγοράς στο ποδόσφαιρο, που συνδέονται με το νεοφιλελευθερισμό, δημιούργησαν ένα χάσμα μεταξύ οπαδών και παιχτών. Οι Δράκοι ισχυρίζονται πως δεν έχει πλέον κανένα νόημα να υποστηρίζουν τους ποδοσφαιριστές, αφού η σχέση μαζί τους είναι επιφανειακή. Σε αντίθεση με τον κόσμο του Καμπ Νου, οι Δράκοι έθεσαν στόχο να δημιουργήσουν έναν εναλλακτικό και θετικό «σύμπαν» στο Παλάου Μπλαουγκράνα. Είναι η έδρα, όχι μόνο του μπάσκετ, αλλά και του χάντμπολ, του ποδοσφαίρου σάλας και του χόκεϊ με πατίνια(!).
Η Μπάρτσα είναι ένα μαζικό σωματείο που διαθέτει δεκάδες αθλητικά τμήματα. Ο Δράκοι έβαλαν στόχο να υποστηρίζουν όλα αυτά τα τμήματα του καταλανικού γίγαντα, όταν εγκατέλειψαν το ποδόσφαιρο. Ο σύνδεσμος ανήκει στον στενό πυρήνα των οπαδών της Μπάρτσα, οι οποίοι χωρίζονται σε socios και peñas. Oι socios (ο όρος σημαίνει «μέτοχοι») είναι κάτοχοι εισιτηρίων διαρκείας, μέλη του συλλόγου και φυσικά φίλαθλοι της ομάδας. Σε αντίθεση με τα πιο πολλά ευρωπαϊκά αθλητικά σωματεία, τα οποία βρίσκονται στην ιδιοκτησία ανωνύμων εταιρειών, οικογενειών ή μεμονωμένων επιχειρηματιών, η Μπάρτσα λειτουργεί βάσει ενός μη-κερδοσκοπικού μοντέλου. «Ιδιοκτήτες» της ομάδας είναι οι οπαδοί της και τα ετήσια έσοδα (επαν)επενδύονται στον σύλλογο. Οι socios εκλέγουν τον Πρόεδρο, που διατηρεί τη θέση αυτή για τέσσερα χρόνια. Σήμερα, αριθμούν πάνω από 100.000 μέλη. Το άλλο κομμάτι του κόσμου της Barca είναι οι peñas. Αυτοί είναι μικροί σύνδεσμοι οπαδών και έχουν από 10 έως 500 μέλη. Πρόσφατα καταμετρήθηκαν 1.400 τέτοιοι σύνδεσμοι στη Βαρκελώνη, την Καταλονία, την Ισπανία και ολόλκηρο τον κόσμο. Στους συνδέσμους αυτούς μπορούν να βρεθούν τα grupos de animación – οι «οργανωτές της εξέδρας», σε μια πιο «ελληνική» απόδοση. Οι Dracs είναι ένα από αυτά τα γκρουπ.
Oι οργανωτές θεωρούν ότι διαφέρουν και από τα μέλη και από τους συνδεσμίτες. Οι άλλοι κάθονται στις θέσεις τους – σημάδι χαλαρότητας, ένα χαρακτηριστικό που τους καθιστά «άπιστους» οπαδούς. Τα groups αυτά είναι μια διασταύρωση μεταξύ «άγγλων χούλιγκαν και των ιταλών ούλτρας», συνδυάζουν δηλαδή τη μαχητικότητα με μια πολιτική κουλτούρα.[1] Οι πεποιθήσεις τους είναι όμοιες με αυτές των ιταλών ούλτρας: δεν σταματούν ποτέ να τραγουδούν κατά τη διάρκεια του αγώνα, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Δεν κάθονται ποτέ, αντίθετα με τους καρεκλάτους. Ακολουθάνε την ομάδα σε όσους αγώνες μπορούν, ασχέτως κόστους ή απόστασης. «Διοικούνται» από έναν μικρό πυρήνα ατόμων. Είναι άκρως πολιτικοποιημένα, αλλά η ιδεολογία δεν παίζει κανένα ρόλο στη διαμόρφωση της ταυτότητας του γκρουπ.
Το βαθύ παιχνίδι: το espectáculo
Το espectáculo μεταφορικά σημαίνει «τρομερό σόου». Ο ανθρωπολόγος το ερμηνεύει ως μια συνάθροιση των ανθρώπων προκειμένου να γιορτάσουν ή να βιώσουν ένα θέαμα που μπορεί να συγκινήσει. Η δημιουργία του espectaculo είναι μια επινόηση των ίδιων των οπαδών των ισπανικών ομάδων που αντλεί την έμπνευσή της από τους ιταλούς ούλτρας και το λεγόμενο spettacolo. Είναι ο τρόπος των ούλτρας να υποστηρίζουν την ομάδα τους και να κάνουν κερκίδα. Μια ζωηρή και θορυβώδης μορφή υποστήριξης, με εντυπωσιακές «χορογραφίες» που γίνεται πάντοτε στα πέταλα.
Αλλά το espectáculo δεν είναι ένα στατικό τελετουργικό, αλλά κάτι ποικιλόμορφο και δυναμικό, που απαιτεί υψηλό βαθμό οργάνωσης για να υλοποιηθεί. [στμ. Σηκώνουμε τα χέρια ψηλά με το συμπέρασμα του συμπαθούς επιστήμονα.] Αποτελεί τη στιγμή που έρχονται σε επαφή διάφορα σώματα και που το μήνυμά του κοινοποιείται σε όσους είναι μέσα στο γήπεδο, στον αγωνιστικό χώρο, στις άλλες κερκίδες, αλλά και σε όσους είναι εκτός γηπέδου. Το espectáculo αρχίζει πολύ πριν ξεκινήσει το παιχνίδι, και περιλαμβάνει τη χρήση tifos, μεγάλων πανό και συνθημάτων. Φτάνει στο αποκορύφωμά του κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, και «σβήνει» μετά το τελευταίο σφύριγμα του διαιτητή.
Το espectáculo είναι στενά συνδεδεμένο με την εξέλιξη του αγώνα. Έτσι αποδεικνύεται πως οι Dracs είναι ένα εργαλείο έκφρασης διαφορετικών συναισθημάτων. Προφανώς η θεατρικότητα της έκφρασης των πετάλων μετατρέπει το espectáculo σε ένα προνομιακό πεδίο για «βαθύ παιχνίδι».[2] Για την ακρίβεια, είναι ένα «βαθύ παιχνίδι», με την αληθινή έννοια του όρου, που προκύπτει τη στιγμή που ο αγώνας κλιμακώνεται. Το βαθύ παιχνίδι έχει σε μεγάλο βαθμό να κάνει με τον στοιχηματισμό: όπως στις κοκορομαχίες, όταν οι άνθρωποι «αναζητούν όλοι μαζί την απόλαυση, εισέρχονται σε μια σχέση που θα προκαλέσει στους συμμετέχοντες καθαρό πόνο, παρά καθαρή απόλαυση». Η έννοια του «βαθιού» έναντι του «ρηχού» παιχνιδιού χρησιμοποιείται συνήθως για να περιγράψει τη συμμετοχή των ανθρώπων σε ένα παιχνίδι (τελετουργικό) – όσοι βρίσκονται μακριά από τη δράση είναι «ρηχοί» (αδιάφοροι) παίχτες, ενώ εκείνοι που βρίσκονται πλησιέστερα είναι «βαθιοί» παίκτες.
Η διάκριση αυτή δείχνει τη συμμετοχή, και προφανώς, οι υποστηρικτές που βρίσκονται στην curba εκφράζουν βαθιά συναισθήματα για την Μπάρτσα. Για τους Dracs το νόημα είναι ξεκάθαρο: χτίζεται μια γέφυρα μεταξύ των παιχτών και των οπαδών. Αυτό τους επιτρέπει να αισθάνονται μέρος της ομάδας και να μπορούν να δηλώνουν πως είναι μέρος της Μπάρτσα. Μπορούν να μετατραπούν σε αόρατη δύναμη της Μπάρτσα και σε φόβητρο του αντιπάλου – να γίνουν ο ΕΚΤΟΣ ΠΑΙΧΤΗΣ.
Η γνώση των παιχτών και η άγια εξέδρα
Μια προϋπόθεση για να δουλέψει το espectáculo είναι να γνωρίζεις τους παίχτες. Η υποστήριξη είναι μια ενεργή σχέση κι όχι μια «νεκρή φάση» που απλώς κάθεσαι κι ατενίζεις. Εννοώ πως οι πιστοί οπαδοί γνωρίζουν τους παίχτες με το όνομά τους και τακτικά τα λένε μαζί τους, ακόμη κι εκτός αγωνιστικού χώρου. [ΟΚ, πέφτουμε από τα σύννεφα με την ανάλυση του επιστήμονος… αλλά ξέρουμε περιστατικό που άνθρωπος έβριζε τον Πεδουλάκη, ενώ καθόταν στον πάγκο του ΠΑΟ ο Αλβέρτης! Πάντως, είναι ένα θέμα να γνωρίζεις τα ονόματα των αθλητών στα «μικρότερα» σπορ, ιδίως στο χόκεϊ με πατίνια.] Αυτή η σχέση είναι αποκλειστική και δουλεμένη και σαφώς υποδεικνύει πτυχές της αληθινής ανδρικής ηθικής [!!! – αν δεν μας κυνηγήσουν οι φεμινίστριες ούτε και τώρα, πότε θα το κάνουν;…] Για τους Dracs, οι μπασκετμπολίστες της Μπάρτσα προωθούν αληθινά ηθικές ιδέες, ένα γνώρισμα που τους διαχωρίζει από τους άπληστους αλαζονικούς ποδοσφαιριστές. Οι μπασκετμπολίστες είναι λιγότερο συνδεδεμένοι με εξωπραγματικές μεταγραφές και αμοιβές και με την επίδραση που έχουν όλα αυτά πάνω τους. Νοιάζονται λιγότερο για τη λάμψη του αθλήματος, και περισσότερο για το παιχνίδι αυτό καθαυτό.
Οι μπασκετμπολίστες είναι προσβάσιμοι, κάτι που δύσκολα το συναντάς στο ποδόσφαιρο. Όσα αθλήματα δεν παίζονται στο Καμπ Νου, δεν έχουν μεγάλη δημοσιότητα. Σπάνια υπάρχει ανάγκη για αυστηρή αστυνομική προστασία εναντίον βίαιων οπαδών, ενώ οι οπαδοί επιτρέπεται να μπουν στον αγωνιστικό χώρο, στα αποδυτήρια ή σε άλλους χώρους που προορίζονται αποκλειστικά για παίχτες. Με άλλα λόγια οι παίχτες αλληλεπιδρούν με τους οπαδούς. Γι’ αυτόν τον λόγο, θεωρούνται πιο φιλικοί.



Norris VS Fer.Martin

Το espectáculo διεξάγεται πίσω από την Curba Sud, το ένα πέταλο στο Παλάου. Όπως και με τους ιταλούς ούλτρας έτσι κι εδώ, οι Dracs μονοπωλούν ένα μέρος της εξέδρας και η εμμονή τους με το συγκεκριμένο κομμάτι μοιάζει με την «τοποφιλία», την αγάπη δηλαδή για ένα μέρος. Οι πιο αφοσιωμένοι περνούν ένα σημαντικό μέρος της καθημερινότητάς τους εκεί, αρκετές φορές την εβδομάδα. Ακόμη κι όταν δεν παίζει η Μπάρτσα, το Παλάου χρησιμοποιείται «οπαδικές προπονήσεις»: οι Dracs είναι εκεί και ασχολούνται με το espectáculo. Τις περισσότερες φορές αυτό σημαίνει ότι σχεδιάζουν κάτι πρακτικό· συζητούν π.χ. πώς θα φαίνεται και προσπαθούν να οραματιστούν το πιθανό αποτέλεσμα [εννοεί τις γνωστές choreo ή ενδεχομένως κι άλλα πιο χαλαρά πράγματα, όπως, π.χ. την κοινή εμφάνιση όσων κάθονται στο πέταλο.] Μάλιστα, οι Dracs απολαμβάνουν μια σχετική αυτονομία στο εσωτερικό της Μπαρτσελόνα, μιας και μπορούν να μπαινοβγαίνουν στο κλειστό όποτε θέλουν, την ίδια στιγμή που οι επίσημοι προσπαθούν να ρυθμίσουν και να ελέγξουν την πρόσβαση των άλλων φιλάθλων.
Πριν την έναρξη κάθε αγώνα, η άδεια άχαρη τσιμεντένια εξέδρα μετατρέπεται σε ένα πολύχρωμο μέρος με σημαίες και πανό. Είναι μια διαδικασία που ταμπουρώνεις την κερκίδα και την προετοιμάζεις για ένα βαθύ παιχνίδι. 
Το espectáculo απέναντι στον Άλλο
Το espectáculo εντάσσεται στην αντιπαλότητα μεταξύ δυο εθνικών ταυτοτήτων. Είναι γνωστό πως οι σύνδεσμοι οπαδών στη Βαρκελώνη καλλιεργούν μια εθνικιστική ταυτότητα κι οραματίζονται ένα ξεχωριστό έθνος-κράτος.
Η αντιπαλότητα Μπάρτσα και Ρεάλ εξακολουθεί να αφορά την κινητοποίηση των Καταλανών εναντίον της κεντρικής κυβέρνησης της Μαδρίτης – η σύγκρουση αυτή εξηγείται συχνά εξηγείται από τις ζωντανές συλλογικές μνήμες του λαού από τηςν εποχή της δικτατορίας του Φράνκο. Η αντιπαλότητα αυτή αντανακλά την κοινωνική, πολιτική κι ιστορική έχθρα ανάμεσα στην καταλανική και την ισπανική εθνική ταυτότητα [βασικά, δεν υφίσταται Ισπανική εθνική ταυτότητα, παρά μόνο Καστιγιάνικη, εφόσον ο συγγραφέας επιλέγει ν’ αναφερθεί σε αυτές.] Οι οπαδοί εκμεταλλεύονται, π.χ., το διεθνές ενδιαφέρον για το μεγάλο ντέρμπι προκειμένου να δείξουν στους οπαδούς όλου του κόσμου ότι η Μπάρτσα είναι ένας καταλανικός σύλλογος: αναρτούν πανό, σε θέσεις που να τα πιάνουν οι κάμερες, τα οποία γράφουν «η Καταλονία ΔΕΝ είναι Ισπανία» [εδώ αναφέρεται, φυσικά, σε αγώνες στο Καμπ Νου και όχι στο Παλάου.] Τα αθλητικά ΜΜΕ εστιάζουν σε αυτή την κόντρα δίνοντας έμφαση στη σημασία της νίκης, καθόσον ασχολούνται με την προετοιμασία των ομάδων και τους τραυματισμούς, κάνουν συγκρίσεις μεταξύ παιχτών και ομάδων και προσπαθούν να προβλέψουν την εξέλιξη του αγώνα.
Με άλλα λόγια, η αντιπαλότητα μαρτυράει την αδυναμία συγκρότησης του ισπανικού έθνους, η οποία παραμένει ανολοκλήρωτη. Η Καταλονία είναι αυτόνομη [όχι όμως διαχωρισμένη από το Βασίλειο της Ισπανίας.] και η προβολή αυτών των καταναλικών συναισθημάτων γίνεται διαμέσου της Μπάρτσα. Το espectáculo είναι το χαρακτηριστικό μέρος για τέτοιες πολιτικές εκ-δηλώσεις. Η αντιπαλότητα βέβαια είναι λίγο πιο περίπλοκη – οι οπαδοί διατηρούν ποικίλες σχέσεις με αυτήν. Κάποιοι τη βλέπουν απλώς σαν έναν αγώνα με κάποια αντίπαλη ομάδα, με τη μόνη διαφορά ότι ο αντίπαλος είναι η Ρεάλ Μαδρίτης. Για άλλους, είναι το μόνο που αξίζει να δεις, ενώ άλλοι βλέπουν τον αγώνα σαν πολεμική ζώνη. Το el clásico, μια από τις γνωστότερες παγκοσμίως αθλητικές αντιπαλότητες, αγγίζει ακόμη και το μπάσκετ. Βέβαια το ντέρμπι στο μπάσκετ δεν απολαμβάνει τη δημοσιότητα του ποδοσφαιρικού, αλλά φυσικά η ένταση δεν λείπει. Τα εισιτήρια εξαντλούνται, ενώ τα αθλητικά ΜΜΕ υποδαυλίζουν το ανταγωνιστικό πνεύμα. Οι Dracs, από την πλευρά τους, προετοιμάζονται βδομάδες πριν για την κόντρα εναντίον της Ισπανίας.
Το espectáculo σαν θρησκευτική τελετουργία 
Οι τελετουργίες είναι ιδανικοί τόποι για τη συνάθροιση πληθυσμών και τη μετάδοση μηνυμάτων στους «άλλους», και αυτό χρειάζεται και τη σχετική οργάνωση για να συμβεί. Οι κοινότητες πρέπει να οργανωθούν για να ενοποιηθούν και κάποιος πρέπει να αναλάβει αυτόν τον ρόλο. Με άλλα λόγια, κάθε αγώνας διαθέτει τη δική του σύνθεση και διέπεται από ιδιαίτερα οργανωτικά και θεσμικά χαρακτηριστικά.
Έτσι, τα μέλη των Dracs εμφανίζονται στο Παλάου από επτά έως τέσσερις ώρες πριν την έναρξη του ντέρμπι, μιας και πρέπει να κανονίσουν μια σειρά από δράσεις: να δοκιμάσουν τα πανό τους, να φτιάξουν τις σημαίες τους, να κάνουν εγγραφές κ.λπ. Η πρώτη φάση είναι χρονοβόρα και ενοποιεί τα μέλη των Dracs ως σύνδεσμο οπαδών. Η δεύτερη φάση περιλαμβάνει όλους τους φιλάθλους –όχι μόνο τους Dracs– οι οποίοι συγκροτούν μια αυθόρμητη κοινότητα, για την οποία το espectáculo διαδραματίζει διάφορες λειτουργίες. Προσφέρει, π.χ., ψυχολογική υποστήριξη στους παίχτες, και οι Dracs παίζουν κύριο ρόλο, ανάλογα με την εξέλιξη του παιχνιδιού. Εν τω μεταξύ, η σχέση παιχτών και οπαδών κλιμακώνεται σε αυτό το σημείο του «τελετουργικού». Στο τέλος του αγώνα, οι Dracs έχουν ήδη μαζέψει τα υλικά τους και συζητάνε για το αποτέλεσμα.
Το ντέρμπι έχει κι αυτό με τη σειρά του κάποια στοιχεία τελετουργίας. Δεν αποτελεί απλώς αποτύπωση μιας συμβολική μάχης μεταξύ δυο ανταγωνιστικών εθνικών ταυτοτήτων. Το ντέρμπι ερμηνεύεται ποικιλοτρόπως, με την έννοια ότι οι οπαδοί το ορίζουν διαφορετικά. Οι socios, τα μέλη, σπάνια θα πάνε στον αγώνα τέσσερις ώρες την έναρξη, αλλά θα πάνε να βρουν τη θέση της κάρτας διαρκείας τους την τελευταία στιγμή. Ορισμένοι εξ αυτών, όμως, έχουν διαφορετικό στόχο: έχουν καταλάβει ότι η σημασία του αγώνα μπορεί να τους αποφέρει τεράστια κέρδη, αφού μπορούν να μοσχοπουλήσουν το εισιτήριό τους στη μαύρη αγορά – υπάρχουν και socio που εμπλέκονται στο κύκλωμα αυτό με μάλλον επαγγελματικό τρόπο: μπορούν να βρουν πολλά εισιτήρια και προσεγγίζουν τους δυνητικούς αγοραστές με πολύ αποφασιστικό τρόπο. Έξω από το campus της Μπάρτσα υπάρχει μια πολύ καλά οργανωμένη μαύρη αγορά που ξεκινάει πολλές μέρες πριν από κάθε ντέρμπι. Ακριβώς δίπλα από τα επίσημα εκδοτήρια της ομάδας, οι socios αναζητούν φιλάθλους δίχως εισιτήρια και διαπραγματεύονται τις τιμές, προσπαθώντας να κερδίσουν λεφτά.
O διαχωρισμός: το «ταμπούρι» της Curba Sud
H φάση του διαχωρισμού έχει να κάνει με την προετοιμασία του espectáculo από του Dracs. Μπορούμε να αναλύσουμε τη διαδικασία αυτή σε ξεχωριστές δράσεις. Πρώτον, τα μέλη ταμπουρώνουν την κερκίδα τους. Δεύτερον, προσπαθούν να ξεφωνίσουν τους παίχτες της Ρεάλ πριν την έναρξη του αγώνα. Υπάρχουν δεκάδες «τελετουργικές πρακτικές» που πραγματοποιούνται εντός του γηπέδου, αλλά εδώ θα σταθούμε μόνο σε κάποιες από αυτές. Το πέταλο της Curba Sud γεμίζει με πλακάτ που έχουν σχεδιαστεί από τα ίδια τα μέλη. Ως ένα βαθμό, το γκρουπ ορίζει την περιοχή του κι έτσι κάνει σαφές σε όσους δεν είναι μέλη πως αυτά είναι τα «σύνορά» τους. Σε κάθε διαφορετικό αγώνα, ενίοτε και διαφορετικού σπορ, φέρνουν μαζί τους νέα πλακάτ, τα οποία αποκαλούνται pancartas και παίζουν τον ίδιο ρόλο με τις διαφημιστικές πινακίδες: να δηλώσουν την ύπαρξη του γκρουπ και να τα δουν οι «άλλοι». Μεγάλα πλακάτ με την ονομασία του γκρουπ κρέμονται πάντοτε δίπλα στον αγωνιστικό χώρο, ενώ τα μικρότερα τα κρατάνε μικρές μικρές παρέες κατά τη διάρκεια του αγώνα.
Συρροή ανταγωνιστών παιχτών
Σπάνια υπάρχει «αιώνια αντιπαλότητα» δίχως ανταγωνισμό. Συνεπώς ένα ουσιώδες γνώρισμά της είναι πως αναπτύσσεται μια ανταγωνιστική κουλτούρα, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε βίαιες αντιπαραθέσεις μεταξύ των οπαδών. Πολύ εύκολα αυτή η στάση μπορεί να οδηγήσει και σε ξενοφοβικές και ρατσιστικές αντιλήψεις. Η ανταγωνιστική συμπεριφορά είναι συνηθισμένη στα ντέρμπι και οι οπαδοί αναζητούν ευκαιρίες για να στρέψουν την ενεργητικότητά τους [σικ!] εναντίον των αντίπαλων οπαδών. Αυτή η αντιπαλότητα μπορεί να διαπνέεται από ορισμένα χαρακτηριστικά αρρενωπότητας, όπως η πολεμική διάθεση, η τιμή, η υποταγή, η ομοφοβία. Π.χ. όταν ο Λουίς Φίγκο υπέγραψε στη Ρεάλ, ήταν σαν την πρόδωσε την Μπάρτσα και την Καταλονία ολόκληρη, μιας και είχε δηλώσει πως θα έπαιζε πάντα μόνο σε αυτήν, λόγω της δόξας του συλλόγου. Έτσι θεωρήθηκε προδοσία, αφού δεν ήταν θέμα χρημάτων, μιας και το 2000 ήταν από τους πιο καλοπληρωμένους ποδοσφαιριστές στον πλανήτη. Κοινωνικά μιλώντας, ο Φίγκο ταυτίστηκε με τη διαφθορά. Όταν επέστρεψε για πρώτη φορά στο Καμπ Νου, στο γήπεδο «έβρεχε» πλαστά χαρτονομίσματα.
Ακόμη και πριν ξεκινήσει ο αγώνας, οι παίχτες της Ρεάλ αποτελούν αντικείμενο αποδοκιμασιών, ασχέτως των συνθηκών. Μετά την άφιξή τους, οι Dracs πάντα τους αποδοκιμάζουν, ενώ πολύ σπάνια θα διανυκτερεύσει η ομάδα της Ρεάλ σε ξενοδοχείο της πόλης. Η περίπτωση της άφιξης της ομάδας με το πούλμαν, αποτελεί μια καλή αφορμή εκδήλωσης της αντιπαλότητας, αφού οι πιο «ριζοσπαστικοί» οπαδοί πετάνε αντικείμενα όταν φτάνει το λεωφορείο. Όσο και να προσπαθεί η Ισπανική Αστυνομία να αποτρέψει τέτοιες συμπεριφορές, είναι δύσκολο να τα καταφέρει.
Από την άλλη, οι Dracs στο Παλάου είναι μια άλλη ιστορία. Δύο ώρες πριν αρχίσει ο αγώνας, στο άδειο Παλάου βρίσκονται μόνο αυτοί και όσοι παίχτες της Ρεάλ προσπαθούν να σουτάρουν κάνα σουτ για να ζεσταθούν. Οι Dracs προσπαθούν να συσπειρωθούν ώστε να φωνάξουν διάφορα συνθήματα τα οποία χρησιμοποιούν τις γνωστές διεθνείς «γυναικολογικές αναφορές». Οι προσβολές με αναφορές σε «τέκνα πορνών» [σικ!] –που προέρχονται από άνδρες με αυξημένη την τεστοστερόνη–, όπως π.χ. το «ijho de puta, Real Madrid», μεταδίδουν ένα άμεσο μήνυμα στους παίχτες της Ρεάλ και αποτελούν μια προσπάθεια να χαλάσει η συγκέντρωση των παιχτών της. Τα συνθήματα αποτελούν μια καλή προθέρμανση του espectáculo και μια ένδειξη του τι περιμένει τους αντιπάλους.
Η μεταιχμιακή φάση: το βαθύ παιχνίδι
Από τη στιγμή που οι Dracs θα μπουν στο «βαθύ παιχνίδι», η έκφραση της αλληλεγγύης μεταξύ των συμμετεχόντων σε όλο αυτό το «τελετουργικό» εκφράζεται μέσω μιας συμβολικής συντροφικότητας. Αυτό σημαίνει πως πέραν των Dracs υπάρχει μια όσμωση με όσους είναι μέσα στο γήπεδο, το οποίο αποκτά παλμό. Μέσω αυτής της αδιαφοροποίητης κοινότητας, τα μέλη υλοποιούν το espectáculo και όλο το γκρουπ μπαίνει στο ρόλο του και γίνεται η προέκταση της ομάδας (ο έκτος παίχτης). Σημαντικές πρακτικές όλου αυτού είναι οι περίπλοκες χορογραφίες και τα tifos, ενώ πάντα υπάρχει συνεννόηση μεταξύ τους για την ένταση και τον τρόπο είτε της υποστήριξης της Μπάρτσα είτε της αποδοκιμασίας της αντίπαλης ομάδας.
Πριν αρχίσει ο αγώνας, παίζεται ο ύμνος της ομάδας, που διαρκεί 4-5 λεπτά, και κατά τη διάρκειά του οι παίχτες βγαίνουν από τα αποδυτήρια, χαιρετούν το πλήθος και ρίχνουν τα τελευταία τους σουτάκια. Εκείνη την ώρα, οι Dracs εκτελούν το ειδικά σχεδιασμένο tifo. To tifo, μια πρακτική εμπνευσμένη από άλλες μεσογειακές χώρες [εννοεί την Ιταλία.], αλλά και χώρες της Νοτίου Αμερικής, είναι μια περίπλοκη χορογραφία, με απλωμένα πανό, πλακάτ και σημαίες που ανεμίζουν. Εξάλλου αποτελεί πλέον μια παγκόσμια πρακτική, αν και οι Dracs αντιγράφουν τη θεωρούμενη κι ως «πιο εκλεπτυσμένη [σοφιστικέ] μορφή της, δηλαδή την ιταλική. Έτσι υπάρχει ένα μήνυμα προς τους παίχτες, αλλά και το κοινό. Συνήθως αυτό το κωδικοποιημένο μήνυμα διαφέρει από αγώνα σε αγώνα (άρα κι από σπορ σε σπορ). Κάποια είναι μεγάλα και απαιτούν σωστό συντονισμό κι οργάνωση, άλλα είναι πιο μικρά και αυθόρμητα.
Στο ντέρμπι το μήνυμα αφορά τη νίκη και το πρωτάθλημα που θα έρθει από αυτήν (π.χ. «L’ ACB tornará a ser culé»: Το πρωτάθλημα της ACB[3] θα ξαναγίνει culé [4]). Το μήνυμα απευθύνεται στους παίχτες της ομάδας. Οι Dracs θα μεταδώσουν το νόημα της αναμέτρησης και θα σπρώξουν την ομάδα στην κατάκτηση του πρωταθλήματος. Εννοείται πως όλοι βοηθούν στην tifo ενώ απαιτείται σοβαρός σχεδιασμός. Τέτοιες tifo γίνονται και σε αγώνες χάντμπολ, ποδοσφαίρου σάλας αλλά και χόκεϊ. Αλλά αυτές που γίνονται στους αγώνες του μπάσκετ απαιτούν και τον καλύτερο σχεδιασμό.
Πριν την έναρξη του αγώνα και τον ύμνο της Μπάρτσα, τα μέλη των Dracs προετοιμάζονται για την tifo που σκοπό έχει να δείξει πως ο μοναδικός στόχος τους για το απόγευμα είναι να φτάσουν στη νίκη. Κάθε μέλος είναι επιφορτισμένο με κάποιο ειδικό καθήκον. Άλλοι ανεμίζουν τις σημαίες, άλλοι κρατάνε τα πλακάτ με τα ονόματα των παιχτών. Μετά το σήμα του αρχηγού τους, εκδηλώνεται η tifoπου έχει ως μήνυμα το «La vostra victoria es i sera sempre el nostre orgull» («Η νίκη σας είναι και θα είναι η περηφάνια μας»). Το μήνυμα (όπως γράφτηκε και πιο πάνω) αποτελεί επίκληση της αρρενωπής περηφάνιας, αλλά και αποτύπωση των κοινωνικών, πολιτικών και ιστορικών συνδηλώσεων της αντιπαλότητας με τη Ρεάλ. Είναι σημαντικό για τους Dracs να λειτουργούν ως προέκταση της ομάδας και να βοηθάνε «τα αγόρια τους».
Εν ολίγοις, η tifo εντάσσεται στη γενική πρακτική της διεξαγωγής του espectáculoκαι έχει ομοιότητες με την καραναβαλική ατμόσφαιρα (carnivalesque) και διαθέτει καρναβαλικά στοιχεία, όπως τα έχει περιγράψει ο μελετητής Richard Giulianotti. Σε μια σύγκριση μεταξύ των διαφόρων οπαδικών σκηνών στην Ευρώπη, ο Giulianotti έδειξε πως το στυλ των tifo θυμίζει έντονα το (ειρηνικό) στοιχείο του καρναβαλιού, το οποίο αντιτίθεται στο βίαιο χουλιγκάνικο αρνητικό στυλ (που συναντούσαμε στην Αγγλία). Αυτού του τύπου η οπαδική πρακτική είναι μια απόπειρα να συσχετιστεί η συμπεριφορά των φιλάθλων με την ατμόσφαιρα του καρναβαλιού, η οποία διακρίνεται από την ψυχολογική απόλαυση που προσφέρει το να τρως, να πίνεις, να τραγουδάς, να αστειεύεσαι, να βρίζεις, να φοράς κοστούμια, να συμμετέχεις σε περίπλοκες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και να απολαμβάνεις τη σεξουαλικότητά σου. Η ομοιότητα με το καρναβάλι δείχνει ότι η εν λόγω πρακτική έχει συμπεριφορικά χαρακτηριστικά που μπορούν να βρεθούν στην εκτέλεση της tifo.
Φωνάζοντας συνθήματα
Τα συνθήματα αποτελούν το κύριο τελετουργικό του espectáculo και είναι η πιο επιδραστική μορφή του «βαθιού παιχνιδιού». Τα συνθήματα τονίζουν την ένθερμη σχέση μεταξύ παιχτών και οπαδών. Τα συνθήματα ακολουθούν την εξέλιξη του αγώνα, αλλά διαφέρουν ως προς την έκφρασή τους. Λόγω του ότι στους αγώνες μπάσκετ πηγαίνουν όλα τα μέλη των Dracs, τα συνθήματα παίρνουν πιο μαζική μορφή σε αυτούς τους αγώνες. Συνήθως φωνάζουν για τη σχέση τους με τους παίχτες, την αγάπη τους για την Καταλονία, την αφοσίωσή τους στην Curba Sud. Εννοείται πως διαφοροποιούνται έντονα αν πρόκειται για εχθρικά συνθήματα. Συνθήματα δεν ακούγονται ποτέ όταν αμύνεται η Μπάρτσα, για να μην φανεί πως υποστηρίζεται η επίθεση της Ρεάλ. Τραγουδάνε μόνο όταν η Μπάρτσα επιτίθεται, και όταν αμύνεται, απλώς χτυπάνε τα τύμπανά τους και γιουχάρουν προσπαθώντας να κάνουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο θόρυβο. Οι Dracs έχουν από 40 έως 45 διαφορετικά συνθήματα, από τα οποία κάποια έχουν και αγγλικούς, αλλά και ισπανικούς στίχους, πάντα με συνοδεία τυμπάνων και χειροκροτημάτων. Τραγουδάνε εν χορώ, πάντα αναλόγως της εξέλιξης του αγώνα· π.χ. όταν σταματάει η μπάλα ή όταν ο διαιτητής αδικεί την ομάδα, συνήθως κραυγάζουν, αλλά όταν ξαναρχίζει ο αγώνας, αρχίζουν και τα συνθήματα. Είναι πολλά τα συνθήματα που είτε αντιγράφουν ξένες μελωδίες όπως το «You’ll never walk alone», που στη θέση της Λίβερπουλ λένε για τη Μπάρτσα, είτε γνωστά ποπ τραγούδια όπως το «Go West».[5]
Tα συνθήματα ακολουθούνται από choreos. Είτε συνοδεύονται από συνδυασμό χειροκροτημάτων και των πέντε τυμπάνων (από τους εμπειρότερους), που είναι πάντα κοντά στον αγωνιστικό χώρο, είτε φωνάζει πρώτα το σύνθημα ο αρχηγός και μετά ακολουθεί όλο το γκρουπ. Όσον αφορά το ντέρμπι, υπάρχει πιθανότητα να υπάρχουν κι επιπρόσθετα τύμπανα για επιπλέον θόρυβο, ενώ δεν υπάρχει κάποιος κανόνας [σικ!] για το ποιος ηγείται των συνθημάτων, παρά μόνο για το ποιος επιλέγει το κατάλληλο σύνθημα αναλόγως της εξέλιξης του αγώνα. Όταν κάποιος παίχτης της Ρεάλ κλέψει την μπάλα, αμέσως το πέταλο σταματάει να φωνάζει, ώστε να μη θεωρηθεί ότι υποστηρίζει τον αντίπαλο παίχτη (εξάλλου, το κλέψιμο συνιστά και μια συμβολική ήττα των ίδιων των Dracs). Ανάμεσα στα τάιμ άουτ και στις περιόδους του αγώνα, συνήθως τραγουδάνε το «Indis-1899».
Έτσι, λοιπόν, τα συνθήματα που τραγουδιούνται αποτυπώνουν τον τρόπο με τον οποίο επιδρά το πνεύμα του ανταγωνισμού απέναντι στον Άλλον. Καθ’ όλη τη διάρκεια της τελετουργίας, υπάρχει μια συνεχής λογομαχία ανάμεσα σε δύο συγκρουόμενες ταυτότητες και οι Dracs αποτελούν τον πρωταγωνιστή στη σύγκρουση αυτή. Τα μέλη των Dracs θυμίζουν στους μπασκετμπολίστες τον ρόλο τους: εκπροσωπούν την Μπάρτσα και την Καταλονία.
Κατακλείδα: λήξις αγώνος 
Το τέλος του αγώνα σημαίνει τη φάση της ολοκλήρωσης του τελετουργικού. Μια σειρά από τελετουργικές πρακτικές αρχίζουν κι εμφανίζονται όταν ο αγώνας κοντεύει στη λήξη του. Εάν διαφαίνεται η νίκη της Μπάρτσα, τότε τραγουδιέται το «L’hora dels adéus – 1899 – guanyarem» («Eίναι η Ώρα να Αποχαιρετίσουμε –1899– νικήσαμε»). Οι θεατές φεύγουν από το Παλάου, αφού τελειώσει ο ύμνος της Μπάρτσα. Κατά τη διάρκειά του, οι παίχτες πάντα θα ευχαριστήσουν τους οπαδούς για την υποστήριξή τους.
Ακόμη και ο τρόπος με τον οποίο φεύγουν από το γήπεδο μετά τον αγώνα οι θεατές του αγώνα δείχνει τη διαφορά μεταξύ των τελετουργικών των οπαδών [αλλά και τις διαφορές μεταξύ τους]. Οι socios, για παράδειγμα, πάντα βιάζονται και σχεδόν πάντα αφήνουν το Παλάου πριν ολοκληρωθεί το σκηνικό του πανηγυρισμού. Φυσικά, φοβούνται το μποτιλιάρισμα. [Ω! Τι πρωτοτυπία…] Από την άλλη, οι Dracs, όπως κι οι υπόλοιποι αφοσιωμένοι οπαδοί, πάντα παραμένουν. Έχουν έναν περίπλοκο τρόπο για να φεύγουν. Πρώτον, εάν η ομάδα χάσει, θα δηλώσουν την πίστη τους στην ομάδα, μένοντας μέχρι το (πικρό) τέλος και φεύγοντας τελευταίοι. Θέλουνε να δείχνουν συμβολικά την έναρξη και τη λήξη: μπαίνουν πρώτοι, φεύγουν τελευταίοι. Ενώ οι υπόλοιποι εξαφανίζονται από το γήπεδο, αυτοί ξεκρεμάνε τα πανό τους από την Curva Sud [κάτι που δεν πολυσυνηθίζεται πάντως στα δικά μας κλειστά]. Είναι μια ενέργεια «κάθαρσης», κατά την οποία τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν θα μαζευτούν και θα μπουν στις τσάντες που έχει φέρει ο αρχηγός του γκρουπ. Οι σημαίες και τα πανό μαζεύονται όλα μαζί και μπαίνουν μαζί με τα τύμπανα στον ειδικό χώρο των οπαδών, για τον επόμενο αγώνα…
[1] Βλ. Gary Armstrong και Malcom Young, «Legislators and interpreters: The law and “football hooligans”», και Rocco De Biasi και Pierre Lanfranchi, «The Importance of Difference: Football Identities in Italy», στο G. Armstrong και R. Giulianotti (επιμ.), Entering The Field: New Perspectives on World Football, Berg, Οξφόρδη & Νέα Υόρκη 1997.
[3] Η ονομασία της Ένωσης (λίγκας) των ομάδων του ισπανικού πρωταθλήματος μπάσκετ.
[4] Culé ονομάζονται οι απλοί οπαδοί της Μπαρτσελόνα. Προέρχεται από την καταλανική λέξη cul που σημαίνει κώλος, γιατί, τη δεκαετία του 1920, οι άνθρωποι που περνούσαν έξω από το παλιό γήπεδο της Μπάρτσα, έβλεπαν σειρές κώλων να κάθονται στις κερκίδες.
[5] Των Pet Shop Boys. Για πιο πολλά τέτοια συνθήματα, από πολλές ομάδες κι από διαφορετικές χώρες του πλανήτη, ακούστε την ηχογραφημένη εκπομπή (του Γιάννη), με τίτλο «From charts to stands» (31.5), στον www.musicsocietyradio.gr (τόσο αυτήν, όσο και τις υπόλοιπες εκπομπές του HUMBA! Μπορείτε να τις βρείτε στη διεύθυνση: www.mixcloud.com/HUMBAzinegr).
Ανάρτηση από: http://www.humbazine.gr