Η πτώση, οι μεταλλάξεις και οι συνήθειες που δεν αλλάζουν
Του Γιώργου Πατέλη
Είναι δύσκολο να αγνοηθεί η όλο και μεγαλύτερη πτώση που έχουν τα έντυπα στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα τα αριστερά έντυπα βρίσκονται στα πιο χαμηλά σκαλοπάτια της κυκλοφορίας τους. Είναι λογικό η εικόνα αυτή να απασχολεί και να αναζητούνται ερμηνείες.
Αρκεί να δει κανείς τους αριθμούς για να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει. Κατά μέσο όρο ο καθημερινός Ριζοσπάστης πουλάει περίπου 2.780 φύλλα. Στο σύνολο των εφημερίδων που πουλιούνται καθημερινά και τα οποία κατά μέσο όρο είναι 95.000, το μερίδιο που καταλαμβάνει είναι στο 3%. Ενώ αν θέλουμε να δούμε τα κυριακάτικα φύλλα των εφημερίδων το σύνολο των αριστερών εφημερίδων (συμπεριλαμβανομένων της Αυγής και της Εποχής) αγγίζει μόλις το 4%. Αυτή η κύρια έλλειψη οδηγεί σε έντυπα χαμηλής κυκλοφορίας και η επιβίωσή τους εξαρτάται από τις διαφημίσεις είτε κρατικών φορέων είτε ιδιωτικών εταιρειών.
Η εικόνα αυτή δεν είναι τυχαία. Ο Αριστερός τύπος, η αριστερά συνολικά πληρώνει το τίμημα του κυβερνητικού συμβιβασμού ανεξάρτητα από το βαθμό συμμετοχής ή καταγγελίας του εγχειρήματος ΣΥΡΙΖΑ.
Το πιο σημαντικό είναι ότι ο ίδιος ο λαϊκός παράγοντας έχει οπισθοχωρήσει από το προσκήνιο. Παρακολουθεί βαθιά απογοητευμένος τις εξελίξεις, βρίσκεται οργισμένος και αποπροσανατολισμένος μετά την ήττα των αυταπατών ότι μπορούσε να υπάρξει μια εύκολη ανώδυνη ανατροπή των δεινών της τελευταίας επταετίας. Η συμπεριφορά αυτή των πολιτών έχει συνέπειες στο σύνολο του Τύπου. Αλλά αν ο συστημικός τύπος τον εξοργίζει την ίδια στιγμή δεν βρίσκει, όπως φαίνεται κάτι ενδιαφέρον στον Αριστερό.
Οι νέες βεβαιότητες που αντικατέστησαν με ευκολία της παλιές δεν πείθουν. Τα συνθήματα, οι καταγγελίες, οι περιγραφές της άθλιας πραγματικότητας δεν προδιαγράφουν ένα σχέδιο διεξόδου. Δεν υπάρχει κάτι να συνεγείρει τις συνειδήσεις, να συγκινεί, να πείθει. Το τίμημα πληρώνει αυτό πληρώνει ολόκληρη η Αριστερά. Άλλωστε έχει ως ένα βαθμό την ευθύνη του επαναπροσδιορισμού των όρων μιας διεξόδου. Με στοιχεία ιδεολογικά και ταυτόχρονα πολιτικά και πρακτικά. Οι ελλείψεις εδώ βαραίνουν και με το παραπάνω.
Μια δεύτερη διαπίστωση των αιτιών της κρίσης του Αριστερού τύπου είναι η έλλειψη προσπάθειας, η ελάχιστη σκέψη που καταβάλλεται για να ξεπεραστούν τα ίδια τα όρια του «χώρου», το κοινό στο οποίο απευθύνονται και, ουσιαστικά, η έλλειψη θεματολογίας με επίκεντρο τις πολύπλευρες κοινωνικές διεργασίες και εξελίξεις.
Με λίγα λόγια τα αριστερά έντυπα, υπάρχουν για να… υπάρχουν, αφού και στο περιεχόμενό τους υπάρχει μία σχετική ένδεια σε νέες θεματολογίες και μηδαμινή εμβάθυνση στα νέα ζητήματα που έχουν ανακύψει. Πρόκειται για μία «σύμφυτη» κατάσταση με τη κομματική αριστερά, που δεν μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο διαλόγου, σκέψης, οργάνωσης και ανατροπής των πραγμάτων σήμερα. Η εμμονή στο καταγγελτικό ερμηνευτικό λόγο την καθιστά πρακτικά ακίνδυνη. Και η στάση αυτή «μετριέται» όχι μόνο εκλογικά αλλά και στην κυκλοφορία των εντύπων της.
Ριζοσπάστης
Η πιο παλιά εφημερίδα της αριστεράς, του ΚΚΕ, παραμένει ακριβώς αυτό: εφημερίδα του ΚΚΕ. Σε περιόδους βαθιών πολιτικών, οικονομικών και, ειδικά, κοινωνικών αλλαγών, αποτελεί το κομματικό έντυπο – «υπόδειγμα». Αλλά είναι φανερό ότι δεν μπορεί πια να συγκινήσει κάποιον πέρα από τα μέλη του κόμματος, καθώς το κυριακάτικο φύλλο, το οποίο είναι και το πλέον «επιτυχημένο», από τα 20.000-25.000 φύλλα που πουλούσε το 2012, σήμερα έχει φτάσει γύρω στα 7.500 (βλέπε γράφημα 1 με τυχαίες ημερομηνίες από το 2012 μέχρι σήμερα). Ξεφυλλίζοντας την εφημερίδα διαπιστώνεις δύο πράγματα: την ολοφάνερη αισθητικά υποτίμηση της εφημερίδας και την προβολή μιας θεματολογίας που απευθύνεται αποκλειστικά στα στελέχη του κόμματος. Ενώ είναι αδύνατον να βρεθεί κάτι ενδιαφέρον για τις σελίδες του Ριζοσπάστη που να μην αφορά κινήσεις και πρωτοβουλίες του ΠΑΜΕ ή του ΚΚΕ.
Αυγή
Μαζί με την ΕΦ.ΣΥΝ. αποτελεί τη ναυαρχίδα της υπεράσπισης του «κυβερνητικού έργου». Η αισθητική ανανέωση την βοήθησε ένα προηγούμενο διάστημα να ανέβει μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ (σήμερα πουλάει γύρω στα 3.000-3.500 φύλλα στην Κυριακάτικη έκδοσή της, βλέπε γράφημα 1). Ωστόσο είναι εμφανής η μονολιθικότητα της υπεράσπισης του κυβερνητικού έργου και της μετάλαξης του ΣΥΡΙΖΑ γεγονός που δεν κατατάσσει πια ως κομμάτι του αριστερού τύπου. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος της πτώσης της βέβαια, με την καθημερινή Αυγή να κυμαίνεται στα 1.000 φύλλα, παρότι η θεματολογία της σε δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα κατά καιρούς παρουσιάζει ένα μικρό ενδιαφέρον. Τα τελευταία χρόνια και παρά το κομματικό και αισίως κρατικό οικονομικό «ντοπάρισμα» δεν κατάφερε ποτέ να πείσει ένα ευρύτερο κοινό (σύμφωνα και με τα μέτρα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με το οικονομικό της κεφάλαιο), ενώ από το 2015 έχει καταντήσει πασαρέλα για τους υπουργούς και τα αγαπητά προς το Μαξίμου στελέχη. Για πολιτικά, ιστορικά, ιδεολογικά ζητήματα ούτε λόγος να γίνεται… Τελικώς η κατάσταση εντός της εφημερίδας προσομοιάζει με ένα σωλήνα παραγωγής κομματικών στελεχών.
Εποχή
Η εποχή αποτελεί τη δεύτερη εκδοχή της κυβερνητικής υπεράσπισης. Με άρωμα «κριτικής» στα όρια της προσχηματικής αντιπολίτευσης των «53+ του ΣΥΡΙΖΑ» και το σχετικό κυνήγι για πιο «δίκαιη μοιρασιά» των κυβερνητικών θώκων. Στην πραγματικότητα το φύλλο είναι έκφραση της κατάντιας των καιρών. Κάθε Σάββατο έχουμε παρέλαση των στελεχών της συγκεκριμένης τάσης του ΣΥΡΙΖΑ και προσπάθεια να δικαιολογηθούν από την άλλη οι κεντρικές επιλογές της κυβέρνησης. Απόλυτη φτώχεια στη σχετική θεματολογία που παρουσιάζεται, με δημοσιεύσεις για ανύπαρκτη ανανεωτική «αριστερά» της Ευρώπης. Σε αντίθεση με ένα πιο «έντιμο» παρελθόν, που μπορούσε κανείς ως ένα βαθμό να πληροφορηθεί ειδικά για τα ζητήματα που αφορούν προοδευτικές ευρωπαϊκές καταστάσεις.
Πριν
Το Πριν ξεκίνησε και συνεχίζει ως μία μαχητική εφημερίδα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, ωστόσο σήμερα φαίνεται να πληρώνει το τίμημα προσαρμογής στο προφανές. Στη μη προσπάθεια. Λείπει η ευρηματικότητα, η θέληση για πειραματισμό και για αναβάθμιση. Αν δει κανείς μόνο τα τελευταία εξώφυλλα της εφημερίδας προδιαθέτουν για κάτι τέτοιο. Οι ίδιοι τίτλοι – συνθήματα σε όλες τις εκδοχές και τους πιθανούς συνδυασμούς που μπορεί να υπάρχουν με τις ίδιες λέξεις. Μα ακόμα και στις μέσα σελίδες δεν υπάρχει καμία διαφορά στο στήσιμο την αισθητική και στη θεματολογία. Από «εφημερίδα της ανεξάρτητης αριστεράς» (όπως είναι ο υπότιτλός της) μετασχηματίζεται σε ένα τυπικό κομματικό έντυπο.
Δρόμος
Με βάση τα όσα θεωρούμε σαν ελλείψεις και ιδιοτροπίες των αριστερών εφημερίδων, επιχειρήσαμε από την αρχή να υπηρετήσουμε άλλες προδιαγραφές στην προσπάθειά μας. Επιχειρήσαμε και επιχειρούμε ο Δρόμος να είναι ένα ανοιχτό και ενδιαφέρον εγχείρημα, πηγή εναλλακτικής πληροφόρησης, βήμα διαλόγου για τα κοινωνικά κινήματα και τη συλλογική πολιτική δράση. Επιχειρούμε να δώσουμε δείγματα γραφής προς αυτή την κατεύθυνση και γι’ αυτό αγωνιζόμαστε και δουλεύουμε, όχι απλά για την επιβίωση ενός ακόμη κομματικού εντύπου. Δεν θέλουμε να βάλουμε διαφημίσεις στον Δρόμο, θέλουμε αυτό το εγχείρημα να χαρακτηρίζεται από ανεξαρτησία και να στηρίζεται από τους ίδιους τους αναγνώστες. Ξέρουμε ότι στη σχετικά σύντομη ιστορία του εντύπου έχουν γίνει λάθη, παραλείψεις και αστοχίες. Την ίδια στιγμή δεν έχουν ακυρώσει την προσπάθειά μας. Η προσπάθεια μετασχηματισμού μας προς κάτι πιο ανοικτό, πιο περιεκτικό για τις ζωντανές δυνάμεις αυτού του τόπου και πιο επικίνδυνο (στα μέτρα της σημερινής κατάστασης και χωρίς υποκλίσεις στο εφικτό των ημερών που ζούμε,) για το πολιτικό σύστημα είναι η μόνη επιλογή που θέλουμε να υπηρετήσουμε.
Τα δύο τελευταία χρόνια φανερώνεται μία σταθερότητα όσων αφορά την διακίνηση του Δρόμου. βλέπε Γράφημα 2). Αυτό δεν μας αρκεί και μάλιστα θεωρούμε ότι και δεν μας αναλογεί. Θέλουμε να διαδοθεί περισσότερο, με σεβασμό στο αναγνωστικό κοινό, με έμφαση στην ποιότητα, με την πεποίθηση ότι ο κάθε αναγνώστης θα βρει κάτι ενδιαφέρον και ξεχωριστό στις σελίδες του Δρόμου.
Η κατάσταση αλλάζει μόνο με αλλαγή οπτικής
Η κρίση στα αριστερά ΜΜΕ έχει ενταθεί για τα καλά, δεν είναι μόνο το λουκέτο στον 902 πριν λίγα χρόνια, η συρρίκνωση του αναγνωστικού κοινού των εφημερίδων δεν φαίνεται να οδηγεί σε μία σκέψη για αλλαγή ρότας. Είναι η πεπατημένη που ακολουθείται λανθασμένη κι όχι ο κόσμος που «δεν καταλαβαίνει» την γραμμή του εκάστοτε κόμματος. Αν συγκρίνει κανείς αριθμούς προηγούμενων ετών -πόσο μάλλον δεκαετιών- θα διαπιστώσει αυτή την τεράστια αλλαγή που φτάνει τα έντυπα στο σημείο να φυτοζωούν. Αυτή την στιγμή ο «αριστερός» Τύπος δεν προσφέρει απολύτως τίποτα. Πολύ περισσότερο δεν αγωνιά να προσφέρει κάτι διαφορετικό, ενδιαφέρον και ανταγωνιστικό ως προς το σύστημα. Οι πορείες των πωλήσεων συνηγορούν σε αυτή τη γενικότερη πολιτική αδυναμία να πιαστεί ένας κοινωνικός παλμός.
Όπως, όμως, ειπώθηκε και πρωτύτερα, κάποια αλλαγή δεν θα διαπιστωθεί στο περιεχόμενο των εφημερίδων – εξαιρουμένων των «μεταλλαγμένων αριστερών», της Αυγής και της Εποχής. Η πορεία του αριστερού τύπου αποδεικνύει μία γενικότερη πολιτική αδυναμία, να πιαστεί ένας κοινωνικός παλμός, να τροφοδοτηθεί πολιτικά και ιδεολογικά ο κόσμος του κινήματος και όχι μόνο.
Ανάρτηση από: https://www.e-dromos.gr
Του Γιώργου Πατέλη
Είναι δύσκολο να αγνοηθεί η όλο και μεγαλύτερη πτώση που έχουν τα έντυπα στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα τα αριστερά έντυπα βρίσκονται στα πιο χαμηλά σκαλοπάτια της κυκλοφορίας τους. Είναι λογικό η εικόνα αυτή να απασχολεί και να αναζητούνται ερμηνείες.
Αρκεί να δει κανείς τους αριθμούς για να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει. Κατά μέσο όρο ο καθημερινός Ριζοσπάστης πουλάει περίπου 2.780 φύλλα. Στο σύνολο των εφημερίδων που πουλιούνται καθημερινά και τα οποία κατά μέσο όρο είναι 95.000, το μερίδιο που καταλαμβάνει είναι στο 3%. Ενώ αν θέλουμε να δούμε τα κυριακάτικα φύλλα των εφημερίδων το σύνολο των αριστερών εφημερίδων (συμπεριλαμβανομένων της Αυγής και της Εποχής) αγγίζει μόλις το 4%. Αυτή η κύρια έλλειψη οδηγεί σε έντυπα χαμηλής κυκλοφορίας και η επιβίωσή τους εξαρτάται από τις διαφημίσεις είτε κρατικών φορέων είτε ιδιωτικών εταιρειών.
Η εικόνα αυτή δεν είναι τυχαία. Ο Αριστερός τύπος, η αριστερά συνολικά πληρώνει το τίμημα του κυβερνητικού συμβιβασμού ανεξάρτητα από το βαθμό συμμετοχής ή καταγγελίας του εγχειρήματος ΣΥΡΙΖΑ.
Το πιο σημαντικό είναι ότι ο ίδιος ο λαϊκός παράγοντας έχει οπισθοχωρήσει από το προσκήνιο. Παρακολουθεί βαθιά απογοητευμένος τις εξελίξεις, βρίσκεται οργισμένος και αποπροσανατολισμένος μετά την ήττα των αυταπατών ότι μπορούσε να υπάρξει μια εύκολη ανώδυνη ανατροπή των δεινών της τελευταίας επταετίας. Η συμπεριφορά αυτή των πολιτών έχει συνέπειες στο σύνολο του Τύπου. Αλλά αν ο συστημικός τύπος τον εξοργίζει την ίδια στιγμή δεν βρίσκει, όπως φαίνεται κάτι ενδιαφέρον στον Αριστερό.
Οι νέες βεβαιότητες που αντικατέστησαν με ευκολία της παλιές δεν πείθουν. Τα συνθήματα, οι καταγγελίες, οι περιγραφές της άθλιας πραγματικότητας δεν προδιαγράφουν ένα σχέδιο διεξόδου. Δεν υπάρχει κάτι να συνεγείρει τις συνειδήσεις, να συγκινεί, να πείθει. Το τίμημα πληρώνει αυτό πληρώνει ολόκληρη η Αριστερά. Άλλωστε έχει ως ένα βαθμό την ευθύνη του επαναπροσδιορισμού των όρων μιας διεξόδου. Με στοιχεία ιδεολογικά και ταυτόχρονα πολιτικά και πρακτικά. Οι ελλείψεις εδώ βαραίνουν και με το παραπάνω.
Μια δεύτερη διαπίστωση των αιτιών της κρίσης του Αριστερού τύπου είναι η έλλειψη προσπάθειας, η ελάχιστη σκέψη που καταβάλλεται για να ξεπεραστούν τα ίδια τα όρια του «χώρου», το κοινό στο οποίο απευθύνονται και, ουσιαστικά, η έλλειψη θεματολογίας με επίκεντρο τις πολύπλευρες κοινωνικές διεργασίες και εξελίξεις.
Με λίγα λόγια τα αριστερά έντυπα, υπάρχουν για να… υπάρχουν, αφού και στο περιεχόμενό τους υπάρχει μία σχετική ένδεια σε νέες θεματολογίες και μηδαμινή εμβάθυνση στα νέα ζητήματα που έχουν ανακύψει. Πρόκειται για μία «σύμφυτη» κατάσταση με τη κομματική αριστερά, που δεν μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο διαλόγου, σκέψης, οργάνωσης και ανατροπής των πραγμάτων σήμερα. Η εμμονή στο καταγγελτικό ερμηνευτικό λόγο την καθιστά πρακτικά ακίνδυνη. Και η στάση αυτή «μετριέται» όχι μόνο εκλογικά αλλά και στην κυκλοφορία των εντύπων της.
Ριζοσπάστης
Η πιο παλιά εφημερίδα της αριστεράς, του ΚΚΕ, παραμένει ακριβώς αυτό: εφημερίδα του ΚΚΕ. Σε περιόδους βαθιών πολιτικών, οικονομικών και, ειδικά, κοινωνικών αλλαγών, αποτελεί το κομματικό έντυπο – «υπόδειγμα». Αλλά είναι φανερό ότι δεν μπορεί πια να συγκινήσει κάποιον πέρα από τα μέλη του κόμματος, καθώς το κυριακάτικο φύλλο, το οποίο είναι και το πλέον «επιτυχημένο», από τα 20.000-25.000 φύλλα που πουλούσε το 2012, σήμερα έχει φτάσει γύρω στα 7.500 (βλέπε γράφημα 1 με τυχαίες ημερομηνίες από το 2012 μέχρι σήμερα). Ξεφυλλίζοντας την εφημερίδα διαπιστώνεις δύο πράγματα: την ολοφάνερη αισθητικά υποτίμηση της εφημερίδας και την προβολή μιας θεματολογίας που απευθύνεται αποκλειστικά στα στελέχη του κόμματος. Ενώ είναι αδύνατον να βρεθεί κάτι ενδιαφέρον για τις σελίδες του Ριζοσπάστη που να μην αφορά κινήσεις και πρωτοβουλίες του ΠΑΜΕ ή του ΚΚΕ.
Αυγή
Μαζί με την ΕΦ.ΣΥΝ. αποτελεί τη ναυαρχίδα της υπεράσπισης του «κυβερνητικού έργου». Η αισθητική ανανέωση την βοήθησε ένα προηγούμενο διάστημα να ανέβει μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ (σήμερα πουλάει γύρω στα 3.000-3.500 φύλλα στην Κυριακάτικη έκδοσή της, βλέπε γράφημα 1). Ωστόσο είναι εμφανής η μονολιθικότητα της υπεράσπισης του κυβερνητικού έργου και της μετάλαξης του ΣΥΡΙΖΑ γεγονός που δεν κατατάσσει πια ως κομμάτι του αριστερού τύπου. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος της πτώσης της βέβαια, με την καθημερινή Αυγή να κυμαίνεται στα 1.000 φύλλα, παρότι η θεματολογία της σε δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα κατά καιρούς παρουσιάζει ένα μικρό ενδιαφέρον. Τα τελευταία χρόνια και παρά το κομματικό και αισίως κρατικό οικονομικό «ντοπάρισμα» δεν κατάφερε ποτέ να πείσει ένα ευρύτερο κοινό (σύμφωνα και με τα μέτρα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με το οικονομικό της κεφάλαιο), ενώ από το 2015 έχει καταντήσει πασαρέλα για τους υπουργούς και τα αγαπητά προς το Μαξίμου στελέχη. Για πολιτικά, ιστορικά, ιδεολογικά ζητήματα ούτε λόγος να γίνεται… Τελικώς η κατάσταση εντός της εφημερίδας προσομοιάζει με ένα σωλήνα παραγωγής κομματικών στελεχών.
Εποχή
Η εποχή αποτελεί τη δεύτερη εκδοχή της κυβερνητικής υπεράσπισης. Με άρωμα «κριτικής» στα όρια της προσχηματικής αντιπολίτευσης των «53+ του ΣΥΡΙΖΑ» και το σχετικό κυνήγι για πιο «δίκαιη μοιρασιά» των κυβερνητικών θώκων. Στην πραγματικότητα το φύλλο είναι έκφραση της κατάντιας των καιρών. Κάθε Σάββατο έχουμε παρέλαση των στελεχών της συγκεκριμένης τάσης του ΣΥΡΙΖΑ και προσπάθεια να δικαιολογηθούν από την άλλη οι κεντρικές επιλογές της κυβέρνησης. Απόλυτη φτώχεια στη σχετική θεματολογία που παρουσιάζεται, με δημοσιεύσεις για ανύπαρκτη ανανεωτική «αριστερά» της Ευρώπης. Σε αντίθεση με ένα πιο «έντιμο» παρελθόν, που μπορούσε κανείς ως ένα βαθμό να πληροφορηθεί ειδικά για τα ζητήματα που αφορούν προοδευτικές ευρωπαϊκές καταστάσεις.
Πριν
Το Πριν ξεκίνησε και συνεχίζει ως μία μαχητική εφημερίδα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, ωστόσο σήμερα φαίνεται να πληρώνει το τίμημα προσαρμογής στο προφανές. Στη μη προσπάθεια. Λείπει η ευρηματικότητα, η θέληση για πειραματισμό και για αναβάθμιση. Αν δει κανείς μόνο τα τελευταία εξώφυλλα της εφημερίδας προδιαθέτουν για κάτι τέτοιο. Οι ίδιοι τίτλοι – συνθήματα σε όλες τις εκδοχές και τους πιθανούς συνδυασμούς που μπορεί να υπάρχουν με τις ίδιες λέξεις. Μα ακόμα και στις μέσα σελίδες δεν υπάρχει καμία διαφορά στο στήσιμο την αισθητική και στη θεματολογία. Από «εφημερίδα της ανεξάρτητης αριστεράς» (όπως είναι ο υπότιτλός της) μετασχηματίζεται σε ένα τυπικό κομματικό έντυπο.
Δρόμος
Με βάση τα όσα θεωρούμε σαν ελλείψεις και ιδιοτροπίες των αριστερών εφημερίδων, επιχειρήσαμε από την αρχή να υπηρετήσουμε άλλες προδιαγραφές στην προσπάθειά μας. Επιχειρήσαμε και επιχειρούμε ο Δρόμος να είναι ένα ανοιχτό και ενδιαφέρον εγχείρημα, πηγή εναλλακτικής πληροφόρησης, βήμα διαλόγου για τα κοινωνικά κινήματα και τη συλλογική πολιτική δράση. Επιχειρούμε να δώσουμε δείγματα γραφής προς αυτή την κατεύθυνση και γι’ αυτό αγωνιζόμαστε και δουλεύουμε, όχι απλά για την επιβίωση ενός ακόμη κομματικού εντύπου. Δεν θέλουμε να βάλουμε διαφημίσεις στον Δρόμο, θέλουμε αυτό το εγχείρημα να χαρακτηρίζεται από ανεξαρτησία και να στηρίζεται από τους ίδιους τους αναγνώστες. Ξέρουμε ότι στη σχετικά σύντομη ιστορία του εντύπου έχουν γίνει λάθη, παραλείψεις και αστοχίες. Την ίδια στιγμή δεν έχουν ακυρώσει την προσπάθειά μας. Η προσπάθεια μετασχηματισμού μας προς κάτι πιο ανοικτό, πιο περιεκτικό για τις ζωντανές δυνάμεις αυτού του τόπου και πιο επικίνδυνο (στα μέτρα της σημερινής κατάστασης και χωρίς υποκλίσεις στο εφικτό των ημερών που ζούμε,) για το πολιτικό σύστημα είναι η μόνη επιλογή που θέλουμε να υπηρετήσουμε.
Τα δύο τελευταία χρόνια φανερώνεται μία σταθερότητα όσων αφορά την διακίνηση του Δρόμου. βλέπε Γράφημα 2). Αυτό δεν μας αρκεί και μάλιστα θεωρούμε ότι και δεν μας αναλογεί. Θέλουμε να διαδοθεί περισσότερο, με σεβασμό στο αναγνωστικό κοινό, με έμφαση στην ποιότητα, με την πεποίθηση ότι ο κάθε αναγνώστης θα βρει κάτι ενδιαφέρον και ξεχωριστό στις σελίδες του Δρόμου.
Η κατάσταση αλλάζει μόνο με αλλαγή οπτικής
Η κρίση στα αριστερά ΜΜΕ έχει ενταθεί για τα καλά, δεν είναι μόνο το λουκέτο στον 902 πριν λίγα χρόνια, η συρρίκνωση του αναγνωστικού κοινού των εφημερίδων δεν φαίνεται να οδηγεί σε μία σκέψη για αλλαγή ρότας. Είναι η πεπατημένη που ακολουθείται λανθασμένη κι όχι ο κόσμος που «δεν καταλαβαίνει» την γραμμή του εκάστοτε κόμματος. Αν συγκρίνει κανείς αριθμούς προηγούμενων ετών -πόσο μάλλον δεκαετιών- θα διαπιστώσει αυτή την τεράστια αλλαγή που φτάνει τα έντυπα στο σημείο να φυτοζωούν. Αυτή την στιγμή ο «αριστερός» Τύπος δεν προσφέρει απολύτως τίποτα. Πολύ περισσότερο δεν αγωνιά να προσφέρει κάτι διαφορετικό, ενδιαφέρον και ανταγωνιστικό ως προς το σύστημα. Οι πορείες των πωλήσεων συνηγορούν σε αυτή τη γενικότερη πολιτική αδυναμία να πιαστεί ένας κοινωνικός παλμός.
Όπως, όμως, ειπώθηκε και πρωτύτερα, κάποια αλλαγή δεν θα διαπιστωθεί στο περιεχόμενο των εφημερίδων – εξαιρουμένων των «μεταλλαγμένων αριστερών», της Αυγής και της Εποχής. Η πορεία του αριστερού τύπου αποδεικνύει μία γενικότερη πολιτική αδυναμία, να πιαστεί ένας κοινωνικός παλμός, να τροφοδοτηθεί πολιτικά και ιδεολογικά ο κόσμος του κινήματος και όχι μόνο.
Ανάρτηση από: https://www.e-dromos.gr