Η στροφή των Ελλήνων προς τα πολιτιστικά κοινά
Του Γιώργου Ρακκά (Ρήξη φ. 134)
Ο πρόσφατος θάνατος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη υπήρξε αφορμή ώστε να αναδυθούν και πάλι στο προσκήνιο της διαδικτυακής επικαιρότητας βίντεο από την εποχή της πολιτικής του παντοδυναμίας, όταν συγκρούονταν από πλατείες, κοινοβουλευτικά έδρανα και συνεντεύξεις Τύπου με τον μεγάλο του αντίπαλο, Ανδρέα Παπανδρέου. Παρακολουθώντας αυτά τα στιγμιότυπα του… περασμένου αιώνα, έβλεπε κανείς να εμφανίζεται μια άλλη Ελλάδα, όπου λίγο ως πολύ οι πολιτικές προσωπικότητες ξεπρόβαλλαν από τα προεκλογικά τους μπαλκόνια ως… «κοινωνικές θεότητες», με εκατοντάδες χιλιάδες άτομα να συνωστίζονται από κάτω σε συγκεντρώσεις που θύμιζαν λαϊκά προσκυνήματα.
Δεν είναι τυχαίο ότι, Άγγλος φίλος που διαμένει στην Ελλάδα και παρακολούθησε επίσης από τη δική του σκοπιά τα στιγμιότυπα αυτών των αναδρομών, θα μείνει ενεός από την ενέργεια του πλήθους και τη θεατρικότητα των ηγετών, εξηγώντας ότι ο μόνος παραλληλισμός που μπορεί να κάνει από τα δικά του βιώματα είναι οι τεράστιες συναυλίες των τότε αστέρων της ροκ, στα γιγάντια αθλητικά στάδια. Αδυνατούσε να κατανοήσει ότι, για εκείνη την εποχή, η πολιτική αποτελούσε το βασικό στοιχείο λάιφ στάιλ του νεοέλληνα της δεκαετίας του 1980, περισσότερο από τη μουσική ή το ποδόσφαιρο.
Σήμερα, και ιδίως μετά τις απάτες και τις αναισχυντίες που διέπραξαν οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κατά την κυβερνητική τους θητεία από το 2015 κι ύστερα, βρισκόμαστε στο ολοκληρωτικό ναδίρ της δημοφιλίας για την πολιτική και τους πολιτικούς εν γένει, που ταυτίζονται, στη συνείδηση των περισσότερων, με το ψεύδος, την ανθρωποφαγία, τον ηθικό μηδενισμό. Έτσι, η κρίση της πολιτικής δεν διαφαίνεται μόνο στην εκτόξευση των ποσοστών λευκού/αποχής, αλλά και στο ότι ο συνδικαλισμός φυλλορροεί, πλήρως απονομιμοποιημένος στη συνείδηση των εργαζόμενων, η φοιτητική πολιτική και οι παρατάξεις βιώνουν τη μεγαλύτερη κρίση συμμετοχής στην ιστορία τους, ενώ ακόμα και αυτές οι οργανώσεις της άκρας αριστεράς και των αντιεξουσιαστών συρρικνώνονται ή καταποντίζονται, όντας σε πολλαπλά εσωτερικά, ηθικά, πολιτικά και οραματικά αδιέξοδα.
Ωστόσο, αν πριν δέκα χρόνια το κενό σε επίπεδο πολιτικής συλλογικότητας καλυπτόταν από μια αναδίπλωση στην ψευδοευημερεύουσα ιδιωτικότητα των ανθρώπων, σήμερα η ανέχεια δεν επιτρέπει ατομικιστικούς και καταναλωτικούς παραδείσους. Γι’ αυτό και η ενέργεια του κόσμου μεταβιβάζεται σε άλλες όψεις συλλογικής έκφρασης της κοινωνίας, ιδίως σε ό,τι έχει να κάνει με τη μνήμη και την ταυτότητά της.
Πολλοί σκληροπυρηνικοί της πολιτικής, και ιδίως οι «αντιμνημονιακοί», θα στηλιτεύσουν, μέσα στον απίστευτο οικονομισμό τους, αυτήν την στροφή, ως «αναχωρητισμό». Τίποτε αναληθέστερο: Το «ταυτοτικό κύμα» που εντοπίζεται σήμερα στο υπόστρωμα της κοινωνίας αποτελεί μια έμμεση, αλλά σαφή πολιτική δήλωση ότι πλέον η αντιπαράθεση με το σύστημα έχει αγγίξει τις πιο βαθιές, θεμελιακές βάσεις της κοινωνίας μας: Την πνευματική της υπόσταση που τη συγκροτεί ως τέτοια.
Γι’ αυτό, για παράδειγμα, πλέον, στα πανεπιστήμια η συμμετοχή των νέων στις διάφορες πολιτιστικές ενώσεις Ποντίων, Κρητών, Ηπειρωτών, Θρακών, Μακεδόνων, Βλάχων, αυξάνεται διαρκώς και αγγίζει επίπεδα μαζικότητας τα οποία οι παρατάξεις δεν φτάνουν ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα. Και γι’ αυτό, οι μεγάλες πανελλαδικές συνάξεις των πολιτιστικών ομοσπονδιών βάζουν τα γυαλιά στα πολιτικά συνέδρια όλων των κομμάτων εξουσίας.
Αυτή η μεταστροφή, από τη χρεοκοπημένη πολιτική της μεταπολίτευσης στον πολιτισμό, δεν αποτελεί μοναχά ένα τεκμήριο για το τέλος της τελευταίας. Συνιστά και μια μεγάλη αναδίπλωση, που δεικνύει ότι ο νεοέλληνας έχει κατανοήσει πως το αξιακό υπόβαθρο της κοινωνίας του, έτσι όπως την είχε διαμορφώσει τις τελευταίες δεκαετίες, έχει εξαντληθεί οριστικά και γι’ αυτό επιθυμεί να στραφεί προς παλαιότερες και πιο ευγενικές εκδοχές του είναι του.
Ας ελπίσουμε ότι οι κανίβαλοι της «θνήσκουσας πολιτικής» θα αφήσουν αυτό το ρεύμα να εξελιχθεί ελεύθερα, ώστε να δώσει τα θετικά στοιχεία που έχει να δώσει στην κοινωνία μας, δίχως να το κάνουν, βίαια κι αυτό, μέρος του τεχνητού φατριασμού που διατηρούν για λόγους αυτοσυντήρησης.
Ας ελπίσουμε ότι οι κανίβαλοι της «θνήσκουσας πολιτικής» θα αφήσουν αυτό το ρεύμα να εξελιχθεί ελεύθερα, ώστε να δώσει τα θετικά στοιχεία που έχει να δώσει στην κοινωνία μας, δίχως να το κάνουν, βίαια κι αυτό, μέρος του τεχνητού φατριασμού που διατηρούν για λόγους αυτοσυντήρησης.
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr