Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2012

Στη δημοκρατία ο πολίτης είναι κυρίαρχος και ο πολιτικός ακούει.

Συνέντευξη του καθ. Γ. Κοντογιώργη στο anti-ntp.net. (26 Μαίου 2012)

 
Αφιερώστε τον χρόνο που απαιτείται για να ακούσετε τον καθ. Γ. Κοντογιώργη, σε αυτή την συνέντευξή του στο ιστολόγιο anti-ntp.net, και νομίζω πως δεν θα πάει χαμένος ο χρόνος σας, ακόμα κι αν υπάρξουν σημεία διαφωνίας.
 
 


Ακολουθούν απομαγνητοφωνημένα αποσπάσματα.

Στη δημοκρατία ο πολίτης είναι κυρίαρχος και ο πολιτικός ακούει.
Πως μπορεί η κοινωνία να αντισταθμίσει την δύναμη των αγορών μέσα στο κράτος; Οχι πια με τους παραδοσιακούς τρόπους, πορείες και απεργίες. Οι πολιτικοί και οι αγορές που τους έχουν σε ομηρία, γράφουν την κοινωνία στα παλιά τους τα παπούτσια. Ολη η συζήτηση που κάνουν έχει ως σκοπό της το συμφέρον των αγορών και όχι των κοινωνιών.
Η αριστερά έχει γίνει η ουρά του παγκόσμιου καπιταλισμού, και δεν έχει καμμία ιδεολογία και καμμία πρόταση, έξω από τα όρια του συστήματος. Δεν είναι ο φόβος του συστήματος η αριστερά.


Αυτό που φοβούνται οι πολιτικές εξουσίες και οι αγορές είναι η κοινωνία. Οσο η ανάσα της κοινωνίας πλησιάζει την πολιτική, ο φόβος τους αυξάνεται.
Η κοινωνία πρέπει να αξιώσει να αλλάξουν οι πολιτικές σχέσεις και όχι να παραμένει στον ιδιωτικό χώρο που είναι σήμερα.
Αν το σύστημα ήταν κατ’ ελάχιστον αντιπροσωπευτικό τότε οι κοινωνίες θα ήταν στον δημόσιο χώρο και όχι στον ιδιωτικό. Το σύστημα το κατέχει εξ ολοκλήρου το κράτος και αυτοί που έχουν την νομιμοποίηση να το διαχειρίζονται.
Είναι παντοδύναμες οι αγορές διότι το σύστημα το κατέχουν κάποιοι που έπρεπε να δουλεύουν για το συμφέρον της κοινωνίας, αλλά δουλεύουν για το συμφέρον των αγορών.
Πρέπει να δώσουμε βάθρο θεσμικό στην κοινωνία ώστε να ανακτήσει την συλλογικότητά της.
Η ελληνική κοινωνία, είναι πολιτικά υπεραναπτυγμένη και αντιπροσωπεύει μια (πολιτική;) κληρονομιά, την οποία είχε μέχρι και το τέλος της τουρκοκρατίας, η οποία είναι αναντίστοιχη προς το κράτος. Το κράτος αυτό, το δυτικό κράτος, δημιουργήθηκε για να βγάλει τις φεουδαλικές κοινωνίες της ευρώπης από την φεουδαρχία και να τις κάνει ελεύθερες. Η ελληνική κοινωνία δεν ήταν φεουδαλική. Ηταν κοινωνία δημοκρατική με την έννοια της αυτοκυβέρνησης (σσ. προφανώς αναφέρεται στον ελληνικό κοινοτισμό). Δημοκρατία είχαμε στα κοινά των ελλήνων που καταργήθηκαν με την συγκρότηση του κράτους. Οπισθοδρομήσαμε για να εξευρωπαϊστούμε. Το κράτος αυτό δημιουργήθηκε καταργώντας το σύστημα του ελληνισμού που του δημιουργούσε θεσμική συλλογικότητα. Δήμο.
Το κράτος αυτό ως προτεκτοράτο των δυνάμεων της ευρώπης είχε κάθε λόγο να μην θέλει την εθνική ολοκλήρωση. Δεν έβαλαν την ελληνική αστική τάξη (Θεσσαλονίκη, Σμύρνη, Τραπεζούντα) μέσα στο κράτος και δεν άφησαν και να αναπτυχθεί και ελληνική αστική τάξη. Και από την άλλη μεριά κατήργησαν και την θεσμική συλλογικότητα των ελλήνων (κοινοτισμός).
Αυτό το κράτος μη έχοντας καμμία αντιστοιχία με την εικόνα του ελληνισμού, τον κατέστρεψε και τον αποδόμησε και συγχρόνως κατέστρεψε την συλλογικότητα της κοινωνίας. Αν θέλουμε να ερμηνεύσουμε το σήμερα πρέπει να μιλησουμε με ιστορικούς όρους. Το πολιτικό σύστημα αυτό το επέβαλαν οι απολυταρχίες της ευρώπης για να ελέγξουν την ελληνική κοινωνία και συγχρόνως για να καταστρέψουν τον ισχυρό και ηγεμόνα σε τρεις αυτοκρατορίες ελληνισμό, που ήταν έξω από το ελληνικό κράτος. Αυτό οφείλεται σε ένα γεγονός. Οτι απέτυχε παταγωδώς η επανάσταση.
Το σχέδιο για το κράτος (Ρήγας, Φαναριώτες, κλπ) ήταν κοινωνίες εν ελευθερία μέσα στα κοινά με την μετάβαση στην μεγάλη κλίμακα του κράτους-έθνους. Ο Ρήγας το περιγράφει πολύ καλά αυτό.
Αυτό το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει με καμμία άλλη λογική παρά μόνο με την λογική του κατακτητή. Η ψήφος (στις εκλογές) χρησιμοποιείται για να αποδομηθεί η συλλογικότητά μας και να οδηγηθούμε σε ένα καθεστώς κατοχής πολιτικής.
Η μεταπολίτευση είναι η ολοκληρωτική επαναφορά της χειρότερης φαυλοκρατίας του 19ου αιώνα, της λεηλατικής αντίληψης της πολιτικής. Η καταχρέωση έγινε όχι γιατί είχε ανάγκη η κοινωνία να της αυξήσουμε έστω με δανειακό τρόπο το εισόδημα, αλλά γιατί δεν έφτανε για την λεηλασία του δημόσιου πλούτου από την κομματοκρατία. Ο Τζοχατζόπουλος δεν είναι μεμονωμένη περίπτωση. Το έκαναν σχεδόν όλοι. Κι όσοι δεν το κάνανε το νομιμοποιούσαν με την ψήφο τους. Κι όλα αυτά σε μια κοινωνία με τον χαμηλώτερο ιδιωτικό δανεισμό στην ευρώπη.
Είμαστε και σήμερα δέσμιοι αυτού του καθεστώτος κατοχής. Είναι σύμφωνες όλες οι κομματικές δυνάμεις να μην αγγίξουν τους πυλώνες της καταστροφής μας. Δηλαδή το κράτος, που είναι το πολιτικό σύστημα, η δημόσια διοίκηση και η δικαιοσύνη, και η νομοθεσία. Και που οικοδομεί την διαπλοκή και την διαφθορά.
(για το ΔΝΤ και την τρόϊκα) Είναι ευκαιρία να εφαρμοστεί η λογική των αγορών στην ελλάδα, να εξαθλιωθεί η κοινωνία, να εκπέσει εντελώς ο οικονομικός ιστός της χώρας ώστε να παραδοθούμε απνευστί στην διεθνή των αγορών και στις σχέσεις ηγεμονίας που επιχειρεί να οικοδομήσει μέσα στην ευρωπαϊκή ένωση. Αλλά είναι η ελληνική πολιτική τάξη που μας έριξε στις δαγκάνες της διεθνούς των αγορών και της γερμανίας.
Τα σκάνδαλα συγκαλύφθηκαν όλα. Ποιος τολμάει να έρθει αντιμέτωπος με την Μέρκελ όταν έχει τους καταλόγους όλων όσων χρηματίστηκαν; Είναι αναγκαίο να καθαρθεί το παρελθόν όχι μόνο για την εξυγίανση του πολιτικού συστήματος αλλά και για την άσκηση πολιτικών.
Το πρόβλημα δεν είναι ο δικομματισμός αλλά το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Οπου και οι μικρές πολιτικές δυνάμεις συμμετείχαν, πολιτεύθηκαν με τον ίδιο τρόπο. Λεηλάτησαν τον δημόσιο χώρο για να τον ιδιοποιηθούν. Η αριστερά (Συνασπισμός κλπ) μετέβαλλαν το δημόσιο πανεπιστήμιο σε ιδιωτικό χώρο, χώρο ελέγχου από τα ιδιωτικά τους συμφέροντα. Το πολιτικό σύστημα πολιτεύεται προς το δικό του συμφέρον και όχι προς το συμφέρον της κοινωνίας.
Το πολιτικό σύστημα θα έπρεπε να καταργήσει κάθε μη-ευθύνη υπουργού. Να υπόκεινται ευθέως στη δικαιοσύνη. Αυτό μπορεί να γίνει σήμερα.
Το σύστημα έχει οικοδομηθεί σε επάλληλους θύλακες ολιγαρχικών συμμοριών. Λειτουργούν ως συμμορία που συγκαλύπτει οτιδήποτε διαπράξει.
Δεν είναι η εναλλαγή (των κομμάτων) στην εξουσία που θα φέρει λύση στο πρόβλημα.
Οσοι δεν θέλουν σήμερα την είσοδο της κοινωνίας στην πολιτική, θέτουν αυτομάτως το ερώτημα: “και πως θα γίνει αυτό;”.
Δεν χρειάζεται η κοινωνία σήμερα να μαζευτεί στο Σύνταγμα για παράδειγμα ώστε να αποφασίσει. Αρκεί να αντλήσουμε την βούληση της κοινωνίας. Και έχουμε τρόπους γι’ αυτό. Μπορουμε να φτιάξουμε έναν μηχανισμό, με ακεραιότητα, που να ανιχνεύει την βούληση της κοινωνίας πριν παρθεί μια απόφαση. Η κοινωνία πρέπει να βουλεύεται σε κάθε τι και όχι κατά χειραγώγηση, όπως στο δημοψήφισμα.
Η κοινωνία γνωρίζει ποιο είναι το συμφέρον της. Και οι “ειδικοί” (σσ. οι πολιτικοί) το γνωρίζουν αλλά δεν το ακολουθούν.
Εφόσον η κοινωνία είναι ο λόγος ύπαρξης και της πολιτικής και της βουλής και του πρωθυπουργού και των αγορών, κλπ κλπ, σημαίνει πως πρέπει και η κοινωνία να έχει κάποιο λόγο για τα πράγματα που την αφορούν.
Η σύνθεση της γνώμης των πολλών είναι ανώτερη από την γνώμη των ολίγων και είναι εναρμονισμένη με το συμφέρον των πολλών.
Αν συγκρίνουμε τις δημοσκοπήσεις, το έχω κάνει αυτό, από το 1974 μέχρι πρόσφατα, και δούμε για τα διάφορα ζητήματα, τι έχει πει η κοινωνία ερωτώμενη και τι έχουν πράξει οι πολιτικοί πολιτευόμενοι, θα διαπιστώσουμε ότι αν ακολουθείτο η γνώμη της κοινωνίας η ελλάδα δεν θα ήταν στην κατάντια που βρίσκεται σήμερα.
Στις τελευταίες εκλογές η κοινωνία έδειξε την πόρτα της εξόδου στην κομματοκρατία. Αυτοί προσποιούνται οτι η κοινωνία ψήφισε υπέρ ή κατά του μνημονίου. Λάθος. Το μνημόνιο είναι το αποτέλεσμα. Το κράτος και αυτοί οι ίδιοι είναι η αιτία του μνημονίου. Η κοινωνία γνωρίζει τον υπαίτιο.
Αν είχε θεσμοθετηθεί κάθε τρίμηνο ο βουλευτής να πηγαίνει στην εκλογική του περιφέρεια και να δίνει λόγο σε ένα κληρωτό σώμα πολιτών, από το οποίο θα λαμβάνει και εντολές ή θα ανακαλείται, τα κόμματα δεν θα μπορούσαν να έχουν αυτόν τον προσωποπαγή χαρακτήρα που έχουν.
Πρέπει να αρθεί το εμπάργκο της άλλης άποψης, από τα ΜΜΕ, και να αναπτυχθεί ως ο άλλος πόλος τους διαλόγου. Τώρα τα ΜΜΕ βάζουν τον έναν από το ένα κόμμα και τον άλλον από το άλλο κόμμα να διαπληκτίζονται μεταξύ τους, γιατί εκεί δεν διακινδυνεύουν να βγουν από την πολιτική του συστήματος. Οταν βάζουν κάποιον άλλον που αμφισβητεί το σύστημα, τότε βλέπετε οτι αποσταθεροποιούνται, και τον αποκλείουν.
Το δημοψήφισμα έχει ένα επιλεκτικό γνώρισμα. Η πολιτική εξουσία αποφασίζει ποιο θέμα θα μπει σε δημοψήφισμα. Η βάζουν τέτοια εμπόδια, να μαζευτούν πχ τόσες υπογραφές, που ουσιαστικά γίνεται άνευ σημασίας.
Θα άφηνε η κοινωνία να λειτουργεί αυτό το σπάταλο και λεηλατικό κράτος στο μέσον της κρίσεως, τη στιγμή που φορολογούν ακόμα και τον άνεργο; Ρωτήθηκε η κοινωνία και συμφωνεί;
Δεν θα υπήρχαν οι έννοιες δημοκρατία και όλα αυτά, εάν ο εξερχόμενος από την φεουδαρχία δυτικο-ευρωπαϊκός κόσμος, δεν είχε συναντηθεί με την ελληνική γραμματεία. Μέσα από την αδυναμία όμως να συγκροτηθεί ο ελληνικός κόσμος στην εποχή της φεουδαρχίας, προσάρμοσαν τις έννοιες περιγράφοντας το σύστημα που ήταν συμβατό με τις πραγματικότητες της ευρώπης. Αποκάλεσαν δημοκρατία ενα σύστημα που δεν είναι ούτε δημοκρατικό, ούτε αντιπροσωπευτικό.
Δεν είναι μόνο η δημοκρατία που έχει διαστρεβλωθεί. Είναι και η έννοια της ελευθερίας. Σήμερα όλοι οι μεγάλοι στοχαστές διηγούνται οτι έχουμε και ατομική και κοινωνική και πολιτική ελευθερία. Η ελευθερία όμως ορίζεται ως αυτονομία. Να κάνουμε αυτό που θέλουμε και να μη μας το υποβάλλει κάποιος άλλος. Ορίζουν λοιπόν την ελευθερία οι στοχαστές μας με όρους αυτονομίας στο ατομικό πεδίο, στην ιδιωτική μας ζωή, αλλά στο κοινωνικοοικονομικό και στο πολιτικό πεδίο δεν την ορίζουν ως αυτονομία αλλά ως δικαίωμα. Μας λένε έχεις δικαίωμα να πας στο Σύνταγμα να διαδηλώσεις και να φωνάξεις και να πιέσεις την πολιτική εξουσία. Μα το δικαίωμα υπάρχει εκεί που δεν υπάρχει ελευθερία.
Σήμερα διαδηλώνουμε ή θέλουμε να διατηρήσουμε ορισμένα δικαιώματα πρόνοιας ή προστασίας της εργασίας, αλλά δεν συνεκτιμούμε ότι η εργασία είναι απαλλοτρίωση της ελευθερίας μας. Εκχωρούμε τις οκτώ ώρες ή όσες εργαζόμαστε, το δικαίωμα σε κάποιον άλλον που κατέχει το σύστημα, να αποφασίζει για το πως εμείς θα ζήσουμε τις οκτώ ώρες, τι θα κάνουμε. Αρα λοιπόν δεν έχουμε κοινωνική και πολιτική ελευθερία. Και όμως έτσι μας το διδάσκουν. Είναι όλες οι έννοιες που έχουν διαστρεβλωθεί σήμερα.
Για να είναι αντιπροσωπευτικό το σύστημα θα έπρεπε να υπάρχει το δίπολο εντολέας-εντολοδόχος. Για να είναι η κοινωνία εντολέας πρέπει να έχει τήν θεσμική δυνατότητα να παίρνει αποφάσεις, να εκφράζει την βούλησή της. Να μπορεί να είναι δήμος, όπως λέγανε οι αρχαίοι. Να μπορεί να είναι μέρος του πολιτικού συστήματος.
Εμείς εδώ ο καθένας μας έχουμε βούληση. Ομως όλοι μαζί δεν έχουμε βούληση. Και δεν έχουμε όλοι μαζί βούληση, γιατί η συνολική βούληση χρειάζεται διαβούλευση. Να συγκεντρωθούμε, να μιλήσουμε και να πάρουμε μια απόφαση. Να θεσμοθετηθούμε ως συλλογικότητα.
Για να λειτουργήσει η έννοια της αντιπροσώπευσης πρέπει να έχει ο δήμος, η συλλογικότητα, τις αρμοδιότητες του εντολέα: να αποφασίζει τις κεντρικές πολιτικές, να ανακαλεί, να ελέγχει, να προσάγει στην δικαιοσύνη. Το ευθύνειν και το ελέγχειν μας λένε οι αρχαίοι. Θεωρούσαν οτι δεν είναι ελεύθεροι αν δεν είχαν το ελέγχειν και το ευθύνειν. Για να ασκήσεις το ελέγχειν και το ευθύνειν των εντολοδόχων σου, των πολιτικών, πρέπει να έχεις συγκρότηση σε δήμο.
Την ιδιότητα του εντολέα, μας λέει το Σύνταγμα, την έχει η βουλή. Και η κυβέρνηση έχει την ιδιότητα του εντολοδόχου. Μας έχουν πάρει δηλαδή και την ιδιότητα του εντολέα και την ιδιότητα του εντολοδόχου.
Μάλιστα για να μπορέσει να έχει και την νομιμοποίηση μας (το κράτος) έχει πάρει και την συλλογική μας ταυτότητα. Η ταυτοτική μας συλλογικότητα, αυτό που σήμερα αποκαλούμε έθνος, δεν θεωρείται οτι είναι δική μας υπόθεση. Αλλά θεωρούν οτι είναι κατασκευή του κράτους. Κατασκεύασαν δηλαδή με τέτοιο περίτεχνο τρόπο την ιδέα του έθνους ώστε να θεωρείται οτι είναι τεχνητή κατασκευή του κράτους που υπηρετεί την νομιμοποίηση αυτού του πολιτικού συστήματος.
Ομως αυτή την έννοια του έθνους την αντέτειναν στην απολυταρχία για να την καταργήσουν, τον 18ο-19ο αιώνα. Και γι’ αυτό τότε λειτούργησε προοδευτικά. Σήμερα όμως την αντιτείνουν στην κοινωνία, της κατακρατούν δηλαδή και την ελευθερία της πολιτικής, της κατακρατούν και το δικαίωμα να έχει αυτή την έκφραση της συλλογικότητάς της, να λέει τι είναι ο έλληνας και ποιο είναι το συμφέρον του έλληνα, του ιταλού, του γερμανού, του οποιουδήποτε, γιατί θέλουν την κοινωνία απέναντι. Δεν θέλουν να της εκχωρήσουν αυτό που κατακρατούν, την ιδιότητα του εντολέα. Αρα και την θέσμισή της.
Η δημοκρατία λέει: παίρνω ολόκληρο το πολιτειακό σύστημα το δίνω και το επενδύω στην κοινωνία, η κοινωνία ενσαρκώνει το πολιτικό σύστημα, ότι δηλαδή κάνει σήμερα το κράτος το κάνει η κοινωνία, και η δημόσια διοίκηση, ότι περισσεύει δηλαδή, το διοικητικό μέρος, το εκτελεστικό μέρος, το κατακρατεί μία περιοχή του κράτους η οποία είναι όπως μας λέει ο Αριστοφάνης, θεραπαινίδα του δήμου. Ο δήμος είναι η πολιτεία, δεν είναι το κράτος η πολιτεία.
Σήμερα το διακύβευμα είναι όχι να κάνουμε δημοκρατία, αλλά να κάνουμε το σύστημα λίγο αντιπροσωπευτικό. Να πλησιάσει η ανάσα της κοινωνίας. Οι εξελίξεις γίνονται κατά στάδια.
Το μεγάλο κόλπο που εφήρμοσαν τελευταία τα κόμματα που κάλεσαν τα κομματικά μέλη και φίλους να ψηφίσουν τις ηγεσίες και το είπαν δημοκρατικό, στην πραγματικότητα απέβλεπε στο να αυτονομηθούν οι ηγέτες και από τα ίδια τα κόμματα, τους μηχανισμούς των κομμάτων. Διότι αν θέλανε την κοινωνία να λειτουργήσει για την εκλογή των ηγεσιών θα έπρεπε να θέλουν την ίδια κοινωνία να λειτουργήσει και για τον έλεγχο των ηγεσιών, και την ανάκλησή τους. Να θεωρηθεί δηλαδή οτι το σώμα που ψήφισε, ψηφίζει και για την ανάκληση και για τον έλεγχο. Αλλά αυτό δεν το θέλουν.
Η διανόηση στην ελλάδα δεν συμβάλλει στην ανασυγκρότηση γιατί δεν θέλει. Η κυρίαρχη διανόηση στην ελλάδα, αυτή που όπως θα έλεγε ο Γκράμσι έπαιξε ή δήλωνε οτι θα έπαιζε τον ρόλο του οργανικού διανοούμενου, μετατράπηκε σε οργανικό νομέα της εξουσίας. Οσο από την δεκαετία του 1980 γιγαντωνόταν η λεηλασία και η πελατειακή αποδόμηση του κράτους, τόσο η διανόηση πολεμούσε την εθνική συλλογικότητα, την κοινωνική συλλογικότητα για να δώσει νομιμοποίηση σε αυτό το κράτος. Διότι σε αυτό το κράτος συμμετείχε ως νομέας.
Και γι’ αυτό το λόγο υπέστην εγώ επιθέσεις σε μεγάλο βαθμό διότι ήγειρα αυτό το ζήτημα -με αρθρογραφία που ξεκίνησα την δεκατία του ’90, με αφορμή μια παρέμβαση διότι κάλεσαν εδώ μια εξωτερική βοήθεια τον Χομπσμπάουμ να πει τις δικές του ανοησίες- ηγέρθη τεράστιος θόρυβος διότι έπρεπε να νομιμοποιηθεί η αντίληψη οτι εθνική συλλογικότητα είναι το κράτος. Και όχι η κοινωνία.
Και ακούγαμε διαφόρους από αυτούς της διανόησης που αποδομούσε, δούλευε για την αποδόμηση της κοινωνικής μας συλλογικότητας, να καθυβρίζουν την κοινωνία και το ιστορικό της παρελθόν και να δηλώνουν με θράσος οτι πρέπει να αποδομήσουμε την κοινωνική συλλογικότητα. Τη συλλογικότητα των ελλήνων. Μα αυτή η συλλογικότητα είναι το μέτρο της αντίστασης μιας κοινωνίας απέναντι στην ιδιοποίηση του κράτους ή στην διεθνή των αγορών. Αρα ξέρουμε γιατί το έκαναν αυτό: γιατί νομιμοποιούσε αυτό το κράτος εις βάρος της κοινωνίας και του συμφέροντός της.
Είναι ολόκληρο το σύστημα της διανόησης που εργάστηκε με στόχο την κοινωνική απο-συλλογικοποίηση. Την αποδόμηση του συλλογικού ιστού. Είναι βαθειά αντιδραστικές δυνάμεις αυτές. Διότι τι είναι πρόοδος; Πρόοδος είναι ότι απελευθερώνει την κοινωνία, άρα οτι συγκροτεί θεσμικά την συλλογικότητά της και οτι απελευθερώνει τις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας.
Αρα αν μιλάμε για πρόοδο θα πρέπει να αναφερόμαστε στην κοινωνία. Γιατί αυτή είναι ο λόγος ύπαρξης και αυτών. Εάν θέλουν λοιπόν να αποδομήσουν την κοινωνία, θέλουν την κοινωνία να είναι ιδιώτης, να μην έχει ηθικό και πραγματικό έρεισμα να αντιτείνει απέναντι στο κράτος και στην πολιτική των κατακτητών του το συλλογικό της επιχείρημα, γιατί η κοινωνία αυτή για τους ολιγαρχικούς και βαθειά αντιδραστικούς κρατικούς διανοούμενους είναι επικίνδυνη. Γι’ αυτό και τους βλέπετε με πολύ μεγάλη ευκολία για να παίξουν αυτό το παιχνίδι, υιοθετούν τον εθνικισμό του αντιπάλου, γιατί δήθεν η συλλογικότητα είναι εθνικιστική. Το να επιδιώκει μια κοινωνία την ελευθερία της, την ευημερία της, είναι εθνικιστικό.
Γι’ αυτό και βλέπετε και πολλούς από αυτούς να επιστρατεύουν και το επιχείρημα ότι η πλειοψηφία είναι εχθρός των δικαιωμάτων. Δεν εννοούν την πλειοψηφία της βουλής ή της ελίτ. Αλλά την πλειοψηφία της κοινωνίας. Η κοινωνία είναι εχθρός των δικαιωμάτων. Ποιων δικαιωμάτων; Αυτών οι οποίοι όταν παίρνανε 2 και 3 τοις εκατό από το εκλογικό σώμα, χρησιμοποιούσαν την χώρα ως χωματερή του καπιταλισμού; Που αντί να πάνε εκεί που παράγεται το κοινωνικό πρόβλημα, στο Πακιστάν, στην Ινδία, στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στον τρίτο κόσμο γενικά, μας λένε οτι πρέπει να το δεχθούμε εμείς ώστε εκεί να αποσυμφορηθούνε οι εντάσεις εναντίον του καπιταλισμού; Για να δουλέψει άνετα ο καπιταλισμός τον οποίον υποτίθεται ότι εχθρεύονται και να έρθει να γίνει μέρος του δικού μας προβλήματος;
Είναι άλλο πράγμα να διαχειρίζεσαι την οικονομική μετανάστευση ώστε να μην διαρρηγνύει τον συλλογικό σου ιστό, τον κοινωνικό ιστό, και να είναι χρήσιμη για την κοινωνία της χώρας στην οποία δημιουργείται το θέμα, και άλλο πράγμα να χρησιμοποιείς την οικονομική μετανάστευση ως εργαλείο για να πολεμήσεις την κοινωνία των πολιτών γιατί δεν σου δίνει εκλογικό αποτέλεσμα για να παίξεις κι εσύ τον ρόλο σου. Περί αυτού πρόκειται. Είναι βαθειά αντιδραστικές δυνάμεις που έχουν ιδεολογία ακραιφνώς ολιγαρχική αλλά με αντιδραστικό πρόσημο και που εχθρεύονται την κοινωνία. Γι’ αυτό και τα λένε όλα αυτά. Γι’ αυτό και συμπεριφέρονται έτσι. Γι’ αυτό και υιοθετούν τον εθνικισμό του αντιπάλου για να πολεμήσουν όχι τον εθνικισμό του έλληνα, αλλά την εθνική συλλογικότητα. Δηλαδή το συλλογικό υποκείμενο αυτής της χώρας.


Ανάρτηση από :http://gregordergrieche.blogspot.gr