Του Γιώργου Καλημερίδη
Τον περασμένο Νοέμβριο στην πολιτεία της Μασαχουσέτης των ΗΠΑ πραγματοποιήθηκε ένα πολύ ενδιαφέρον δημοψήφισμα για το αν θα έπρεπε να επεκταθούν τα λεγόμενα charter schools. Αν και παράδοξο για τα ελληνικά δεδομένα να γίνεται δημοψήφισμα για ζητήματα εκπαιδευτικής πολιτικής, το συγκεκριμένο δημοψήφισμα πήρε μεγάλες πολιτικές διαστάσεις, φτάνει να αναλογιστούμε ότι ψήφισαν περίπου 3.5 εκατομμύρια άνθρωποι και ξοδεύτηκαν 40 εκατ. δολάρια για την εκλογική καμπάνια των δύο αντίπαλων στρατοπέδων που είναι και το υψηλότερο ιστορικά για τη συγκεκριμένη πολιτεία. Το ερώτημα, αν και παραπλανητικό, καθώς δεν αφορούσε συνολικά την πολιτική απέναντι στα charter schools, αλλά τη δημιουργία ή όχι 12 καινούριων charters, μετατράπηκε σε μια συνολική πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ των υποστηρικτών της επιχειρηματικής δράσης στα σχολεία και των εκπαιδευτικών σωματείων και των συλλογικοτήτων που υπερασπίζονται το δημόσιο σχολείο και βλέπουν τη μόρφωση ως συλλογικό κοινωνικό δικαίωμα.
Τα charter schools, δηλαδή σχολεία δημόσιας χρηματοδοτήσης αλλά ιδιωτικού επιχειρηματικού ελέγχου, αποτελούν την αιχμή του δόρατος του διεθνούς νεοφιλελευθερισμού, ενώ στις ΗΠΑ, ειδικότερα, ισχυρά καπιταλιστικά συγκροτήματα, όπως το ίδρυμα Melinda & Bill Gates και το Walton Education Foundation είναι βασικοί υποστηρικτές τους. Το γεγονός ότι μεγιστάνες του κεφαλαίου, των οποίων το εισόδημα ισοδυναμεί συχνά με το ΑΕΠ ολόκληρων χωρών, είναι υποστηρικτές των συγκεκριμένων σχολείων είναι ενδεικτικό των ενδιαφερόντων του κεφαλαίου για το δημόσιο σχολείο και την καπιταλιστική αναδιάρθρωσή του. Αντίστοιχα, σε πολιτικό επίπεδο, το κίνημα των charter schools έχει διακομματική πολιτική υποστήριξη, καθώς και τα δύο τελευταία μεγάλα ομοσπονδιακά εκπαιδευτικά προγράμματα το No Child Left Behind (NCLF) και το Race to the Top των κυβερνήσεων Μπους και Ομπάμα στόχευαν στην επέκταση των συγκεκριμένων σχολείων.
Το αναπάντεχο αποτέλεσμα και η συντριπτική νίκη του ΟΧΙ, των υποστηρικτών δηλαδή του δημόσιου σχολείου, με 62%, αποτελεί, από αυτή την άποψη, μια μεγάλη ήττα των καπιταλιστικών δυνάμεων στις ΗΠΑ στο πεδίο του σχολείου, αλλά και του αμερικάνικου πολιτικού κατεστημένου τόσο της συγκεκριμένης πολιτείας, όσο και ευρύτερα. Μια ήττα που κατά τη γνώμη μας έχει ένα ευρύτερο διεθνές ενδιαφέρον και αξίζει να απασχολήσει λίγο περισότερο τις δυνάμεις εκείνες που μάχονται για την υπεράσπιση του δημόσιου δωρεάν σχολείου για όλα τα παιδιά της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Σε μεγάλο βαθμό, όπως θα ισχυριστούμε και παρακάτω, αποδεικνύεται ότι το σχολείο της αγοράς δεν είναι μια εκπαιδευτική νομοτέλεια και ασφαλώς το εκπαιδευτικό κίνημα στην Ελλάδα δεν είναι απολίθωμα του παρελθόντος, μια συντεχνία με ιδεολογικές αγκυλώσεις που αδυνατεί να παρακολουθήσει το νέο της σχολικής αυτονομίας και της εκπαιδευτικής επιχειρηματικότητας. Εκτός και αν βαφτίσουμε τη Μασαχουσέτη του MIT, του Χάρβαρντ και του Ταφτς διεθνής έδρα του εκπαιδευτικού λαϊκισμού.
Τα δύο στρατόπεδα
Ποιοι όμως συγκρούστηκαν πραγματικά στο δημοψήφισμα της Μασαχουσέτης ;
Το στρατόπεδο του ΝΑΙ το αποτελούσε όλος ο καλός αστικός κόσμος. Ειδικότερα, η ομάδα «Οικογένειες για Άριστα Σχολεία» (Famillies for Excellent Schools- FES), μια επιχειρηματική ομάδα πίεσης με έδρα την Νέα Υόρκη (που πρωταγωνιστεί στην ιδιωτικοποίηση του σχολείου) η οποία ελέγχεται πολιτικά από χρηματιστές της Wall Street και ισχυρούς εκπαιδευτικούς παράγοντες. Στην καμπάνια του ΝΑΙ συνέβαλαν οικονομικά ο πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης Michael Bloomberg, η οικογένεια Walton, γνωστή στις ΗΠΑ για το “ενδιαφέρον” της στα ζητήματα παιδείας και η ομάδα Democrats for Education Reform, η οποία δρα στο εσωτερικό του Δημοκρατικού κόμματος, με στόχο την πολιτική υποστήριξη των charters. Όλες οι πτέρυγες επομένως του καπιταλιστικού πολιτικού φάσματος ενωμένες. Ο ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης της πολιτείας Charlie Baker ήταν υποστηρικτής του ΝΑΙ, ενώ ΜΜΕ που ελέγχονται άμεσα από τον ίδιο συμμετείχαν στην καμπάνια του ΝΑΙ με σχετικά τηλεοπτικά διαφημιστικά σποτ. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο υπουργός παιδείας της πολιτείας James Peyser, ο οποίος μάλιστα ήταν μέλος του εκτελεστικού γραφείου της εταιρείας «Οικογένειες για Άριστα Σχολεία» που προαναφέραμε, άρα είχε και άμεσο υλικό ενδιαφέρον για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος
Το ΝΑΙ υποστήριζε αυτό που υποστηρίζουν παντού οι αστικές δυνάμεις. Προϋπόθεση για την άνοδο των εκπαιδευτικών επιπέδων είναι η απελευθέρωση των σχολείων από τον δημόσιο έλεγχο, η εισαγωγή ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων λειτουργίας και ο άμεσος έλεγχος των σχολείων από το κεφάλαιο αντί των δημόσιων κρατικών γραφειοκρατιών. Στην περίπτωση μάλιστα της Μασαχουσέτης, μια πολιτεία που υιοθέτησε σταδιακά τα charter schools, τα συγκεκριμένα σχολεία είχαν τις πιο υψηλές αποδόσεις σε εθνικό επίπεδο. Το στρατόπεδο του ΝΑΙ μπορούσε, επομένως, να τεκμηριώσει πολύ πιο συγκεκριμένα την επιχειρηματολογία του και έπαιζε σε ένα πολύ πιο ευνοϊκό εκπαιδευτικό τοπίο, από ότι στις πόλεις που ανήκουν στη λεγόμενη ζώνη της σκουριάς (Ντητρόιτ – Σικάγο), όπου η μαζική επέκταση των charter schools συνοδεύεται από μεγάλα σκάνδαλα διασπάθισης δημόσιου χρήματος από διάφορες αρπακτικές εταιρείες που χωρίς κανένα δημόσιο έλεγχο απλά απομυζούν δημόσιο χρήμα, αδιαφορώντας για την εκπαίδευση των παιδιών . Τα εκπαιδευτικά σκάνδαλα της σχολικής αυτονομίας-ιδιωτικοποίησης είναι γενικά άγνωστα στην ελληνική εκπαιδευτική κοινότητα- θυμίζουν αρκετά τις μαφιόζικες εργολαβικές εταιρείες καθαρισμού – και ίσως χρειαστεί κάποια στιγμή να επανέλθουμε. Αυτό που έχει σημασία ωστόσο εδώ να τονιστεί είναι ότι στην περίπτωση της Μασαχουσέτης το αστικό μπλοκ έδινε τη μάχη με τους καλύτερους δυνατούς όρους: πλουσιοπάροχη οικονομική στήριξη, προβολή των ΜΜΕ, πετυχημένα ιδιωτικά σχολεία και στήριξη από όλο το πολιτικό κατεστημένο ρεμπουπλικανικό (τοπική κυβέρνηση), άλλα και δημοκρατικοί.
Ποιοι επομένως περιόρισαν αυτό το τρανό στρατόπεδο στο 38% και το συνέντριψαν πολιτικά;
Η απάντηση είναι απλή. Τα εκπαιδευτικά σωματεία, αλλά και συλλογικότητες εργαζόμενων γονέων, αλλά και μαθητών. Η βασική ομάδα οργάνωσης του ΟΧΙ ονομαζόταν «Σώστε τα Δημόσια Σχολεία Μας» (Save Our Public Schools-SOAP), όπου συμμετείχαν εκπαιδευτικά σωματεία, γονείς και έφηβοι . Μάλιστα το στρατόπεδο του ΝΑΙ θεώρησε ότι η ταύτιση της εκστρατείας του ΟΧΙ με τους συνδικαλιστές του δημόσιου σχόλειου επαρκούσε για τη νίκη, συν ασφαλώς τις διάφορες κατασκευασμένες δημοσκοπήσεις. Υποτίμησε, πολιτικά επομένως, δύο στοίχεια, αφενός τη λαϊκή και νεολαιίστική παρέμβαση και αφετέρου ότι η μάχη ήταν ένας πολιτιστικός πόλεμος (cultural war), όπως θα έλεγε ο Ira Shor, δηλαδή μια αντιπαράθεση γύρω από το νόημα, γύρω από το ρόλο του σχολείου, άρα προοπτικά γύρω από το ποιες κοινωνικές αξίες, σε ποια κοινωνία. Αυτή τη μάχη την κέρδισαν τελικά οι εκπαιδευτικοί, η νεολαία και οι εργαζόμενοι, χωρίς παχυλή χρηματοδότηση και χωρίς έλεγχο στα ΜΜΕ.
Η επιχειρηματολογία του ΟΧΙ δεν είχε τίποτα το πολιτικά ριζοσπαστικό με βάση τις δικές μας πολιτικές παραδοχές, υποστήριξε απλά μεταρρυθμιστικά, μάλλον, πράγματα – με ριζοσπαστική όμως προοπτική στο δεδομένο κοινωνικό πλαίσιο. Πιο συγκεκριμένα, τα charters αποσπούν δημόσια κεφάλαια από το δημόσιο σχολείο, η φιλελεύθερη επιλογή σχολείου είναι μια φενάκη, η πολιτική της ιδιωτικοποίησης λειτουργεί εις βάρος των πιο αδύναμων κοινωνικά μαθητών, χωρίς απαραίτητα να αμφισβητήσει συνολικά τη σχολική επιλογή και να διεκδικήσει την κατάργηση των charters. Υπεράσπισε το δημόσιο σχολείο και τη μόρφωση ως συλλογικό κοινωνικό δικαίωμα.
Αν κάποιος έβλεπε την ταξική και φυλετική δυναμική του δημοψηφίσματος θα διαπίστωνε ότι τόσο οι εργατικές περιοχές των παραδοσιακών αμερικάνων λευκών, όσο και οι αντίστοιχες των μαύρων και των λατίνων ψήφισαν ΟΧΙ. Το ΝΑΙ κυριάρχησε μόνο σε περιοχές των ανώτερων κοινωνικών ομάδων. Οι από τα κάτω, παρά τις εθνικές και φυλετικές διαφορές τους ενοποιήθηκαν γύρω από το στόχο ενός δημόσιου σχολείου για όλους. Το ταξικό, σε κάθε περίπτωση, κυριάρχησε, σε απογοήτευση του μεταμοντέρνου κατακερματισμού των πολιτισμικών ταυτοτήτων και της διαδεδομένης πεποίθησης στις ΗΠΑ ότι οι μαύροι υποστηρίζουν γενικά τα charters.
Συμπεράσματα
Τι μας αφορούν εμάς όλα αυτά ; Ένα δημοψήφισμα σε μια πολιτεία περίπου 6.5 εκατομμυρίων ανθρώπων κάπου στην Βοστώνη των ΗΠΑ;
Πριν απαντήσουμε στο ερώτημα να θέσουμε μερικές προϋποθέσεις για να μπορούμε να συζητάμε πιο τεκμηριωμένα. Η Μασαχουσέτη, δεν είναι, ασφαλώς, όλες οι ΗΠΑ. Η πολιτική στο Ντητρόιτ και στο Σικάγο, αλλά ακόμη και στην ανατολική ακτή της χώρας όπως στη Νέα Υόρκη είναι αρκετά διαφορετική. Και ασφαλώς η Ελλάδα, θυμίζει περισσότερο το τοπίο ερήμωσης και καταστροφής του χρεοκοπημένου Ντητρόιτ, παρά της Μασαχουσέτης. Για αυτό και με άνεση κυκλοφορούν στο ελληνικό εκπαιδευτικό τοπίο οι εκπαιδευτικές ιδέες του Danielson group και τα προγράμματα εκπαιδευτικών κουπονιών της Χιλής. Επίσης το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν κατά βάση συντηρητικό, δε θα έχουμε απλά δημιουργία νέων charters και όχι συνολικά κατάργησή τους. Τέλος, η ανάπτυξη των charters στη Μασαχουσέτη ήταν σχετικά μικρή (78 σχολεία σε όλη την πολιτεία) και η κοινωνική καταβύθιση- απαξίωση του δημόσιου σχολείου πολύ πιο περιορισμένη από ότι σε άλλες πολιτείες των ΗΠΑ. Αυτά είναι στοιχεία, τα οποία οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας.
Σε κάθε περίπτωση ωστόσο υπάρχει μια διαλεκτική που δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ή να υποτιμήσουμε: 2.5 εκατ. άνθρωποι, λαϊκής κυρίως προέλευσης, με τη μαζική συλλογική παρέμβαση του εκπαιδευτικού κινήματος είπαν ΟΧΙ στην επέκταση των ιδιωτικών σχολείων, ΟΧΙ στη μόρφωση ως εμπόρευμα. Σε αυτή τη βάση, και με τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς που τέθηκαν παραπάνω, μπορούμε να καταλήξουμε σε κάποια γενικότερα συμπεράσματα:
α. Η Μασαχουσέτη, όπως τονίζει ο Lawrewnce Blum αποδεικνύει ότι η πλήρης εμπέδωση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών στο δημόσιο σχολείο δημιουργεί, την ίδια στιγμή, και τους πολιτικούς όρους για την αμφισβήτηση και την ανατροπή τους . Όχι αυτόματα και μηχανιστικά όμως, αλλά ως αποτέλεσμα της συγκροτημένης πολιτικής δράσης κοινωνικών κινημάτων. Η Μασαχουσέτη έχει ένα από τα πιο οργανωμένα εκπαιδευτικά σωματεία σε πανεθνικό επίδεδο και αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο στην έκβαση του δημοψηφίσματος. H εκπαιδευτική ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού που τόσο απασχολεί την αριστερή εκπαιδευτική διανόηση δεν σημαίνει, σε καμιά περίπτωση, εξάλειψη των κοινωνικών αντιθέσεων και πλήρη ενσωμάτωση των κυριαρχούμενων κοινωνικών τάξεων στον εκπαιδευτικό σχεδιασμό του αστισμού. Κάθε ηγεμονία, όσο ισχυρή και αν είναι, διαπερνάται πάντα και από διαδικασίες ανεξαρτητοποίησης και αντι-ηγεμονικής πάλης των κυριαρχούμενων ομάδων. Σε μια κοινωνία, όπως η αμερικάνικη, όπου το ατομικό, η επιχειρηματικότητα και ο ανταγωνισμός κυριαρχούν δεν σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να συσπειρωθούν γύρω από τις έννοιες του συλλογικού, του δημόσιου συμφέροντος και των κοινωνικών δικαιωμάτων.
β. Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παντού η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση είναι ζήτημα σύγκρουσης διαφορετικών μορφωτικών σχεδίων. Στην εγχώρια εκπαιδευτική σκηνή έννοιες όπως η σχολική αυτονομία και η αριστεία των πρότυπων σχολείων και προοπτικά των σχολείων ιδιωτικού ελέγχου προβάλλονται ως αυτονόητες εκπαιδευτικές αλήθειες, ως βασικές εκσυγχρονιστικές αρχές που μόνο ο συντηρητισμός των εκπαιδευτικών σωματείων αρνείται. Μια υποτιθέμενα εθνική αγκύλωση, απέναντι σε αυτονόητες διεθνείς εκπαιδευτικές τάσεις. Τα πράγματα ασφαλώς και δεν είναι έτσι και παντού δίνεται μια μάχη για την υπεράσπιση του δημόσιου σχολείου απέναντι στην πολιτική των δυνάμεων της ιδιωτικοποίησης και της εμπορευματοποίησης του μορφωτικού δικαιώματος. H Μασαχουσέτη είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Το γεγονός ότι στις 3 Μάη του 2016 χιλιάδες γονείς στην Αγγλία δεν έστειλαν το παιδί τους στο σχολείο διαμαρτυρόμενοι για τις πολλαπλές εξετάσεις και την αποκλειστική επικέντρωση στα μετρήσιμα αποτελέσματα και την άνοδο των επιπέδων- αντίστοιχες προτάσεις κάνει ο ΟΟΣΑ και για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα- είναι ένα δεύτερο χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Καταληκτικά, αυτό που οι εγχώριοι οργανωτές του εκπαιδευτικού διαλόγου και η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας θεωρούν ως αδιαμφισβήτητη εκπαιδευτική αλήθεια, βρίσκεται διεθνώς σε βαθιά κρίση και αμφισβήτηση. Αυτό αξίζει να το έχουμε υπόψη μας.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Βlum L. (2017), “ What we can learn from the Massachusetts ballot question campaign on charter school expansion” . National Education Policy Center on line at: http://nepc.colorado.edu/publication/ma-charter
Μπύσι Γκλυκσμαν Κ. (1984), Ο Γκράμσι και το Κράτος. Αθήνα: εκδ. Θεμέλιο.
Ανάρτηση από: https://selidodeiktis.edu.gr