Του Σαράντου Λέκκα
Ένας από τους πιο πολυδιαφημισμένους σύγχρονους μύθους στην χώρας μας είναι ο μύθος του πάνσοφου λαού, του κυριάρχου λαού, ενός λαού που όταν εκλέγει κυβερνήσεις έχει αλάνθαστο ένστικτο.
Άρθρο
Η σύγχρονη ιστορία από την μεταπολίτευση και μέχρι σήμερα έχει δείξει ότι ο ελληνικός λαός ούτε κυρίαρχος είναι, ούτε οι επιλογές του είναι αλάνθαστες.
Το αντίθετο μάλιστα, όπως αποδεικνύεται οι επιλογές του ελληνικού λαού λόγω του ότι διέπονται στις περισσότερες των περιπτώσεων από συναισθήματα οργής, αγωνίας για το προσωπικό του μέλλον, αγανάκτησης, εκδίκησης, φθόνου αλλά και ιδιοτέλειας αποτυγχάνουν στο κυρίαρχο ζητούμενο κάθε εκλογικής αναμέτρησης εκείνο της επιλογής όχι της ευχάριστης αλλά της χρήσιμης κυβέρνησης.
Με εξαίρεση την εκλογική αναμέτρηση του 1974 όπου η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού ψήφισε με τρόπο που έδινε εκκωφαντική απάντηση σε όσους είχαν αμφισβητήσει την Δημοκρατία οι υπόλοιπες αναμετρήσεις καλύπτονται από τις παρενέργειες της ιδιοτέλειας.
Μπορεί να φαίνεται οξύμωρο όμως η ψήφος εκ της φύσεως της παρουσιάζει χαρακτηριστικά υποκειμενικότητας και ιδιοτέλειας.
Εάν δεν θέλουμε να στρουθοκαμηλίζουμε και κυρίως εάν δεν θέλουμε για λόγους σκοπιμότητας να θεωρούμε τον ψηφοφόρο ως ιερή αγελάδα τότε πρέπει να αποδεχτούμε ότι στην πιο απλή έκφανση της η ψήφος καλύπτεται πίσω από το υπόβαθρο μιας καλλίτερης ζωής.
Ο καθένας ψηφοφόρος μέσω και της πασίγνωστης πελατειακής σχέσης με τους πολιτικούς επιδιώκει το καλλίτερο για τον εαυτό του και την οικογένεια του.
Δεν παραγνωρίζουμε φυσικά και την αμιγώς ιδεολογική παράμετρο που για ορισμένους αποτελεί την κορωνίδα των επιλογών τους πλην όμως πρόκειται για μικρή μερίδα της ελληνικής κοινωνίας για την οποία οι διαμορφωτές των εκάστοτε πλειοψηφιών έχουν την άποψη ότι αποτελείται από ηλίθιους.
Φυσικά όταν οι επιλογές του κυρίαρχου λαού είναι καταστροφικού χαρακτήρα τότε, και αυτό είναι το πιο εντυπωσιακό, ποτέ δεν φταίει ο πάνσοφος λαός αλλά, αυτοί που τον παρέσυραν, αυτοί που τον κορόιδεψαν, αυτοί που τον εξαπάτησαν, αυτοί που του υποσχέθηκαν.
Η επιλογή των κυβερνήσεων Ανδρέα Παπανδρέου παρότι οδηγούσε στην διόγκωση του δημόσιου χρέους μέσω του συνθήματος¨ Τσοβόλα δώστα όλα ¨ εξυπηρετούσε όλους αυτούς που έπαιρναν σύνταξη στα 35 τους, όλους αυτούς που διορίζονταν στο δημόσιο με μόνη προϋπηρεσία τις αφισοκολλήσεις, όλους αυτούς τους αγρότες που μετέτρεπαν τις επιδοτήσεις σε πανάκριβα αυτοκίνητα, όλους εκείνους τους επιχειρηματίες που λυμαίνονταν τις κρατικές προμήθειες, όλους εκείνους τους συνδικαλιστές που συνδιοικούσαν, και ουκ έστι αριθμός.
Η αποδοκιμασία της κυβέρνησης Μητσοτάκη το 1993 έγινε από όλους εκείνους που δεν ήθελαν καμία αλλαγή παρότι η χώρα δεν μπορούσε να πληρώσει ούτε μισθούς ούτε συντάξεις, από όλους εκείνους που ήθελαν να διατηρήσουν τα κεκτημένα τους αδιαφορώντας για το κοινό καλό των παρεμβάσεων που απαιτούνταν.
Είναι κοινό μυστικό ότι εάν πραγματοποιούνταν πολλά από εκείνα που επαγγέλλονταν η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όπως για παράδειγμα η συρρίκνωση του δημοσίου τομέα, η οικονομική ιστορία της χώρας θα γράφονταν διαφορετικά μακράν της πτώχευσης και των μνημονίων.
Όμως συνθήματα όπως ο λαός στην εξουσία αλλά και γενικότερα οι εύκολες λύσεις μέσω του δανεισμού και της ήσσονος προσπάθειας κάλυπταν κάθε υγιή φωνή.
Το αποτέλεσμα πέραν της υπερχρέωσης ήταν ο λαϊκισμός να ενσωματωθεί στο DNA του έλληνα πολίτη και να αποτελεί πλέον δεύτερη φύση του.
Συν βάση αυτή ήταν απόλυτα λογικό να απορριφθούν οι εισηγήσεις του Κώστα Καραμανλή για μικρές πλην ουσιαστικές θυσίες όταν οι περιστάσεις ήταν πιο δόκιμες για την ελληνική οικονομία και να εισακουστούν συνθήματα όπως ΄το Λεφτά υπάρχουν΄ του Γιώργου Παπανδρέου.
Όπως εξίσου λογικό ήταν και πάρα τις μνημονιακές περιπέτειες της χώρας να υιοθετηθούν οι δημαγωγικές προσεγγίσεις τύπου Τσίπρα για το σκίσιμο των μνημονίων, για το τέλος της λιτότητας και της διαγραφής του δημοσίου χρέους.
Προσωπικά πιστεύουμε ότι το 1993 όταν είχε χτυπήσει το πρώτο καμπανάκι για τους κίνδυνους της υπερχρέωσης αλλά και το 2009 όταν όλα έδειχναν ότι η κατάρρευση είναι προ των πυλών, η χώρα θα μπορούσε έστω και την υστάτη στιγμή να αντιμετωπίσει την κατάρρευση και την πτώχευση εάν ο λαϊκισμός δεν αποτελούσε το μεγαλύτερο καρκίνωμα της σύγχρονης Ελλάδος.
Η υποδούλωση της χώρας όπως αυτή έχει προδιαγραφεί μέσω της παράδοσης της κρατικής περιούσιας στο υπερταμείο που ελέγχεται από τους δανειστές είναι κλασικό παράδειγμα επιλογής κυβέρνησης που έχει ως έμβλημα τον λαϊκισμό και το ψέμα.
Έχει ειπωθεί ότι κάθε λαός έχει την κυβέρνηση που του αξίζει, παραφρασμένο θα λέγαμε ότι κάθε πλειοψηφία έχει την κυβέρνηση που της αξίζει.
Με την υπόθεση Σώρρα ορισμένοι πιστεύουν ότι έχουμε φτάσει στον πάτο των εύκολων λύσεων, κάτι για το οποίο προσωπικά αμφιβάλλουμε.
Όταν επανεκλέγεις μια κυβέρνηση παρότι έχεις νωπές τις μνήμες της περιόδου Βαρουφάκη, το κλείσιμο των τραπεζών, του δημοψηφίσματος παρωδία, των αποδεδειγμένων ψεμάτων και ανακριβειών τότε, πάντα θα υπάρχει ο κίνδυνος όσο μεγαλύτερο το ψέμα τόσο πιο εύκολη η αποδοχή του.
Απλά ο κάθε Σώρρας θα το επιβεβαιώνει.
Εν κατακλείδι, όσο ο λαϊκισμός θα συνεχίζει να διαβρώνει το DNA μας, όσο τα διχαστικά διλήμματα που ξεκίνησαν από την Σημίτειο παραδοχή περί εχόντων και κατεχόντων και πήραν διαστάσεις με το δημοψήφισμα Τσίπρα καθορίζουν την ψήφο μας, τότε δυστυχώς δεν θα έχουμε άλλη τύχη παρά αυτή των μνημονίων και της υποτέλειας.
Ανάρτηση από: http://www.analyst.gr