Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

Το καρτέλ και η κερδοσκοπία στον αγροτικό κλάδο

Του Βασίλη Βιλιάρδου

Η δημιουργία ολιγοπωλίων στο χώρο, καθώς επίσης η ραγδαία αύξηση της χρηματοπιστωτικής ληστείας, θα προκαλέσουν μεγάλα προβλήματα στον πλανήτη, ειδικά στις αναδυόμενες οικονομίες, καθώς επίσης στα πιο αδύναμα εισοδηματικά στρώματα – το θλιβερό παράδειγμα της Βενεζουέλας.  
«Μία άλλη μορφή κοινωνικού αποκλεισμού είναι η αγορά τεραστίων εκτάσεων γης παγκοσμίως από τις πολυεθνικές, με στόχο την εκμετάλλευση του υπεδάφους, καθώς επίσης την παραγωγή γεωργικής ενέργειας – γεγονός που σημαίνει ότι, εκατομμύρια άνθρωποι στις χώρες του «τρίτου κόσμου» αδυνατούν πλέον να τραφούν και πεθαίνουν«.

Ανάλυση
Οι αλλαγές στην οικονομική πολιτική διεθνώς, έχουν περιορίσει σημαντικά τον κρατικό έλεγχο τόσο των αγορών, όσο και των ροών κεφαλαίων – μίας διαδικασίας που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980, με την άνοδο του ακραίου νεοφιλελευθερισμού, επιταχυνόμενη από το 1990 και μετά.
Αυτό που συνέβη σε άλλους κλάδους επηρέασε επίσης τον τομέα της διατροφής, όσον αφορά κυρίως δύο εξελίξεις: (α) την υπερβολική συγκέντρωση των επιχειρήσεων, η οποία οδήγησε στη δημιουργία Ολιγοπωλίων, καθώς επίσης (β) την πολύ ισχυρή επέκταση των μεγαλυτέρων εταιριών, όπου ο τζίρος τους στο εξωτερικό αυξήθηκε πολύ περισσότερο, από τον αντίστοιχο στην εγχώρια αγορά τους.
Για παράδειγμα ο τζίρος της Nestle, του ελβετικού γίγαντα του κλάδου, προέρχεται κατά 70% από περιοχές εκτός της Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Β. Αφρικής – ενώ της Unilever (βρετανικός και ολλανδικός όμιλος) οφείλεται κατά 75% σε χώρες εκτός της Ευρώπης.
Το καρτέλ
Περαιτέρω, η επιχειρηματική στρατηγική αυτών των κολοσσών βασίζεται στη συνεχή επέκταση σε νέες αγορές – οπότε ο περιορισμός ή η κατάργηση των δασμών, καθώς επίσης των πάσης φύσεως εμπορικών εμποδίων, τους είναι εξαιρετικά σημαντικός. Πόσο μάλλον όταν η αξία των παγκοσμίων εξαγωγών τροφίμων πενταπλασιάσθηκε μεταξύ των ετών 1990 και 2014, ενώ η αξία των αγροτικών εξαγωγών αυξήθηκε στο ίδιο χρονικό διάστημα κατά τέσσερις περίπου φορές.
Η συγκεκριμένη ανάπτυξη του κλάδου «επιδοτήθηκε» από μία σειρά συμφωνιών ελευθέρου εμπορίου, καθώς επίσης προστασίας των επενδύσεων – οι περισσότερες από τις οποίες διαπραγματεύθηκαν τη δεκαετία του 1990, αφού ολοκληρώθηκαν οι πολυμερείς εμπορικές συζητήσεις του «Γύρου της Ουρουγουάης» το 1994, οι οποίες οδήγησαν στην ίδρυση του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). Έτσι δημιουργήθηκαν οι τεράστιοι διατροφικοί όμιλοι, οι δέκα μεγαλύτεροι εκ των οποίων το 2015 φαίνονται στο γράφημα νούμερο ένα (με κόκκινο στη βιομηχανία και με μπλε στο εμπόριο).

Επεξήγηση γραφήματος: Οι δέκα μεγαλύτεροι διατροφικοί όμιλοι – έδρα των ισχυρότερων από πλευράς τζίρου (μόνο οι τζίροι με αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα.
Περαιτέρω, στο «Γύρο της Ντόχα» που ξεκίνησε το 2001 ενώ δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη, ο όμιλος της Unilever εκπροσωπεί τον ευρωπαϊκό κλάδο των τροφίμων και των ποτών – προσπαθώντας να πιέσει τις κυβερνήσεις να ανοίξουν ακόμη περισσότερο τις αγορές τους, τα σύνορα τους καλύτερα για τα εμπορεύματα, για τις υπηρεσίες, καθώς επίσης για τις ροές κεφαλαίων, στα πλαίσια των διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ.
Αντίθετα, οι Πολίτες διαδηλώνουν εναντίον των συμφωνιών ελευθέρου εμπορίου, προειδοποιούν για τις αρνητικές επιπτώσεις στη γεωργία των αναδυομένων και αναπτυσσομένων κρατών, ενώ ασκούν κριτική στην έλλειψη διαφάνειας, όσον αφορά τις συζητήσεις που διεξάγονται. Πόσο μάλλον όσον αφορά τα γενετικά μεταλλαγμένα προϊόντα, για τα οποία επισημαίνουμε το συμπέρασμα μίας επιστημονικής μελέτης, σύμφωνα με το οποίο τα εξής:
«Είμαστε μόλις στο ξεκίνημα της κατανόησης των πολύπλοκων επιδράσεων της διατροφής, στη συμπεριφορά των ανθρώπων. Τα μόρια των τροφίμων ενεργούν όπως οι ορμόνες, οι οποίες ρυθμίζουν τη λειτουργία του σώματος και ενεργοποιούν την κυτταρική διαίρεση. Τα μόρια αυτά μπορούν να προκαλέσουν πολυποίκιλες, έντονες ψυχικές ανισορροπίες, οι οποίες κυμαίνονται από την αδυναμία αυτοσυγκέντρωσης και την υπέρ-κινητικότητα, έως τις πολύ σοβαρές ψυχολογικές ασθένειες.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως δεν γνωρίζουμε ποιά μόρια σε ποιά τρόφιμα, έχουν ποιό αποτέλεσμα. Ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα είναι το ότι, η σύνθεση των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων μπορεί να αλλάξει ριζικά, χωρίς να το γνωρίζουμε.
Τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα διαθέτουν γονίδια, τα οποία έχουν εισαχθεί στο DNA τους. Εν τούτοις, τα γονίδια δεν είναι όπως τα παιχνίδια LEGO, στα οποία η κάθε εικόνα μπαίνει στη θέση της. Η εισαγωγή γονιδίων δημιουργεί απρόβλεπτες, μη ανατρέψιμες αλλαγές – όπως στο παράδειγμα ενός πειράματος, όπου η εισαγωγή γονιδίων άλλαξε την ποσότητα της παραγόμενης πρωτεΐνης. Δεν είναι όμως μόνο αυτή καθαυτή η συγκεκριμένη αλλαγή το πρόβλημα – αλλά το ότι μπορεί να έχει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα, μέσω πολύπλοκων επιδράσεων, κάτω από την επιφάνεια».
Συνεχίζοντας, εκτός από τους διεθνείς κανόνες του ΠΟΕ, υπάρχουν τουλάχιστον 420 διμερείς εμπορικές συμφωνίες, καθώς επίσης 2.900 διμερείς συμφωνίες προστασίας των επενδύσεων. Ένα επόμενο σημαντικό στοιχείο είναι το «Σύστημα επίλυσης διαφορών επενδυτών-κρατών» (ISDS) – μέσω του οποίου παρέχονται σε ξένες εταιρείες δικαιώματα αποκλειστικότητας, ζημιώνοντας ως εκ τούτου το εκάστοτε Κράτος Δικαίου.
Μεταξύ άλλων, οι επιχειρηματικοί όμιλοι επιτρέπεται να καταθέτουν αγωγές αποζημίωσης εναντίον των ξένων κρατών, όταν μετά τη συμφωνία μαζί τους υιοθετούνται καινούργιες ρυθμίσεις, οι οποίες περιορίζουν τα κέρδη τους – κάτι που μπορεί να δημιουργεί προβλήματα στις χώρες, όσον αφορά τη διατροφική τους ασφάλεια, την υγεία, το περιβάλλον, καθώς επίσης τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Πολλές χώρες τώρα δημιουργούν ειδικές οικονομικές ζώνες, στις οποίες ισχύουν λιγότερο αυστηροί κανόνες, έτσι ώστε να προσελκύσουν ξένους επενδυτές – όπου η Μοζαμβίκη, η Τανζανία, η Ινδία και αρκετές άλλες έχουν ιδρύσει τέτοιου είδους ζώνες, ειδικές για τους μεγάλους αγροτικούς ομίλους. Η αιτία είναι το ότι, υποθέτουν πως έτσι προωθείται καλύτερα η γεωργία τους, ενώ εξασφαλίζεται η απασχόληση των εργαζομένων τους από τους αλλοδαπούς επενδυτές – ενώ εξελίσσονται ταυτόχρονα τεχνολογικά.
Οι πολυεθνικοί αγροτικοί όμιλοι, εκμεταλλεύονται από κοινού τα πλεονεκτήματα που τους προσφέρονται από τις κυβερνήσεις – όπως στο παράδειγμα της Τανζανίας, όπου η Monsanto, η Cargill, η Nestle και διάφορες άλλες επιχειρήσεις του γεωργικού καρτέλ συνεργάζονται μεταξύ τους, με στόχο την υιοθέτηση εκ μέρους των μικρών αγροτών σύγχρονων μέσων παραγωγής, διευκολύνοντας τες να εισέλθουν σε νέες αγορές μέσω κρατικών επιχορηγήσεων.
Μία σημαντική στρατηγική επιλογή των γεωργικών κολοσσών είναι οι εξαγορές των ανταγωνιστών τους, καθώς επίσης οι συγχωνεύσεις μεταξύ τους – τόσο οριζόντια, όπου αφορά τους άμεσους ανταγωνιστές τους, όσο και κάθετα, με προμηθευτές τους, καθώς επίσης με εμπορικές αλυσίδες του χώρου.
Για παράδειγμα, εάν όλες οι συγχωνεύσεις των μεγάλων ομίλων που προγραμματίζονται για αυτό το έτος στον κλάδο των σπόρων και προστασίας των φυτών πραγματοποιηθούν, τότε το 60% της αγοράς σπόρων, καθώς επίσης της αγοράς φυτοφαρμάκων που ήδη ανήκει στον ίδιο κλάδο, θα κυριαρχείται μόνο από τρεις πολυεθνικές – προκαλώντας στους γεωργούς τεράστια προβλήματα.
Δυστυχώς οι πολιτικές περί ανταγωνισμού των βιομηχανικών κρατών δεν έχουν εμποδίσει τη δημιουργία Ολιγοπωλίων στον αγροτικό τομέα – ενώ οι αναπτυσσόμενες χώρες προσπαθούν να δημιουργήσουν δημόσιες υπηρεσίες που δεν επιτρέπουν τη δημιουργία καρτέλ, καθώς επίσης να υιοθετήσουν αυστηρούς κανόνες όσον αφορά το Δίκαιο του ανταγωνισμού, χωρίς όμως μεγάλες επιτυχίες.
Η χρηματοπιστωτική κερδοσκοπία
Εισαγωγικά οι αρχικοί κανόνες, οι οποίοι αφορούσαν την υπερβολική χρηματοπιστωτική κερδοσκοπία στον αγροτικό κλάδο, έχουν «χαλαρώσει» σημαντικά τα τελευταία 15 χρόνια – με αποτέλεσμα οι επενδυτές να έχουν αυξήσει την επιρροή τους στο παγκόσμιο διατροφικό σύστημα.
Για παράδειγμα, οι αμερικανικές εποπτικές Αρχές που ελέγχουν τις προθεσμιακές συναλλαγές σε εμπορεύματα, είναι πολύ πιο «χαλαρές» μετά το 2005, σε σχέση με τους κανόνες που ισχύουν για τις κερδοσκοπικές συναλλαγές στο εμπόριο σιτηρών, καλαμποκιού και σόγιας – ενώ οι επενδυτές έχουν υιοθετήσει πολλά χρηματοπιστωτικά προϊόντα, τα οποία ενισχύουν τις διακυμάνσεις των τιμών.
Ως αποτέλεσμα αυτών των αλλαγών είναι σε θέση οι μεγάλες τράπεζες, όπως η Goldman Sachs, η Morgan Stanley, η Citibank και πολλοί άλλοι να πουλούν νέα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, βασιζόμενα στον αγροτικό κλάδο – ενώ ελέγχονται ελάχιστα από τα κράτη.
Τα νέα αυτά προϊόντα μπορούν να προσφέρουν νομισματική ασφάλεια, καθώς επίσης να καλύπτουν ρίσκα, όσον αφορά την εξέλιξη των επιτοκίων και των τιμών των αγροτικών αγαθών – ενώ από το 2006 έως τις αρχές του 2011, μετά την κορύφωση δηλαδή της κρίσης, οι κερδοσκοπικές τοποθετήσεις στα αγροτικά προϊόντα σχεδόν διπλασιάσθηκαν: από τα 65 δις $ στα 126 δις $.
Η καθαρή κερδοσκοπία πάσης φύσεως αυξήθηκε από το 12% του συνόλου των επενδύσεων τη δεκαετία του 1990, στο 61% το 2011, έχοντας σήμερα υπερβεί το 70% – ενώ ένα από τα μεγαλύτερα κερδοσκοπικά κεφάλαια στο χώρο των αγροτικών προϊόντων είναι το «DB Agricultural Fund» της Deutsche Bank, της εγκληματικής συμμορίας κατά τις Αρχές της χώρας της, ύψους 740 εκ. $, το οποίο τοποθετείται κυρίως σε καλαμπόκι, σόγια, σιτηρά, καφέ και ζάχαρη. Ένα επόμενο κεφάλαιο ύψους 230 εκ. $ διαχειρίζεται από τη Black Rock, ενώ τοποθετείται σε επιχειρήσεις του χώρου, καθώς επίσης σε εμπορικές αλυσίδες – όπως στη Monsanto, στην Tyson Foods, στη Deere και στην ADM.
Περαιτέρω, οι επιχειρήσεις που εμπορεύονται τις αγροτικές πρώτες ύλες έχουν ιδρύσει τις δικές τους επενδυτικές εταιρείες – ενώ επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τις τιμές τόσο των αγροτικών προϊόντων, όσο και των πρώτων υλών, κερδίζοντας τεράστια ποσά εις βάρος ουσιαστικά των καταναλωτών και των αγροτών. Εκτός αυτού έχουν εισέλθει επίσης στη συγκεκριμένη αγορά εκτός από τους θεσμικούς επενδυτές, όπως είναι οι ασφαλιστικές εταιρείες και τα συνταξιοδοτικά ταμεία, τα καθαρά κερδοσκοπικά κεφάλαια (hedge funds) – όπως το EDESIA, το οποίο ανήκει στον αγροτικό όμιλο LOUIS DREYFUS και διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία αξίας 2,7 δις $.
Οι επενδύσεις φυσικά δεν αφορούν μόνο τα αγροτικά προϊόντα αλλά, επίσης τις αγροτικές εκτάσεις, όπου συντελείται κυριολεκτικά μία «αρπαγή γης» – δηλαδή, η εξαγορά τεράστιων γεωργικών εκτάσεων στην Αφρική, στην Ασία και στη Λατινική Αμερική, κατά προσέγγιση 200 εκ. εκταρίων μέχρι πρόσφατα.
Οι εκτάσεις που εξαγοράζονται χρησιμοποιούνται κυρίως για την καλλιέργεια «γεωργικών καυσίμων», όπως το βιολογικό ντίζελ και η βενζίνη Ε-10. Στα πλαίσια αυτά, εκατομμύρια άνθρωποι εκδιώκονται από τις ιδιοκτησίες τους, ενώ τεράστιες εκτάσεις μετατρέπονται σε «μονοκαλλιέργειες» – με αποτέλεσμα να αυξάνονται συνεχώς οι «πεθαμένες περιοχές» (οι μονοκαλλιέργειες, μετά από μερικούς «κύκλους», σοδειές δηλαδή, καταστρέφουν εντελώς τη γη). Οι μεγαλύτεροι αγοραστές είναι η Goldman Sachs και η J.P. Morgan – καθώς επίσης μερικά από τα ισχυρότερα κερδοσκοπικά κεφάλαια του πλανήτη.
Η διαδικασία αυτή, η οποία είναι ουσιαστικά η ίδια με την αποικιοκρατική εποχή, με μοναδική διαφορά το ότι η γη αγοράζεται πλέον και δεν κατακτάται στρατιωτικά (συμπεριλαμβάνεται εδώ ουσιαστικά και η εξαγορά πετρελαϊκών κοιτασμάτων, εκτάσεων πλούσιων σε ορυκτά κλπ., με σημαντικότερο αγοραστή στην Αφρική την Κίνα), άρχισε να παίρνει μεγάλες διαστάσεις αμέσως μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης (2006). Η αιτία είναι προφανώς το ότι, εκείνη την εποχή αναζητήθηκαν νέοι τρόποι κερδοφορίας – αφού οι παλαιότεροι «κατέρρεαν».
Περαιτέρω, οι καταστροφές που θα προκληθούν στο φυσικό περιβάλλον θα είναι εξίσου σημαντικές με την εκδίωξη και την καταδίκη σε θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων, οι οποίοι αδυνατούν ήδη να εξασφαλίσουν την τροφή τους. Η «ληστεία» επεκτείνεται και στις πηγές νερού, το οποίο χρησιμοποιείται για τις τεράστιες μονοκαλλιέργειες – με αποτέλεσμα η ποσότητα του να γίνεται όλο και λιγότερη, αδυνατώντας να καλύψει τις ανάγκες των κατοίκων αυτών των χωρών. Οι ιδιαιτερότητες της όλης διαδικασίας παγκοσμίως, καθώς επίσης ορισμένα μεγέθη, φαίνονται στη χαρακτηριστική εικόνα που ακολουθεί:

Ολοκληρώνοντας, για να κατανοήσει κανείς το μέγεθος της κερδοσκοπίας, το 2015 διαπραγματεύθηκαν στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων του Σικάγο συμβόλαια σοδειάς και μελλοντικής εκπλήρωσης καλαμποκιού ύψους 10.503 εκ. τόνων, όταν η παγκόσμια παραγωγή καλαμποκιού ήταν μόλις 968 εκ. τόνους, ενώ η αμερικανική 305 εκ. τόνους – 11 φορές περισσότερα δηλαδή από την παγκόσμια παραγωγή και 30 φορές από αυτήν των Η.Π.Α.
Επίλογος
Η δημιουργία Ολιγοπωλίων στο χώρο, καθώς επίσης η ραγδαία αύξηση της κερδοσκοπίας, θα προκαλέσουν μεγάλα προβλήματα στον πλανήτη – ειδικά στις αναδυόμενες οικονομίες, καθώς επίσης στα πιο αδύναμα εισοδηματικά στρώματα. Μεταξύ αυτών, θα αυξηθούν τα μεταναστευτικά κύματα προς τη Δύση, ενώ θα ξεσπούν συχνά επαναστάσεις των πεινασμένων – όπως αυτή της Αραβικής Άνοιξης.
Φαίνεται δε καθαρά πως στο μέλλον θα μας απασχολεί όλο και περισσότερο ο κλάδος της διατροφής ευρύτερα – ειδικά λόγω της αύξησης του παγκοσμίου πληθυσμού, παράλληλα με την κλιμάκωση των εισοδηματικών ανισορροπιών, καθώς επίσης με τη συνεχώς μεγαλύτερη εκμετάλλευση των αδύναμων χωρών από τις πλούσιες.
Υστερόγραφο: Υπάρχουν τελευταία πολλές αναφορές στη Βενεζουέλα με την έννοια ότι, εάν η Ελλάδα δεν συμμορφωθεί με την πολιτική των μνημονίων θα έχει τη δική της άσχημη κατάληξη. Εν τούτοις δεν αναφέρεται πουθενά πως η χώρα αποτελεί από καιρό τώρα ένα αγκάθι στα πλευρά των πολυεθνικών ομίλων, έχοντας αρνηθεί να υποταχθεί στις εντολές τους που της μεταφέρονται μέσω της κυβέρνησης των Η.Π.Α. – με αποτέλεσμα να πληρώνει ένα πολύ βαρύ τίμημα (όπως το Ιράκ για άλλους λόγους, η Λιβύη κοκ.).
Ειδικά όσον αφορά το θέμα της ανάλυσης μας, σχετικά πρόσφατα η Βενεζουέλα ψήφισε το «νόμο των σπόρων» – ο οποίος απαγόρευσε την παραγωγή ή εισαγωγή στη χώρα των «μεταλλαγμένων σπόρων» (GMO). Όμως, τον Αύγουστο του 2016 οι εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης, οι οποίοι έχουν την πλειοψηφία των εδρών στο Κογκρέσο, απαίτησαν την κατάργηση του (πηγή) – προφανώς όχι από καλοσύνη, αφού ασφαλώς δεν είναι προς όφελος των μικρών γεωργών, αλλά των πολυεθνικών τεράτων. Ως εκ τούτου πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός κανείς, όσον αφορά τις πραγματικές αιτίες της κρίσης στη Βενεζουέλα – έτσι ώστε να μην οδηγείται σε αυθαίρετα συμπεράσματα, εάν δεν έχει βέβαια στόχο τη χειραγώγηση των Πολιτών.

Ανάρτηση από: http://www.analyst.gr