Του Αλέξη Ζακυνθινού
Ανάρτηση από: http://www.analyst.gr
Στις 7 Μαΐου οι επαναληπτικές εκλογές στη Γαλλία, στις οποίες πιθανολογείται πως θα συμμετέχουν για πρώτη φορά δύο δεξιά κόμματα, ενώ στις 8 Ιουνίου οι πρόωρες στη Βρετανία – η πρωθυπουργός της οποίας εξήγγειλε ξαφνικά την πρόθεση της, γνωρίζοντας πόσο σκληρές θα είναι οι διαπραγματεύσεις εξόδου της χώρας της από την ΕΕ, έχοντας απέναντι τον αιώνιο αντίπαλο της: τη Γερμανία, η οποία θεωρεί από καιρό τώρα πως έχει «ξεπλυθεί» από τα θηριώδη εγκλήματα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.
Η πρωτοβουλία της κυρίας May φαίνεται να οφείλεται σε δύο λόγους: (α) στην ανάγκη να εξασφαλίσει την ισχυρή στήριξη των Βρετανών, όσον αφορά τη σύγκρουση της με τη Γερμανία, η οποία επιχειρεί ξανά την κατάκτηση της Ευρώπης με άλλου είδους όπλα – έχοντας την άποψη πως θα της συμπεριφερθεί ανάλογα με την Ελλάδα (ανάλυση) και (β) στην πρόθεση της να αποκτήσει μία ισχυρότερη κοινοβουλευτική εκπροσώπηση από τη σημερινή (έχει μία μικρή πλειοψηφία μόλις 12 εδρών), εκμεταλλευόμενη την αδύναμη θέση της αντιπολίτευσης – αφού, με κριτήριο τις δημοσκοπήσεις, προηγείται με 42% έναντι 27% του αντιπάλου της.
Περαιτέρω, η πρωθυπουργός είναι υπέρ της σκληρής εξόδου της χώρας της από την ΕΕ – με την έννοια πως θέλει να εγκαταλείψει μαζί την εσωτερική αγορά, καθώς επίσης την τελωνειακή ένωση. Οι Βρετανοί εκλογείς τοποθετήθηκαν όμως γενικά στην έξοδο από την ΕΕ, χωρίς να γνωρίζουν τις λεπτομέρειες – οπότε ένα μεγάλο πρόβλημα της κυρίας May ήταν ανέκαθεν πως μία μη εκλεγμένη πρωθυπουργός θα έπρεπε να δρομολογήσει ένα είδος BREXIT, για το οποίο δεν είχε την καθαρή εντολή της πλειοψηφίας.
Είχε άλλωστε δηλώσει ότι, πριν από την «καυτή φάση» των διαπραγματεύσεων θα επιθυμούσε τη δημοκρατική της νομιμοποίηση – οπότε ήταν λογική η προκήρυξη των πρόωρων εκλογών (οι κανονικές θα διεξάγονταν το Μάιο του 2020), οι οποίες όμως απαιτούν τη σύμφωνη γνώμη των 2/3 των βουλευτών. Από την οπτική γωνία της Ελλάδας βέβαια, όπου ο πρωθυπουργός μπορεί να προκηρύσσει εκλογές κατά το δοκούν, ενώ έχει τη δυνατότητα να μη σέβεται καθόλου δημοψηφίσματα που ο ίδιος δρομολογεί, η λειτουργία της δημοκρατίας στη Βρετανία προκαλεί μελαγχολία – ενώ φυσικά εξοργίζει η ασυδοσία των Ελλήνων πολιτικών, την οποία τους επιτρέπει το σύνταγμα.
Πιθανότατα πάντως θα συμφωνήσει η αντιπολίτευση, τόσο οι εργατικοί, όσο και οι φιλελεύθεροι – οι οποίοι, μαζί με τους σκωτσέζους εθνικιστές, είναι εναντίον της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ, οπότε θα το αντιμετωπίσουν σαν μία δεύτερη ευκαιρία. Τυπικά τώρα μόνο η βασίλισσα Ελισάβετ μπορεί να αποδεχθεί την παραίτηση της πρωθυπουργού, έτσι ώστε να διαλυθεί η Βουλή και να προκηρυχθούν εκλογές – ενώ είναι η ίδια που της δίνει την εντολή για το σχηματισμό κυβέρνησης, όπως συνέβη στις 13 Ιουλίου του 2016.
Συνεχίζοντας, η εκλογική αναμέτρηση θα διαρκέσει μόλις 6 εβδομάδες, οπότε θα προηγηθεί των εκλογών της Γερμανίας – ενώ το κέντρο βάρους των συγκρούσεων των υποψηφίων θα αφορά το μέλλον της Βρετανίας εκτός της ΕΕ. Πιθανότατα δε η πρωθυπουργός θα τεθεί υπέρ της μετατροπής της χώρας σε έναν φορολογικό παράδεισο, για τους μεγάλους πολυεθνικούς ομίλους και τις τράπεζες – υποθέτοντας πως αρκετοί Ευρωπαίοι θα προτιμήσουν να τοποθετήσουν τα χρήματα τους εκεί, φοβούμενοι το μέλλον της ηπείρου υπό την ηγεμονία της Γερμανίας.
Η οικονομία τώρα της Βρετανίας αναπτύσσεται ικανοποιητικά, κυρίως λόγω της υποτίμησης της στερλίνας – αν και φαίνονται τα πρώτα σημάδια πληθωρισμού. Υπάρχουν φυσικά φόβοι, σύμφωνα με τους οποίους όταν αποκοπεί εντελώς η χώρα από την ΕΕ, οι εξαγωγές της θα περιοριστούν επικίνδυνα – ενώ πολλές επιχειρήσεις, κυρίως τράπεζες, θα την εγκαταλείψουν εγκαθιστάμενες είτε στην Ιρλανδία, είτε εντός της Ευρώπης. Πόσο μάλλον όταν είναι σχεδόν βέβαιο ότι, η Γερμανία θα θελήσει να την τιμωρήσει αυστηρά, για να αποφευχθεί η έξοδος και άλλων χωρών από την ΕΕ.
Εν τούτοις οι περισσότεροι πιστεύουν πως θα τα καταφέρει τελικά, καθώς επίσης ότι σωστά αποφάσισε διακρίνοντας τις σκοτεινές προθέσεις της Γερμανίας – η οποία έχει ηττηθεί πολλές φορές στις μεταξύ τους συγκρούσεις, αφού η χώρα κερδίζει συνήθως όλες τις μάχες αλλά χάνει τον πόλεμο. Το μέλλον πάντως θα δείξει εάν είχε δίκιο και αν τα καταφέρει για μία ακόμη φορά.